Ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου αναφέρεται στην ανάγκη ανοιχτού διαλόγου για την επίλυση του ζητήματος των γλυπτών του Παρθενώνα. Ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου, Τζορτζ Όσμπορν, επισημαίνει ότι το μέλλον των γλυπτών του Παρθενώνα αποτελεί ένα από τα πιο περίπλοκα ζητήματα των τελευταίων δύο αιώνων. Καμία διοίκηση μέχρι σήμερα δεν έχει καταφέρει να επιτύχει οριστική λύση, ωστόσο ο ίδιος δεσμεύεται να το προσεγγίσει με ανοιχτό μυαλό. Ο Όσμπορν τονίζει ότι οι νομικοί περιορισμοί δυσχεραίνουν την μεταβίβαση ή παραχώρηση των γλυπτών, ενώ εκφράζει συγκρατημένη αισιοδοξία σχετικά με το μέλλον τους.
Μιλώντας στους Times, ο ισχυρός άνδρας του λονδρέζικου ιδρύματος υπογραμμίζει την ανάγκη ταπεινότητας και ρεαλισμού στην προσπάθεια επίλυσης αυτού του δύσκολου ζητήματος. Πιστεύει ότι υπάρχει η δυνατότητα ικανοποίησης τόσο της Ελλάδας όσο και του Βρετανικού Μουσείου, αν υπάρξουν σπουδαίες ανταλλαγές αντικειμένων στο πλαίσιο του ισχύοντος νομικού πλαισίου.
Ο Όσμπορν προσδιορίζει το ζήτημα ως ένα σύνθετο διπλωματικό, νομικό και πολιτιστικό παζλ, στο οποίο καμία πλευρά δεν μπορεί να επιβάλει μονομερώς τη θέση της. Επίσης, χαρακτηρίζει κατανοητές τις απαιτήσεις της ελληνικής πλευράς για επανένωση των γλυπτών, ενώ αναγνωρίζει τις νομικές δυσκολίες που ενδέχεται να ανακύψουν.
Απευθυνόμενος στην ελληνική πλευρά, καλεί για μια ανοιχτόμυαλη προσέγγιση, προτείνοντας έναν διάλογο που θα επικεντρώνεται σε ένα κοινό πεδίο συνεννόησης, χωρίς παραβιάσεις του νομικού πλαισίου του μουσείου. Ο Όσμπορν επισημαίνει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να αποδεχθεί ότι τα γλυπτά τυπικά θα παραμείνουν στην κατοχή του Βρετανικού Μουσείου.
Συνοψίζοντας, ο Όσμπορν δεν υπόσχεται άμεσες λύσεις, αλλά ένα νέο πλαίσιο συζήτησης που θα μπορούσε να φέρει στο τέλος μια σύγκρουση που διαρκεί δύο αιώνες. Σημειώνει ότι η θέση του στο Βρετανικό Μουσείο είναι η καλύτερη της καριέρας του, παρόλο που η διαχείριση της κληρονομιάς του ιδρύματος κρύβει προκλήσεις, όπως οι συνέπειες της πανδημίας και τα σκάνδαλα που αφορούν κλοπές.
Σήμερα, οι προοπτικές φαίνονται διαφορετικές, με τον επανασχεδιασμό του μουσείου και άλλες σημαντικές εξελίξεις να προμηνύουν μια εποχή ανάπτυξης και αύξησης επισκεπτών, με τη σημαντικότερη χρονιά να αναμένεται το 2026.
Πηγή περιεχομένου: in.gr
![]()
