Οι αμυντικές δαπάνες της Γερμανίας αναμένεται να φτάσουν τα 649 δισεκατομμύρια ευρώ μέχρι το 2029. Η αύξηση των αμυντικών δαπανών των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ αποτελεί κεντρικό θέμα της τρέχουσας συνόδου κορυφής της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας που διεξάγεται στη Χάγη, στην Ολλανδία, χώρα του γενικού γραμματέα Μάρκ Ρούτε. Η Γερμανία, ως η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, προγραμματίζει να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες στο 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2029. Αυτό το ποσοστό υποδηλώνει μια σημαντική αύξηση από το 2% που επιτεύχθηκε το 2024 και είναι στο επίκεντρο των συζητήσεων για τις μελλοντικές στρατηγικές ενίσχυσης των δυνάμεων.
Η ανακοίνωση του πρώην καγκελάριου Όλαφ Σολτς, λίγες ημέρες μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022, για τη δημιουργία ενός ειδικού ταμείου 100 δισεκατομμυρίων ευρώ, έχει σηματοδοτήσει μια νέα εποχή στην άμυνα της Γερμανίας. Από το 2025 έως το 2027, οι αμυντικές δαπάνες θα προέλθουν από αυτό το ταμείο, το οποίο θα εξαντληθεί μέχρι το 2027. Ο νέος καγκελάριος, Φρίντριχ Μερτς, δήλωσε ότι θα είναι δυνατό να δανειστεί 378,1 δισεκατομμύρια ευρώ για την άμυνα, διευκολύνοντας την υλοποίηση των στόχων.
Από την άλλη πλευρά, οι ετήσιες αμυντικές δαπάνες της Γερμανίας θα αυξηθούν από 95 δισ. ευρώ το 2025 σε 162 δισ. ευρώ το 2029, συμπεριλαμβάνοντας και τη χρηματοδότηση 9 δισ. ευρώ ετησίως για την Ουκρανία. Οι συνολικές αμυντικές δαπάνες κατά τη διάρκεια της πενταετίας θα φτάσουν τα 649 δισ. ευρώ.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι αυξήσεις αυτές συμβαδίζουν με μια γενικότερη τάση ενίσχυσης των αμυντικών προϋπολογισμών σε χώρες της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, αν και δεν υπάρχει ομοφωνία σχετικά με την εφαρμογή αυτών των στόχων. Η Ισπανία, για παράδειγμα, έχει δηλώσει ότι θα δαπανήσει μόνο το 2,1% του ΑΕΠ της για τις στρατιωτικές ανάγκες του ΝΑΤΟ. Σε αντίθεση, η Πολωνία, μαζί με τη Γερμανία, σημειώνει σημαντική αύξηση στις αμυντικές της δαπάνες.
Η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, προερχόμενη από τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, τόνισε ότι η τρέχουσα σύνοδος θα θέσει νέους ιστορικούς στόχους δαπανών για τους διατλαντικούς συμμάχους.
Πηγή περιεχομένου: in.gr