Αυξάνονται ανησυχητικά οι περιπτώσεις υπέρτασης στα παιδιά παγκοσμίως, με την παχυσαρκία να αναγνωρίζεται ως κύριος παράγοντας. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το ποσοστό των ανηλίκων που εμφανίζουν υπέρταση έχει σχεδόν διπλασιαστεί από το 2000 έως το 2020, σύμφωνα με νέα μελέτη. Η παχυσαρκία αναγνωρίζεται ως ο κύριος ύποπτος για την άνοδο αυτή. Το 2000, ο επιπολασμός της υπέρτασης στους ανηλίκους ήταν γύρω στο 3,2%, ενώ μέχρι το 2020 αυξήθηκε στο 6,2%. Αυτό σημαίνει ότι 114 εκατομμύρια νέοι άνθρωποι παγκοσμίως ζουν με επικίνδυνα υψηλή αρτηριακή πίεση.
Ένα επιπλέον 8,2% των παιδιών και εφήβων παρουσιάζουν αυξημένη πίεση που δεν πληροί ακόμα τα διαγνωστικά κριτήρια της υπέρτασης αλλά είναι δυνητικά προπομπός της. Τα δεδομένα δείχνουν ότι η αύξηση του επιπολασμού οφείλεται κυρίως στην παχυσαρκία, καθώς σχεδόν το 19% των παχύσαρκων ανηλίκων πάσχουν από υπέρταση, σε σύγκριση με λιγότερο από το 3% των συνομηλίκων τους με υγιές βάρος.
Η παχυσαρκία μπορεί να οδηγήσει σε αντίσταση στην ινσουλίνη και σε αλλαγές στα αγγεία, εμποδίζοντας τη διατήρηση της πίεσης εντός υγιών ορίων. Η μελέτη, η οποία είναι μια μετα-ανάλυση 96 προηγούμενων ερευνών για 443.000 ανηλίκους σε 21 χώρες, υποδεικνύει ότι ο τρόπος μέτρησης της πίεσης επηρεάζει τις διαγνώσεις και τις εκτιμήσεις του επιπολασμού.
Όταν η υπέρταση επιβεβαιώνεται από πάροχο υγείας σε τουλάχιστον τρεις επισκέψεις σε ιατρείο, ο επιπολασμός εκτιμάται γύρω στο 4,3%. Ωστόσο, όταν συμπεριλαμβάνονται μετρήσεις εκτός ιατρείου, όπως στο σπίτι, το ποσοστό ανεβαίνει στο 6,7%. Η κατάσταση επιπλέκεται λόγω της λεγόμενης συγκεκαλυμμένης υπέρτασης, όπου οι μετρήσεις είναι φυσιολογικές σε ιατρείο αλλά ανεβαίνουν εκτός αυτού. Αυτή η πάθηση αφορά το 9,2% των ανηλίκων παγκοσμίως, υποδεικνύοντας ότι η υπέρταση μπορεί να υποδιαγιγνώσκεται.
Αντίθετα, το 5,2% των ανηλίκων εμφανίζουν αυξημένη πίεση κατά την εξέταση στο γιατρό, συχνά λόγω άγχους, ενώ στο σπίτι οι μετρήσεις είναι φυσιολογικές, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε εσφαλμένη διάγνωση υπέρτασης.
Πηγή περιεχομένου: in.gr
![]()
