Η εξερεύνηση της ελληνικής γλώσσας και της κωμωδίας αναδεικνύει την εξέλιξη του δραματικού είδους. Στις κωμωδίες του Μενάνδρου παρατηρείται μια ουσιαστική μεταβολή του δραματικού είδους, με στροφή προς τον ρεαλισμό. Αυτό αποτυπώνεται στην ποιητική γλώσσα, με την ρεαλιστική αναπαράσταση καθημερινών διαλόγων, που αποκαλύπτει τις ανθρώπινες αδυναμίες. Στα έργα του κορυφαίου εκπροσώπου της Νέας Αθηναϊκής Κωμωδίας των Ελληνιστικών Χρόνων, κυριαρχούν οι σύντομες και ταχέως εναλλασσόμενες φράσεις, με συχνές αλλαγές ομιλητών και χωρίς μετρικό εξαναγκασμό. Τα στοιχεία που προσθέτουν κωμικό τόνο περιλαμβάνουν αλληλοδιάδοχες ερωτήσεις, επαναλήψεις και αντιφάσεις, υποδηλώνοντας τις δυσκολίες στην επικοινωνία.
Σημαντικό είναι ότι στην κωμωδία του Μενάνδρου δεν είναι το λεξιλόγιο που υπερτερεί, αλλά το ύφος, που συνδυάζει λεπτό χιούμορ με ειδικές υφολογικές τεχνικές. Αυτές οι τεχνικές οδηγούν σε απίστευτες παρεξηγήσεις και αναπάντεχες καταστάσεις, με την κωμική διάσταση να προκύπτει όχι από τα γεγονότα ή τους χαρακτήρες, αλλά από τη σκοπιά με την οποία προσεγγίζονται.
Αναφερόμενοι στη γλώσσα της αρχαίας κωμωδίας, αξίζει να σημειωθεί ότι οι διακεκριμένες προσωπικότητες της κλασικής αρχαιότητας, όπως ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης, εκφράζουν αντίθεση στη διακωμώδηση της γλώσσας και την αναπαράσταση της πραγματικότητας μέσω της παρωδίας. Ο Πλάτωνας αποκλείει την ποίηση και το θέατρο από την εκπαίδευση, θεωρώντας την τέχνη αυτή ανίκανη να παράγει το αληθινό, ενώ ο Αριστοτέλης επισημαίνει την ανάγκη για μέτρο στην ποίηση, αποκλείοντας τις γλωσσικές ακρότητες.
Πηγή περιεχομένου: in.gr