Η ελληνική γλώσσα στην πορεία του χρόνου: Η ανεξέλεγκτη γλώσσα της κωμωδίας (Μέρος Δ)

Η ελληνική γλώσσα στην πορεία του χρόνου: Η ανεξέλεγκτη γλώσσα της κωμωδίας (Μέρος Δ)

Αναλύουμε την ελληνική γλώσσα της κωμωδίας και την εξέλιξή της μέσα στο χρόνο. Η γλώσσα της κωμωδίας, αγνοώντας τους κανόνες της λογικής, δημιουργεί μια παραληρηματική πραγματικότητα, όπου η ανατροπή και το παράδοξο κυριαρχούν. Στην Ρητορική του, ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι οι σπουδαίες υποθέσεις δεν θα πρέπει να συζητιούνται με πρόχειρους αυτοσχεδιασμούς. Αντίθετα, τα ασήμαντα ζητήματα δεν θα πρέπει να εξετάζονται με σοβαρότητα και επισημότητα. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι γλωσσικές τολμήματα της κωμωδίας γίνονται πιστευτές, ακόμη και αν φαντάζουν απίθανες, καθώς διεγείρουν τη φαντασία μας και μας προκαλούν γέλιο. Η κωμωδία λειτουργεί ως ένας αναστραμμένος καθρέφτης, αποκαλύπτοντας την πραγματικότητα μέσα από το πρίσμα της παρωδίας.

Η αναφορά στη γλώσσα της αρχαίας κωμωδίας θα ήταν ελλιπής αν περιοριζόταν μόνο στα έργα του Αριστοφάνη, καθώς θα έπρεπε να περιλαμβάνει και την γλώσσα της Νέας Κωμωδίας, με κορυφαίο εκπρόσωπό της τον Μενάνδρο, του οποίου το πρώτο έργο παρουσιάστηκε το 321 π.Χ. Κατά την περίοδο του Μενάνδρου, οι αλλαγές στη μορφή της κωμωδίας ήταν πλέον εμφανείς, προερχόμενες από δεκαετίες νωρίτερα, με δύο έργα του Αριστοφάνη, τις «Εκκλησιάζουσες» και τον «Πλούτο», που είχαν παρουσιαστεί το 392 π.Χ. και το 388 π.Χ. αντίστοιχα.

Συγκεκριμένα, στη διάρκεια του Μενάνδρου, ο χορός δεν συμμετέχει ενεργά στη δράση, αλλά εμφανίζεται κυρίως σε μουσικοχορευτικά διαλείμματα. Παράλληλα, το σκώμμα, το θεμελιώδες στοιχείο της Αρχαίας Κωμωδίας, αρχίζει να αποκτά λιγότερο προσωπικό και πολιτικό χαρακτήρα, και επικεντρώνεται στις ενέργειες και αντιδράσεις κοινωνικών ομάδων ή εκπροσώπων τους.

*Στη φωτογραφία του παρόντος άρθρου, προτομή του Μενάνδρου, του κορυφαίου εκφραστή της Νέας Κωμωδίας.*

Πηγή περιεχομένου: in.gr

Loading

Play