Η Ευρώπη κινδυνεύει να γίνει τεχνολογικός υποτελής, εξαρτώμενη από ΗΠΑ και Κίνα στην παραγωγή σπάνιων γαιών. Ο τεχνολογικός ανταγωνισμός μεταξύ Ανατολής και Δύσης δεν αποτελεί νέο φαινόμενο. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι Ηνωμένες Πολιτείες, μαζί με τους συμμάχους τους, επιδίωκαν να αποδυναμώσουν τη Σοβιετική Ένωση στον τομέα της διαστημικής, των όπλων και της βιομηχανικής τεχνολογίας. Οι ΗΠΑ δημιούργησαν την Συντονιστική Επιτροπή για τον Πολυμερή Έλεγχο των Εξαγωγών το 1949, προκειμένου να περιορίσουν την πρόσβαση του Ανατολικού μπλοκ σε δυτική τεχνολογία. Υπό την προεδρία του Ρόναλντ Ρίγκαν, οι περιορισμοί αυτοί εντάθηκαν, καθώς η Ουάσιγκτον απαγόρευσε την εξαγωγή ζωτικών προϊόντων, όπως οι μικροεπεξεργαστές, σε χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Αυτές οι στρατηγικές, σε συνδυασμό με τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις της Δύσης τη δεκαετία του ’80, συνέβαλαν στην οικονομική κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.
Στη σύγχρονη εποχή, η δυναμική του ανταγωνισμού ΗΠΑ–Κίνας είναι πιο περίπλοκη. Κατά την διάρκεια των τελευταίων τριών κυβερνήσεων των ΗΠΑ, επιβλήθηκαν εκτενείς περιορισμοί στην εξαγωγή προηγμένων μικροτσίπ και εργαλείων κατασκευής ημιαγωγών προς την Κίνα, σε μία προσπάθεια να αντισταθμιστεί η στρατηγική ισχύς της. Ωστόσο, η Κίνα είναι σε θέση να απαντήσει δυναμικά, ιδιαίτερα στους τομείς όπου έχει σχεδόν μονοπώλιο: την εξόρυξη και την επεξεργασία σπάνιων γαιών.
Η Κίνα εντείνει τον έλεγχο εξαγωγών κρίσιμων ορυκτών και πρόσφατα ανακοίνωσε αυστηρότερους ελέγχους σε 12 από τα 17 μέταλλα σπάνιων γαιών, με αναφορά σε ζητήματα εθνικής ασφάλειας. Αυτή η απόφαση ανησυχεί ιδιαίτερα τις δυτικές αμυντικές βιομηχανίες, καθώς οι σπάνιες γαίες είναι κρίσιμες για την παραγωγή διαφόρων οπλικών συστημάτων. Η εξάρτηση από την κινεζική τεχνολογία εκτείνεται μέχρι και τον πόλεμο στην Ουκρανία, όπου η ικανότητα της Ουκρανίας να διεξάγει αποτελεσματικό πόλεμο με drones εξαρτάται από κινεζικά ηλεκτρονικά.
Στις τελευταίες τρεις δεκαετίες, η Κίνα έχει αναδειχθεί σε παγκόσμιο ηγέτη στην επεξεργασία 54 κρίσιμων ακατέργαστων ορυκτών, και τα εργοστάσια της μπορούν να τα επεξεργάζονται 30% φθηνότερα από τους ανταγωνιστές τους. Οι δυτικές κυβερνήσεις θα πρέπει να παρέχουν δαπανηρές επιδοτήσεις για να ανταγωνιστούν, ενώ οι ΗΠΑ περιορίζουν την πρόσβαση της Κίνας σε υψηλής απόδοσης ημιαγωγούς.
Στην παρούσα κατάσταση, και οι δύο μεγάλες δυνάμεις – Πεκίνο και Ουάσινγκτον – επικεντρώνονται στην κυριαρχία σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη και η ρομποτική, θεωρώντας την οικονομική και στρατιωτική τους υπεροχή αναγκαία για το μέλλον. Παρ’ όλα αυτά, ειδικοί προειδοποιούν ότι ο μεγαλύτερος χαμένος αυτού του τεχνολογικού πολέμου είναι η Ευρώπη, η οποία πρέπει να αντιμετωπίσει την εξάρτησή της από τις ψηφιακές υποδομές των ΗΠΑ και τις πρώτες ύλες της Κίνας.
Η Ευρώπη βρίσκεται σε μία κρίσιμη καμπή, καθώς η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις κρίσιμες πρώτες ύλες παραμένει σε χαμηλά επίπεδα σε σύγκριση με τις επενδύσεις των ΗΠΑ και της Κίνας. Αν δεν καταφέρει να συγκεντρώσει περισσότερη πολιτική βούληση και οικονομικούς πόρους, ενδέχεται να γίνει μόνιμος τεχνολογικός υποτελής, με αποτέλεσμα την εξάρτησή της από τη μία ή την άλλη πλευρά σε κρίσιμες βιομηχανικές ανάγκες.
Πηγή περιεχομένου: in.gr