Η οικονομία της γκίγκ στην Κίνα αποτελεί στρατηγικό εργαλείο στον εμπορικό πόλεμο, ενισχύοντας την ευέλικτη εργασία και τις θέσεις απασχόλησης. Η οικονομία της γκίγκ, γνωστή και ως οικονομία της πλατφόρμας ή περιστασιακής απασχόλησης, έχει φέρει ριζικές αλλαγές στο εργασιακό τοπίο, πολλές φορές προς το χειρότερο. Με αφορμή την πανδημία, η οικονομία αυτή διαρκώς διευρύνεται, και στην Κίνα χρησιμοποιείται πλέον ως στρατηγικό εργαλείο στον εμπορικό πόλεμο με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Παρέχει ευέλικτες θέσεις εργασίας και εισόδημα σε εκατομμύρια πολίτες που προσφέρουν υπηρεσίες μέσω διαφόρων εφαρμογών και πλατφορμών, όπως η παράδοση φαγητού και οι μεταφορές.
Καθώς η εξαγωγική μηχανή της Κίνας παραπαίει υπό το βάρος των δασμών 145%, οι θέσεις εργασίας κινδυνεύουν. Σύμφωνα με την τράπεζα Goldman Sachs, περίπου 16 εκατομμύρια εργαζόμενοι συμμετέχουν στην παραγωγή αγαθών προοριζόμενων για την Αμερική. Επιπλέον, η Nomura προειδοποιεί για πιθανές απώλειες 5,7 εκατ. θέσεων εργασίας βραχυπρόθεσμα και 15,8 εκατ. μακροπρόθεσμα, καθώς οι επιπτώσεις του εμπορικού πολέμου διαπερνούν την οικονομία.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να ανακουφίσει την κατάσταση, υποσχόμενη αύξηση των επιστροφών πληρωμών για την ασφάλιση της ανεργίας σε επιχειρήσεις που πλήττονται από τους δασμούς. Ωστόσο, υπάρχει και άλλη μία εναλλακτική: η εκτενής οικονομία της γκίγκ, όπως επισημαίνει άρθρο του Economist. Η εμπορική πολιτική του Τραμπ ενδέχεται να ολοκληρώσει τη μεταμόρφωση αυτού του τομέα σε μια μεγάλη εγκεκριμένη από το κράτος αγορά εργασίας.
Αυτή η εκτεταμένη οικονομία, που επικαλείται κρατικά ελεγχόμενες συνδικαλιστικές ομοσπονδίες, εκτιμάται ότι περιλαμβάνει 84 εκατομμύρια ανθρώπους που στηρίζονται σε νέες μορφές απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένων υπηρεσιών διανομής και μεταφορών. Αυτή η ανάπτυξη προχωρά παρά τις εμπορικές συγκρούσεις και τη χαμηλή καταναλωτική εμπιστοσύνη, με το εργατικό δυναμικό της Meituan να έχει αυξηθεί κατά 41% σε σύγκριση με το 2021.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει την ανάπτυξη της γκίγκ οικονομίας, ενθαρρύνοντας τις εταιρείες να δημιουργήσουν ένα σκιώδες σύστημα πρόνοιας. Ωστόσο, το κύριο ερώτημα παραμένει: ποιος τελικά θα πληρώσει για αυτές τις παροχές;
Πηγή περιεχομένου: in.gr