Αναλύουμε πώς η διοίκηση Τραμπ μετατρέπει τις κυβερνητικές υπηρεσίες σε εμπορικές συναλλαγές. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, φαίνεται να θεωρεί ότι οι κρατικές παροχές και υπηρεσίες αποτελούν καλές εμπορικές ευκαιρίες. Πρόσφατα ανακοίνωσε ότι οι επαγγελματικές βίζες εργασίας (H-1B) θα κοστίζουν 100.000 δολάρια στους φορείς χορήγησής τους. Αυτή η χρέωση δεν είναι απλώς ένα τέλος, αλλά το ποσό που οφείλει να καταβάλει κάθε επιχείρηση ή πανεπιστήμιο που επιθυμεί να προσλάβει ή να εγγράψει κάποιον ξένο.
Οι βίζες και η πολιτογράφηση έχουν γίνει εμπορεύσιμα αγαθά, με τον Λευκό Οίκο να προσφέρει «χρυσές κάρτες Τραμπ» που διασφαλίζουν γρήγορη πρόσβαση σε μόνιμη διαμονή και τελικά υπηκοότητα, έναντι 1 εκατομμυρίου δολαρίων. Αυτή η κατάσταση αναδεικνύει ότι η διοίκηση του Τραμπ τιμολογεί σχεδόν τα πάντα, μετατρέποντας τις κυβερνητικές ενέργειες σε συναλλαγές.
Πέρα από τις βίζες, πλήθος άλλων υπηρεσιών και αγαθών τίθεται υπό πώληση, με τις τιμές να διαμορφώνονται ανάλογα με την εκτίμηση του Τραμπ για την αξία της εκάστοτε χώρας. Η διαχείριση κυβερνητικών θεμάτων δεν εξετάζεται πλέον με γνώμονα την ποιότητα ή την αποτελεσματικότητα, αλλά βάσει της ικανότητας πληρωμής, όπως αναφέρει η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Κολούμπια, Katharina Pistor.
Η επιβολή της λογικής των αγορών στο κράτος εγείρει σοβαρά ζητήματα ηθικής και διαφθοράς. Αν και οι υπηρεσίες θα μπορούσαν να χρεώνονται νόμιμα, αναδύεται το ερώτημα εάν η κατανομή τους με βάση το κόστος παραβιάζει θεμελιώδεις αρχές στις σχέσεις κράτους-πολιτών. Ο αντίκτυπος της πλήρους εμπορευματοποίησης των κρατικών υπηρεσιών μπορεί να θέσει σε κίνδυνο το κοινωνικό συμβόλαιο και τα συμφέροντα του λαού, σύμφωνα με τις αρχές των συνταγματικών δημοκρατιών.
Πηγή περιεχομένου: in.gr