Μελέτη αποκαλύπτει βιοχημικά σημάδια κινδύνου για τους ηλικιωμένους από την έκθεση σε καύσωνα, επισημαίνοντας ανάγκη δράσης. Στη σκιά της κλιματικής κρίσης, μια ερευνητική συνεργασία μεταξύ του Εργαστηρίου Περιβαλλοντικής Φυσιολογίας FAME Lab του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και της Μονάδας Έρευνας Ανθρώπινης και Περιβαλλοντικής Φυσιολογίας του Πανεπιστημίου της Οτάβα, καταγράφει για πρώτη φορά βιοχημικά σημάδια κινδύνου που ενδέχεται να προκύψουν στον οργανισμό ακόμη και μετά από μόλις τρεις ώρες έκθεσης σε καύσωνα. Η μελέτη πραγματοποιήθηκε υπό την καθοδήγηση του καθηγητή Ανδρέα Φλουρή, ο οποίος είναι ταυτόχρονα καθηγητής Φυσιολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και επισκέπτης καθηγητής στην Περιβαλλοντική Υγεία του καναδικού πανεπιστημίου.
Συνολικά 46 υγιή άτομα – 19 νέοι (μέση ηλικία 23 ετών) και 27 μεγαλύτερης ηλικίας εθελοντές (μέση ηλικία 62 ετών) – παρέμειναν καθιστοί για τρεις ώρες σε ένα ειδικό περιβαλλοντικό θάλαμο που προσομοίωνε τις συνθήκες καύσωνα στην Ελλάδα (44°C). Οι αιμοληψίες που πραγματοποιήθηκαν πριν και αμέσως μετά την έκθεση αποκάλυψαν μεταβολές σε εννέα δείκτες σχετικούς με τη φλεγμονή, τη διαταραχή του εντερικού φραγμού, το οξειδωτικό στρες και τη νεφρική δυσλειτουργία. Ο Δρ Ανδρέας Φλουρής δήλωσε στο Αθηναϊκό Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ότι τα αποτελέσματα υπήρξαν αποκαλυπτικά.
Μόνο η ομάδα των ηλικιωμένων εμφάνισε στατιστικά σημαντική αύξηση της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP), ενός σημαντικού δείκτη φλεγμονής που σχετίζεται με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο. Αν και οι φλεγμονώδεις κυτοκίνες TNFα και IL6 δεν παρουσίασαν ουσιαστικές μεταβολές σε καμία από τις ομάδες, οι ηλικιωμένοι είχαν ήδη υψηλότερες τιμές, γεγονός που ενισχύει την εκτίμηση ότι η χαμηλού βαθμού φλεγμονή αποτελεί χαρακτηριστικό της γήρανσης.
Ακόμα πιο ανησυχητικά είναι τα ευρήματα για τους νεφρούς. Η λιποκαλίνη, που είναι σημαντικός βιοδείκτης οξείας νεφρικής βλάβης, σχεδόν διπλασιάστηκε στους ηλικιωμένους μετά την έκθεση στη ζέστη, ενώ παρέμεινε αμετάβλητη στους νέους. Αυτό υποδηλώνει ότι οι νεφροί των μεγαλύτερης ηλικίας ατόμων είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στις συνθήκες καύσωνα.
Ο Δρ Φλουρής αναφέρει ότι η θερμοκρασία σώματος των εθελοντών δεν αυξήθηκε σημαντικά, με τη μέση άνοδο να είναι περίπου 0,5°C. Ωστόσο, παρατηρήθηκε ανησυχητικό βιοχημικό αποτύπωμα στους ηλικιωμένους. Η νέα μελέτη παρέχει αποδείξεις ότι οι υψηλές θερμοκρασίες μπορούν να προκαλέσουν χαμηλού βαθμού βλάβες στα νεφρά και να ενεργοποιήσουν χρόνιες φλεγμονώδεις διαδικασίες. Αυτό έχει σημαντικές προεκτάσεις για μια χώρα όπως η Ελλάδα, όπου ο πληθυσμός γηράσκει και οι καύσωνες γίνονται ολοένα πιο συχνοί και έντονοι.
Απαιτείται ανάπτυξη στοχευμένων προγραμμάτων προστασίας των ηλικιωμένων και δημιουργία κλιματιζόμενων χώρων δροσιάς. Οι δήμοι θα πρέπει επίσης να εκπαιδεύσουν το ιατρικό προσωπικό στην αναγνώριση βιοδεικτών όπως η λιποκαλίνη, προκειμένου να μειωθούν τα επείγοντα περιστατικά κατά τη διάρκεια των καυσώνων.
Η ελληνοκαναδική συνεργασία αποδείχθηκε κρίσιμη για την επιτυχία της μελέτης, καθώς εκμεταλλεύεται τη συμπληρωματική τεχνογνωσία των δύο εργαστηρίων. Ο Δρ Φλουρής αναφέρεται στη σημασία της διεθνούς συνεργασίας για τη δημιουργία αξιόπιστων δεδομένων, που είναι κρίσιμα για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής.
Πηγή περιεχομένου: in.gr