Στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης, η εικόνα είναι κοινή: δραματική έλλειψη προσωπικού, εξουθενωμένοι επαγγελματίες υγείας, παρωχημένοι οργανισμοί και πολλαπλές ανάγκες που χρονίζουν.
Γράφει ο Πέτρος Παππάς, βουλευτής ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής
Το Εθνικό Σύστημα Υγείας αποτελεί μία από τις βασικές κοινωνικές κατακτήσεις της Μεταπολίτευσης. Εξασφαλίζει καθολική και ισότιμη πρόσβαση στην περίθαλψη, ανεξαρτήτως εισοδήματος, τόπου κατοικίας ή ασφαλιστικού φορέα. Ωστόσο, τόσο πανελλήνια, αλλά και ειδικότερα στη Θεσσαλονίκη και τη Βόρεια Ελλάδα η κατάσταση σήμερα είναι απογοητευτική. Η υποστελέχωση, η εργασιακή εξουθένωση του προσωπικού και η ταλαιπωρία των πολιτών συνθέτουν μια πραγματικότητα που δεν τιμά κανέναν και δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Από την πρώτη στιγμή της κοινοβουλευτικής μου θητείας, κατέθεσα σειρά ερωτήσεων και πραγματοποίησα δεκάδες επισκέψεις σε Νοσοκομεία και υγειονομικές δομές , καθώς και παρεμβάσεις για την κατάσταση του ΕΣΥ: για τα προβλήματα υποστελέχωσης, για την ανεπαρκή μισθολογική μεταχείριση των εργαζομένων, για τις ελλείψεις σε κρίσιμες ειδικότητες και τις στρεβλώσεις στους οργανισμούς των νοσοκομείων.
Στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης, η εικόνα είναι κοινή: δραματική έλλειψη προσωπικού, εξουθενωμένοι επαγγελματίες υγείας, παρωχημένοι οργανισμοί και πολλαπλές ανάγκες που χρονίζουν. Σε όλα τα μεγάλα νοσηλευτικά ιδρύματα — Ιπποκράτειο, Άγιο Δημήτριο, Παπανικολάου, ΑΧΕΠΑ, Παπαγεωργίου — παρατηρούνται κοινά χαρακτηριστικά: λίστες αναμονής χειρουργείων που κάποιες φορές ξεπερνούν τα δύο χρόνια για τακτικά χειρουργεία, κλειστές χειρουργικές αίθουσες λόγω έλλειψης αναισθησιολόγων, υποστελέχωση σε νοσηλευτικό, παραϊατρικό και διοικητικό προσωπικό είναι μια πραγματικότητα που δυσκολεύει την κάλυψη των βασικών αναγκών των ασθενών.
Το προσωπικό εργάζεται σε οριακές συνθήκες: πάνω από το 30% απασχολείται με ελαστικές σχέσεις εργασίας. Η πίεση στις εφημερίες έχει ξεπεράσει κάθε όριο, με πολίτες να περιμένουν 10 και 12 ώρες για να εξεταστούν στα επείγοντα των νοσοκομείων. Ο θεσμός των αυτόνομων και πλήρως στελεχωμένων Τμημάτων Επειγόντων Περιστατικών έχει εγκαταλειφθεί από την Πολιτεία, ενώ η αποχώρηση έμπειρων γιατρών προς τον ιδιωτικό τομέα και χώρες του εξωτερικού εντείνεται. Ακόμα και σε πανεπιστημιακά νοσοκομεία όπως το ΑΧΕΠΑ, που θα έπρεπε να είναι κέντρα αναφοράς, η κατάσταση που συναντούν οι ασθενείς, είναι συχνά απογοητευτική. Αλλά και στο Παπαγεωργίου, που ξεκίνησε ως πρότυπο σύγχρονου νοσοκομείου, η χρόνια υποχρηματοδότηση και η δυσκολία προσέλκυσης προσωπικού έχουν οδηγήσει σε σταδιακή υποβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Ταυτόχρονα, ένα μεγάλο μέρος του ιατρικού προσωπικού του ΕΣΥ οδηγείται σε παραμονή έως τα 70 ακόμα και τα 71 έτη, σε μια ύστατη προσπάθεια να καλυφθούν κενά, επειδή το νέο δυναμικό αρνείται να ενταχθεί στο σύστημα με τις σημερινές συνθήκες: χαμηλές απολαβές, απουσία προοπτικής, εργασιακή εξουθένωση. Η φυγή των νέων γιατρών στο εξωτερικό ή προς τον ιδιωτικό τομέα είναι καθημερινό φαινόμενο.
Η εικόνα δεν είναι καλύτερη στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, αντί να λειτουργεί ως φίλτρο για τα νοσοκομεία, παραμένει σχεδόν ανύπαρκτη. Στη Θεσσαλονίκη δεν υπάρχουν Κέντρα Υγείας αστικού τύπου με διευρυμένο ωράριο, πλην του Ευόσμου. Τα υπόλοιπα λειτουργούν τυπικά 09:00–14:00, χωρίς εφημερίες και χωρίς την ουσιαστική δυνατότητα διαχείρισης επειγόντων περιστατικών, αφήνοντας τους πολίτες χωρίς πραγματική πρωτοβάθμια κάλυψη και οδηγώντας τους αναγκαστικά στο να «στοιβάζονται» στα υπερφορτωμένα νοσοκομεία της πόλης.
Ο θεσμός του προσωπικού γιατρού κατέρρευσε. Αρκετοί πολίτες δεν εντάχθηκαν σε αυτόν, ενώ σε υπάρχουν ακόμα περιοχές στις οποίες οι διαθέσιμοι γιατροί είναι ακόμα ελάχιστοι ή ανύπαρκτοι. Αντί για μια ουσιαστική σχέση συνεχούς φροντίδας και πρόληψης, δημιουργήθηκε ένας ακόμη γραφειοκρατικός μηχανισμός που απογοήτευσε και τους πολίτες και τους γιατρούς.
Η απουσία δημόσιας οδοντιατρικής φροντίδας είναι εξίσου εξοργιστική, ιδιαίτερα για τα άτομα με αναπηρία. Οι ελάχιστες υποδομές στα νοσοκομεία αδυνατούν να καλύψουν τις ανάγκες τους. Ο μέσος χρόνος αναμονής για ένα ΑμεΑ που χρειάζεται οδοντιατρική φροντίδα υπό γενική αναισθησία φτάνει ή και ξεπερνά τα 4 χρόνια. Αυτό δεν είναι απλώς αμέλεια. Είναι αποκλεισμός.
Η εικόνα στο ΕΚΑΒ είναι, επίσης, αποκαλυπτική. Από τα 26 ασθενοφόρα που κυκλοφορούσαν στη Θεσσαλονίκη, πριν από πέντε χρόνια, σήμερα βρίσκονται σε ημερήσια κυκλοφορία μόνο τα 20. Η Θεσσαλονίκη, μια μητροπολιτική περιοχή 1,5 εκατομμυρίου ανθρώπων, μένει ακάλυπτη, με βάρδιες που “βγαίνουν” με κόπο και προσωπικό στα όρια της σωματικής κατάρρευσης. Οι διασώστες δίνουν μάχη καθημερινά, χωρίς επαρκή ενίσχυση, χωρίς νέα οχήματα, χωρίς τις απαραίτητες υποδομές και χωρίς στοιχειώδη αναγνώριση.
Την ίδια ώρα, η κατάσταση στα Νοσοκομεία της Επαρχίας είναι ακόμα πιο δραματική: μεγάλες ελλείψεις σε Παθολόγους, Αναισθησιολόγους και άλλες κρίσιμες ειδικότητες οδηγούν σε υπολειτουργία ολόκληρα τμήματα στα νοσοκομεία της Νάουσας, των Σερρών, του Κιλκίς, των Γιαννιτσών, της Πτολεμαΐδας, των Γρεβενών, της Δράμας και της Ξάνθης.
Δεν χρειαζόμαστε απλώς «αναβάθμιση». Χρειαζόμαστε επαναθεμελίωση του ΕΣΥ σε σύγχρονες, λειτουργικές και δίκαιες βάσεις. Χρειαζόμαστε:
1. Μαζικές και στενευμένες προσλήψεις μόνιμου προσωπικού.
2. Αναδιάρθρωση των οργανισμών των νοσοκομείων, ώστε να καλύπτουν τις πραγματικές τους ανάγκες.
3. Στελέχωση και πλήρη λειτουργία των Κέντρων Υγείας αστικού τύπου, με διευρυμένο ωράριο και δυνατότητα διαχείρισης επειγόντων περιστατικών.
4. Νέο πλαίσιο για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα, με αξιοπιστία, γεωγραφική κάλυψη και συνέχεια στη φροντίδα.
5. Στήριξη του υγειονομικού προσωπικού με αξιοπρεπείς αμοιβές, ανθρώπινα ωράρια και συνθήκες που θα κρατήσουν τους νέους επιστήμονες στη χώρα.
Το ΠΑΣΟΚ δημιούργησε το ΕΣΥ. Δεν το αντιμετωπίζουμε ως παρελθόν, αλλά ως σταθερή δέσμευση για το μέλλον. Πιστεύουμε στην καθολική, δημόσια, δωρεάν και ποιοτική υγεία. Όχι στα λόγια. Στην πράξη. Με σχέδιο, συνέπεια και βούληση.