Σε τροχιά οριστικού σχεδιασμού και υλοποίησης μπαίνει το Διαχρονικό Μουσείο της Ελευσίνας. Όπως αναφέρει ανακοίνωση του ΥΠΠΟ, από το 2019, το υπουργείο Πολιτισμού έχει θέσει ως προτεραιότητα τον μετασχηματισμό του Παλαιού Ελαιουργείου της Ελευσίνας σε ένα υπερσύγχρονο Διαχρονικό Μουσείο, το οποίο θα μπορεί να στεγάσει τον ιδιαίτερα μεγάλο αριθμό των ευρημάτων που έχουν έλθει στο φως, τόσο από τις ανασκαφές του Ιερού της Δήμητρας και της Κόρης – σημερινός αρχαιολογικός χώρος Ελευσίνας- όσο και από τις σωστικές ανασκαφές που διενεργούνται αδιάλειπτα στην πόλη. Πρόκειται για το συγκρότημα των παλαιών βιομηχανικών εγκαταστάσεων «ΒΟΤΡΥΣ-ΕΛΑΙΟΥΡΓΕΙΟ», νότια του οργανωμένου αρχαιολογικού χώρου. Στις ίδιες εγκαταστάσεις λειτουργούσε προηγουμένως το Σαπωνοποιείο Χαριλάου, το πρώτο εργοστάσιο που ιδρύθηκε στην Ελευσίνα το 1875, και λειτούργησε έως το 1960. Το ακίνητο είχε περιέλθει στην κυριότητα της Εθνικής Τράπεζας, από την οποία το υπουργείο Πολιτισμού εξαγόρασε, το 2022, έναντι τιμήματος 5.000.000 ευρώ, με σκοπό την εγκατάσταση του νέου μουσείου.
Η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, δήλωσε: «Με την ολοκλήρωση και τη γνωμοδότηση – μετά τη γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου – της αρχιτεκτονικής μελέτης, ένα οραματικό έργο για την πόλη της Ελευσίνας μπαίνει σε τροχιά οριστικού σχεδιασμού και υλοποίησης». Η Ελευσίνα δικαιούται ένα Διαχρονικό Μουσείο αντάξιο της ιστορίας και του τεράστιου αρχαιολογικού της πλούτου. Η δημιουργία του Διαχρονικού Μουσείου, σε συνδυασμό με τα μεγάλης κλίμακας αρχαιολογικά έργα που εκτελεί το υπουργείο Πολιτισμού, προϋπολογισμού άνω των 8.000.000 ευρώ, στον αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνας, συνθέτουν ένα πολιτιστικό σύνολο που διατρέχει την ιστορία της πόλης, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
Το συγκρότημα του «ΕΛΑΙΟΥΡΓΕΙΟΥ» διατηρείται σχεδόν ακέραιο ως προς την έκταση και τις κτηριακές μονάδες του, σχεδόν στη μορφή που είχε όταν διέκοψε τη λειτουργία του, το 1960. Ο μηχανολογικός εξοπλισμός του απομακρύνθηκε ή καταστράφηκε σε άγνωστο χρόνο. Έχει έκταση 26 στρέμματα. Εντός του συγκροτήματος διασώζονται 23 κτηριακές μονάδες του εργοστασίου με συνολική επιφάνεια δόμησης περίπου 11.700 τ.μ. Άλλες εξ αυτών διατηρούνται σε πλήρη μορφή και άλλες, κυρίως στην κεντρική ζώνη, είναι ερειπωμένες.
Η μελέτη προβλέπει χώρους καθαρού εμβαδού 3.800 τ.μ. και ενσωματώνει τους όρους που είχε θέσει ως προς το κτηριολογικό πρόγραμμα το υπουργείο Πολιτισμού. Δημιουργούνται τέσσερις προσβάσεις εισόδου στο μουσειακό συγκρότημα: Οι δύο από την παραλιακή οδό Κανελλοπούλου, μία από την οδό Πεισιστράτου και μία από την κατεύθυνση του αρχαιολογικού χώρου.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ