Από τους μεγαλύτερους Ρώσους σκηνοθέτες των τελευταίων 40 χρόνων, ο Νικίτα Μιχαλκόφ, μια σίγουρα ιδιαίτερη προσωπικότητα, αμφιλεγόμενος για τις πολιτικές του αντιλήψεις, θα γυρίσει μερικές από τις ωραιότερες ταινίες των τελευταίων δεκαετιών, καταφέρνοντας με έναν μαγικό τρόπο, να μεταφέρει τις κλασικές του καταβολές και τη μεγάλη καλλιτεχνική κινηματογραφική σχολή της χώρας του, με τον πιο απλό και οικείο τρόπο.
Ξεκινώντας την καριέρα του με τον πρόεδρο της τότε Σοβιετικής Ένωσης Νικίτα Χρουστσόφ, συνεχίζει μέχρι και σήμερα στη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν, τον οποίο θαυμάζει ως «γνήσιος εθνικιστής», παραμερίζοντας εν πολλοίς τις καλλιτεχνικές του ανησυχίες και χάνοντας τη σκηνοθετική του δεξιοτεχνία, κάτι που πλέον είναι εμφανές για αυτούς που αγάπησαν το σινεμά του.
Αδελφός του, επίσης, διάσημου σκηνοθέτη και παραγωγού Αντρέι Κοντσαλόφσκι, που πήρε αποστάσεις από το τότε σοβιετικό καθεστώς και δούλεψε στο Χόλιγουντ με αρκετή επιτυχία, ο Μιχάλκοφ, υπηρέτησε με συνέπεια τον σοβιετικό κινηματογράφο, γυρίζοντας μερικές από τις καλύτερες ταινίες του.
Με αφορμή τη συμπλήρωση των 80 χρόνων του – γεννήθηκε στη Μόσχα στις 21 Οκτωβρίου του 1945 – είναι ευκαιρία να γνωρίσουμε το έργο του εμβληματικού σκηνοθέτη, αλλά και τη βαριά του καταγωγή, που φαίνεται να έχει σημαδέψει την ιδιόμορφη προσωπικότητά του.
Ο Νικίτα Μιχαλκόφ κατάγεται από οικογένεια ευγενών, καθώς ο προπάππους του ήταν κυβερνήτης του Γιάροσλαβ, στην εποχή της Ρωσικής Αυτοκρατορίας.
Ο Μιχαλκόφ, με αυτά τα ουκ ολίγα εφόδια, θα σπουδάσει στο παιδικό τμήμα του Θεάτρου Τέχνης της Μόσχας και αργότερα στη σχολή Σούκιν, ενώ στη συνέχεια έμαθε υποκριτική στο φημισμένο στούντιο Στανισλάφσκι και σκηνοθεσία κινηματογράφου στην Κρατική Σχολή Κινηματογράφου της Μόσχας.
Θα γίνει ευρύτερα γνωστός και θα λάβει θερμές κριτικές ακόμη και στις ΗΠΑ, όταν παρουσίασε το 1976, τη δεύτερη ταινία του, «A Slave of Love», μία αισθηματική κομεντί, με θέμα τις περιπέτειες ενός κινηματογραφικού συνεργείου.
Το 1991, θα κερδίσει τον Χρυσό Λέοντα στο φεστιβάλ της Βενετίας με το υπέροχο λυρικό φιλμ «Ούργκα», εστιάζοντας στη σύγκρουση της ερωτικής ορμής με τα κοινωνικά στερεότυπα.
Τρία χρόνια μετά, θα έρθει, κατά πολλούς, η κορυφαία στιγμή του, με την ονειρική του ταινία «Ο Ψεύτης Ήλιος», με την οποία θα κερδίσει το Όσκαρ Ξενόγλωσσης ταινίας.
Ουσιαστικά ο «Ψεύτης Ήλιος», θα σημάνει και το τέλος της μεγάλης του δημιουργικής εποχής, καθώς τα επόμενα χρόνια θα γυρίσει αρκετές ταινίες, άλλες αδιάφορες, άλλες με ενδιαφέρον, αλλά ποτέ στα επίπεδα που έφτασε τις δεκαετίες 70-90.
Η κινηματογραφική ιστορία, όμως, έχει φυλάξει για τον Μιχάλκοφ, μία περίοπτη θέση και είναι άδικο οι αμφιλεγόμενες απόψεις του, να στερήσουν από τους νεότερους να θαυμάσουν μία παραγνωρισμένη κινηματογραφική σχολή.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ