Ο σπουδαίος κινηματογραφιστής Βιμ Βέντερς στη Στέγη: «Η βαθύτερη πατρίδα είναι η γλώσσα», είπε απαγγέλλοντας Καβάφη

Ο σπουδαίος κινηματογραφιστής Βιμ Βέντερς στη Στέγη: «Η βαθύτερη πατρίδα είναι η γλώσσα», είπε απαγγέλλοντας Καβάφη

   Κρατώντας στα χέρια του ένα βιβλίο με ποιήματα του Κωνσταντίνου Καβάφη, το οποίο δεν αποχωρίστηκε ούτε στιγμή, ο Βιμ Βέντερς, ο πιο εμβληματικός Ευρωπαίος σκηνοθέτης της γενιάς του, βρέθηκε χθες στην Αθήνα, στο πλαίσιο αφιερώματος στο έργο του που διοργανώνει η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, και μίλησε για την πορεία του, αποκαλύπτοντας ότι «τις ταινίες τις κάνω από περιέργεια», τις μεγάλες συναντήσεις που τον καθόρισαν, αλλά και τις προκλήσεις που θέτει η ψηφιακή εποχή στον κινηματογράφο. Η βραδιά κορυφώθηκε όταν ο Βέντερς απήγγειλε ποίηση του σπουδαίου Αλεξανδρινού ποιητή.

   «Μου αρέσει πολύ που μπήκα στον κόσμο του Καβάφη σήμερα. Τα ποιήματά του πραγματικά με συνεπήραν», επεσήμανε ο Βιμ Βέντερς κατά τη συζήτησή του με την καλλιτεχνική διευθύντρια του Ιδρύματος Ωνάση, Αφροδίτη Παναγιωτάκου, στην κεντρική σκηνή της Στέγης. Αμέσως μετά, πρότεινε να διαβάσει στα αγγλικά ένα από τα ποιήματα του Καβάφη, την «Πόλι», «που το ξέρω ήδη σχεδόν απέξω», από την ανθολογία ποιημάτων του Αλεξανδρινού ποιητή σε μετάφραση του Ντέιβιντ Κόνολι που του είχε δωρίσει η Αφροδίτη Παναγιωτάκου.

   Ολοκληρώνοντας την απαγγελία, άφησε ένα αυθόρμητο επιφώνημα θαυμασμού: «Wow» και απέσπασε -όπως πολλές φορές κατά τη διάρκεια της βραδιάς- παρατεταμένο χειροκρότημα από το κοινό. «Είναι ωραίο να ζεις μέσα στη γλώσσα σου», συνέχισε. «Και πραγματικά την πόλη σου την παίρνεις μαζί σου. Μεταφορικά, όπου και αν πας, την πόλη σου κουβαλάς».

   Εξάλλου, λίγα λεπτά νωρίτερα, κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ο Βιμ Βέντερς αποκάλυψε ότι έπειτα από πολλά χρόνια διαμονής στις ΗΠΑ, αποφάσισε να επιστρέψει στη Γερμανία «γιατί συνειδητοποίησα ότι ονειρευόμουν στα αγγλικά και δεν ήθελα να μου συμβεί αυτό. Άρα ο πραγματικός λόγος για τον οποίο επέστρεψα, ήταν ότι ήθελα να ξαναζήσω στη γλώσσα μου, αν και οι εφιάλτες μου εξακολουθούν να είναι στα αγγλικά τελευταία. Η βαθύτερη πατρίδα που μπορεί να έχει κανείς είναι η γλώσσα».

   Με το χιούμορ να ξεχειλίζει στις διηγήσεις του, ο Βιμ Βέντερς περιέγραψε την πορεία του στον χώρο του κινηματογράφου και τις σημαντικές συναντήσεις που είχε μέσα από τις ταινίες του, από την Πίνα Μπάους και τη Ζαν Μορό μέχρι τον Πάπα Φραγκίσκο. Στη συνέχεια, αφηγήθηκε ότι «μου αρέσει να φτιάχνω ταινίες από εμπειρίες, βιώματα, προσωπικές γνώσεις και μερικές φορές να βάζω και κάποιο πολύ προσωπικό στοιχείο, όπως τους γονείς μου». Επίσης, συμπλήρωσε ότι «μου αρέσουν οι ταινίες που έκανα στη ζωή μου που δεν ήξερα πού θα με πάνε. Ήμουν πραγματικός αφηγητής, τη ζούσα την ιστορία μαζί με τους ηθοποιούς και αυτό ήταν πραγματική αφήγηση».

   Στις ταινίες του Βιμ Βέντερς, οι τόποι διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο, καθώς ακολουθεί τα ταξίδια των περιπλανώμενων που αναζητούν τον εαυτό τους. Ο Γερμανός κινηματογραφιστής εξήγησε ότι «οι ταινίες μου ξεκινάνε από ένα μέρος που μου αρέσει και μετά λέω μια ιστορία. Θέλω ο κόσμος να βλέπει το μέρος και να συμμετέχει στην ιστορία».

    «Οι ταινίες είναι σαν τα μικρά παιδιά»

   Ποια ταινία σου θα συνιστούσες σε έναν νέο άνθρωπο, τον ρώτησε η Αφροδίτη Παναγιωτάκου. «Το Μέχρι το τέλος του κόσμου. Θα ήταν καλό κάποια στιγμή, αφού θα φύγω, οι άνθρωποι να συνεχίσουν να τη βλέπουν», απάντησε ο Βέντερς χωρίς δεύτερη σκέψη. Όπως περιέγραψε, «οι μεγαλύτερες απολαύσεις μου δεν οφείλονταν στις επιτυχίες· οι οικονομικές επιτυχίες δεν είναι αυτές που μου αρέσουν περισσότερο. Για παράδειγμα, το Μέχρι το τέλος του κόσμου ήταν αποτυχία, καταστροφή. Αλλά είχε μια μοίρα μισή, κόπηκε, ακρωτηριάστηκε και 25 χρόνια αργότερα έδειξα στους ανθρώπους αυτό που ήθελα να δείξω και μου άρεσε πολύ, εξακολουθεί να μου αρέσει».

   Πρόσθεσε χαρακτηριστικά ότι «καμιά φορά οι ταινίες είναι σαν τα μικρά παιδιά, δεν τις αγαπάς επειδή έχουν επιτύχει. Απλώς κολλάνε πάνω σου, μπορεί να είναι και άσχημες, να μην έχουν ωραία φωνή, αλλά αυτά τα συμπαθείς περισσότερο». Μεταξύ των 13 ταινιών που προβάλλονται μέχρι αύριο στο κινηματογραφικό αφιέρωμα στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, περιλαμβάνεται και το πεντάωρο director’s cut του «Μέχρι το τέλος του κόσμου» σε ειδική προβολή για πρώτη φορά στη χώρα μας (σήμερα, στις 8 μμ).

   Ο Βιμ Βέντερς κινηματογραφεί τον κόσμο σαν να τον βλέπει για πρώτη φορά. Από το «Παρίσι, Τέξας», που προβλήθηκε χθες αμέσως μετά τη συζήτηση και το οποίο προλόγισε ο ίδιος, έως την πολυβραβευμένη ταινία «Τα φτερά του έρωτα», ο κόσμος του σπουδαίου Γερμανού κινηματογραφιστή δεν τρέχει με ρυθμούς καθημερινότητας, αλλά δίνει χώρο για να περιπλανηθείς. Ο ίδιος περιέγραψε χθες γλαφυρά πώς σε ένα εξάμηνο διδασκαλίας του σε φοιτητές κινηματογράφου, «των οποίων οι ταινίες είχαν γρήγορους ρυθμούς», αποφάσισε να τους δείξει όλες τις ταινίες του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, «σκεπτόμενος ότι δεν θα μπορούσαν να αντέξουν». Τελικά, «συνέβη ακριβώς το αντίθετο, άρχισαν να σκέφτονται ότι η βραδύτητα ήταν πολύ πιο κουλ και άρχισαν να φτιάχνουν ταινίες με μονοπλάνο ανακαλύπτοντας τη βραδύτητα ως αρετή. Όλοι έγιναν μελλοντικοί Αγγελόπουλοι».

   Κινηματογράφος και ψηφιακή εποχή

   Ο Βιμ Βέντερς αναφέρθηκε, εξάλλου, στις προκλήσεις που δημιουργεί η ψηφιακή εποχή στον χώρο του κινηματογράφου. «Πίστευα στο παρελθόν ότι δεν υπήρχε διαφορά μεταξύ αλήθειας και πραγματικότητας και ότι η πραγματικότητα ήταν εξ ορισμού η αλήθεια. Όμως, σήμερα στην ψηφιακή εποχή τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα, διότι το πραγματικό και το αληθές δεν μπορούν να καθοριστούν πλέον, κανείς δεν ξέρει τι είναι αληθινό και πραγματικό γιατί αν δεν είναι κανείς εκεί και απλώς ακούσει κάτι, είναι είδηση από δεύτερο χέρι, άρα έχει μεγάλο περιθώριο σφάλματος. Αυτή είναι η φύση της ψηφιακής εποχής. Μας απομάκρυνε από αυτή την πολύ απλή αλήθεια ότι κάτι μπορούσε να είναι πραγματικό σε μία ταινία γιατί το είχαμε κινηματογραφήσει».

   Τέλος, σχετικά με τις ψηφιακές πλατφόρμες streaming, σχολίασε ότι «σήμερα υπάρχει μεγάλη καταστροφή σε όλες τις κινηματογραφικές αίθουσες παντού. Είναι πολύ καλύτερο να πηγαίνεις στις αίθουσες να βλέπεις μια ταινία μαζί με άλλους, αλλά οι νέοι προτιμούν το σπίτι, το κινητό. Όμως, πιστεύω ότι αν έκλειναν όλες οι αίθουσες του κόσμου, κάποιοι θα συναντιόταν σε διάφορα δωμάτια, θα ήθελαν να δουν τις ταινίες μαζί και θα έλεγαν ότι αυτό είναι κινηματογράφος. Θα έπρεπε να δημιουργηθεί από την αρχή».

   Το αναλυτικό πρόγραμμα του αφιερώματος στο έργο του Βιμ Βέντερς βρίσκεται στην ιστοσελίδα https://www.onassis.org/el/whats-on/wim-wenders

   Μαρία Κουζινοπούλου

   * Τη φωτογραφία από τη χθεσινή συζήτηση, παραχώρησε η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για χρήση

Loading

Play