Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, από τις Βρυξέλλες, έκανε λόγο για «σημαντικά βήματα» προς την κατεύθυνση της υλοποίησης μιας κοινής ευρωπαϊκής αμυντικής πολιτικής.
Στις δηλώσεις του μετά το πέρας της Συνόδου, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στην πρόταση για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού ταμείου αμυντικής χρηματοδότησης, επισημαίνοντας ότι η ιδέα αυτή δεν «έχει ωριμάσει» ακόμη εντός της ΕΕ, ωστόσο οι συζητήσεις γύρω από το θέμα θα συνεχιστούν.
«Μακάρι η Τουρκία να άλλαζε άποψη για το casus belli», ανέφερε ο Κ. Μητσοτάκης, προσθέτοντας πως προς το παρόν «δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την ένταξή της στο πρόγραμμα SAFE».
Παράλληλα, γνωστοποίησε ότι επίκεινται νέες παρεμβάσεις και ανακοινώσεις για την αντιμετώπιση του στεγαστικού ζητήματος, το οποίο επίσης βρέθηκε στο επίκεντρο των συζητήσεων στις Βρυξέλλες.
Οι δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη
Για την ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Άμυνας:
Ήδη έχουμε κάνει σημαντικά βήματα ως προς την υλοποίηση μιας κοινής ευρωπαϊκής αμυντικής πολιτικής. Αναφέρομαι στη θεσμοθέτηση της εθνικής ρήτρας διαφυγής, την οποία έχει ήδη αξιοποιήσει η χώρα μας, αλλά και στο πρόγραμμα SAFE, το οποίο είναι ένα δανειοδοτικό χρηματοδοτικό εργαλείο που ενθαρρύνει τις ευρωπαϊκές χώρες να προχωρήσουν σε συμπράξεις και σε κοινές παραγγελίες.
Από εκεί και πέρα, θεωρώ πολύ θετικό ότι στον οδικό χάρτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εντοπίζονται ως εμβληματικά έργα προτάσεις οι οποίες αποτελούσαν ανέκαθεν την ελληνική προτεραιότητα. Αναφέρομαι ενδεικτικά στην αντιπυραυλική ασπίδα -θυμίζω ότι πρώτος, μαζί με τον Πολωνό πρωθυπουργό, είχα παρουσιάσει αυτή την πρόταση πριν από σχεδόν δύο χρόνια-, αλλά και την προστασία όλων των συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης από επιθέσεις από drones.
Είναι, επίσης, πολύ σημαντικό ότι υπάρχει μια αναγνώριση ότι οποιοδήποτε αμυντικό σχέδιο της Ευρώπης πρέπει να καλύπτει όλα τα ευρωπαϊκά σύνορα, κι όχι μόνο τα ανατολικά.
Από εκεί και πέρα, τα χρηματοδοτικά εργαλεία -πέραν των εθνικών δυνατοτήτων- για τη χρηματοδότηση τέτοιων έργων ακόμα δεν έχουν εξειδικευτεί. Δεν είμαστε ακόμα στο σημείο να μπορούμε να μιλάμε ή να έχει ωριμάσει η ιδέα για ένα ευρωπαϊκό αμυντικό ταμείο κοινής χρηματοδότησης, για έργα ευρωπαϊκής κοινής ωφέλειας.
Εγώ πάντως θα επιμένω να παρουσιάζω αυτή την πρόταση, να τη συζητάμε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και πιστεύω ότι θα έρθει η ώρα της. Θα ωριμάσει και αυτή η πρόταση, διότι απαντά σε μία πραγματική κοινή ευρωπαϊκή ανάγκη.
Για τη συμμετοχή της Τουρκίας στο SAFE:
Για το ζήτημα του SAFE έχουμε τοποθετηθεί πολλές φορές. Το σχετικό άρθρο του κανονισμού προϋποθέτει τη συμφωνία μιας τρίτης χώρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση προκειμένου να μπορέσει η χώρα αυτή να ενταχθεί επί της αρχής στο πρόγραμμα SAFE. Η Ελλάδα έχει ξεκαθαρίσει ότι αυτή τη στιγμή δεν πληρούνται οι απαραίτητες προϋποθέσεις για να συμμετέχει η Τουρκία στο SAFE.
Δεν χρειάζεται να επαναλάβω την πάγια θέση μας, ότι όσο η Τουρκία έχει εκκρεμές casus belli απέναντι στην Ελλάδα, όσο αμφισβητείται η κυριαρχία ελληνικών νησιών στο Αιγαίο, προφανώς και δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε μια τέτοια συμμετοχή.
Μακάρι η Τουρκία να άλλαζε άποψη για τα ζητήματα αυτά, για να μπορέσουμε να μπούμε και σε μια ουσιαστική συζήτηση για το θέμα αυτό. Δεν προβλέπω να γίνει αυτό στο άμεσο μέλλον, οπότε δεν τίθεται κάποιο θέμα σχετικά με τη συμμετοχή της Τουρκίας στο πρόγραμμα SAFE.
Για τους δεσμευμένους πόρους της Ρωσίας:
Για το ζήτημα αυτό δεν πάρθηκε καμιά οριστική απόφαση. Παραπέμψαμε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να μπορέσει να έρθει με μία πρόταση, η οποία, όμως, θα είναι πολύ καλά νομικά τεκμηριωμένη.
Για να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε αυτούς τους δεσμευμένους πόρους θα πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι δεν δημιουργούμε κάποιο ανυπέρβλητο νομικό προηγούμενο και δεν επιβαρυνόμαστε επίσης με κάποιου είδους συστημικά ρίσκα, τα οποία ενδεχομένως να τα βρούμε μπροστά μας ως Ευρώπη στο μέλλον.
Αναμένουμε, λοιπόν, να επανέλθουμε σε αυτή τη συζήτηση τον Δεκέμβριο. Το σίγουρο είναι ότι τώρα, σε αυτό το Συμβούλιο, δεν υπήρχε ωριμότητα να προχωρήσουμε σε μια τέτοια απόφαση.
Για το στεγαστικό:
Κατ’ αρχάς, η ελληνική κυβέρνηση έχει ξεδιπλώσει, πιστεύω, ένα εμπεριστατωμένο σχέδιο για την αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος, το οποίο αντιμετωπίζει το οξύ πρόβλημα και από την πλευρά της ζήτησης και από την πλευρά της προσφοράς.
Πράγματι, το μέτρο το οποίο θα υλοποιηθεί στα τέλη Νοεμβρίου, η επιστροφή δηλαδή ενός πλήρους ενοικίου σε όλους τους ενοικιαστές μέχρι του ύψους των 800 ευρώ, είναι μια πολύ σημαντική πρωτοβουλία τόνωσης του εισοδήματος όσων σήμερα βρίσκονται στο νοίκι. Αλλά δεν είναι το μόνο μέτρο, προφανώς, το οποίο υλοποιεί η ελληνική κυβέρνηση.
Εγώ χαίρομαι γιατί αυτή η συζήτηση έγινε για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ήταν μια ευκαιρία να μπορέσουμε να συζητήσουμε και να συγκρίνουμε και τις εμπειρίες μας με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Μάλιστα, ζήτησα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να μπορέσει να δημιουργήσει μια βάση δεδομένων για να μπορέσουμε να εξετάσουμε, να παρουσιάσουμε, να συζητήσουμε με άλλες χώρες ποιες πολιτικές ήταν αποτελεσματικές, ποιες δεν είναι.
Έχουμε κοινά προβλήματα, ας πούμε, με άλλες χώρες του Νότου: πώς αντιμετωπίζουμε τα ζητήματα της βραχυχρόνιας μίσθωσης; Τι περιορισμούς πρέπει να βάλουμε στα ζητήματα αυτά;
Προφανώς αυτά είναι ζητήματα πρωτίστως εθνικής πολιτικής. Η Ευρώπη πιστεύω ότι έχει έναν ρόλο όμως να παίξει, δίνοντάς μας σε πρώτη φάση μεγαλύτερη ευελιξία στη χρήση, ενδεχομένως, ευρωπαϊκών προγραμμάτων, παραδείγματος χάρη για επισκευές σπιτιών, χωρίς να είμαστε αυστηρά περιορισμένοι αυτές οι επισκευές να αφορούν μόνο ενεργειακή αναβάθμιση.
Να αναμένετε εξαγγελίες από την ελληνική κυβέρνηση σε αυτή την κατεύθυνση σχετικά σύντομα, καθώς πιστεύω ότι μπορεί να βρεθούμε στην πρώτη γραμμή τέτοιων πρωτοβουλιών, έχοντας βέβαια τη σύμφωνη γνώμη της Ευρώπης.
Από εκεί και πέρα, εν όψει του επόμενου πολυετούς προγράμματος -αναφέρομαι τώρα στην τρέχουσα περίοδο, στο τρέχον ΕΣΠΑ-, αλλά ενόψει του επομένου προϋπολογισμού, το να εξερευνήσουμε και ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά εργαλεία για την αντιμετώπιση του προβλήματος της στέγασης πιστεύω ότι θα είναι μία από τις προτεραιότητες που θα συζητήσουμε, όταν θα έρθει η ώρα να κάνουμε τη συζήτηση για τον νέο ευρωπαϊκό προϋπολογισμό.
Για την πράσινη μετάβαση και την ανταγωνιστικότητα:
Θέλουμε να είμαστε φιλόδοξοι ως προς την ενεργειακή μετάβαση, αλλά πρέπει να είμαστε ρεαλιστές, να μην υπονομεύσουμε την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας και σίγουρα να μην προκαλέσουμε κοινωνικές αναταράξεις επιβάλλοντας ένα δυσβάσταχτο κόστος στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις μας.
Αυτό είναι ακριβώς το μείγμα το οποίο προσπαθούμε να βρούμε και νομίζω ότι υπάρχει μια γενικότερη κατανόηση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ότι πρέπει να είμαστε ευέλικτοι. Πρέπει να επιδείξουμε ρεαλισμό και δεν πρέπει να προτάξουμε τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας πέρα και πάνω, με έναν τρόπο θα έλεγα απόλυτο, από τους άλλους στόχους -την ανταγωνιστικότητα, την κοινωνική συνοχή-, οι οποίοι πρέπει και αυτοί να υπηρετούνται μέσα από τις πολιτικές μας.
Υπάρχουν σήμερα δοκιμασμένες τεχνολογίες, οι οποίες μπορούν να προωθηθούν πολύ γρήγορα και οι οποίες έχουν θετικό οικονομικό αντίκτυπο και μπορούν να μας βοηθήσουν να μειώσουμε το κόστος της ενέργειας. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, για παράδειγμα, σήμερα μας βοηθούν ως Ελλάδα να μειώσουμε το κόστος ενέργειας στην πατρίδα μας. Το ίδιο ισχύει και για τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Υπάρχουν όμως, ακόμα και σήμερα, άλλοι τομείς της οικονομικής δραστηριότητας, όπως παραδείγματος χάρη η ναυτιλία ή οι αερομεταφορές, όπου δεν υπάρχει προφανής λύση για το πώς αυτοί οι τομείς μπορούν να «πρασινίσουν».
Άρα, δεν έχει μεγάλο νόημα αυτή τη στιγμή να επιβάλουμε ένα μεγάλο πρόσθετο κόστος σε αυτούς τους τομείς, με την καλή ελπίδα ότι κάποια στιγμή θα βρεθεί μία τεχνολογική λύση που θα οδηγήσει στη μείωση των εκπομπών και από αυτούς τους τομείς.
Νομίζω ότι αποτυπώνονται με σαφήνεια οι ελληνικές προτεραιότητες στα συμπεράσματα, έτσι όπως τα συμφωνήσαμε μετά από μία μακρά συζήτηση. Προσωπικά, είμαι ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα το οποίο πετύχαμε.
Για το φόρουμ των κρατών της Ανατολικής Μεσογείου:
Πολύ σύντομα το υπουργείο Εξωτερικών θα είναι σε θέση να παρουσιάσει έναν πιο σαφή οδικό χάρτη γι’ αυτή τη σκέψη, την οποία παρουσίασα.
Δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει, ως Ελλάδα, μια τέτοια πρωτοβουλία, διότι η Ελλάδα έχει συμμετάσχει στο παρελθόν και έχει δρομολογήσει αρκετά πολυμερή σχήματα στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Στο ερώτημα το οποίο θέσατε, προφανώς θα ήμασταν πολύ ανοιχτοί, αν υπάρχουν κι άλλες χώρες της Ανατολικής Μεσογείου -θέλω να το προσδιορίσω γεωγραφικά- που θα ήθελαν να συμμετάσχουν, να εξετάσουμε κάτι τέτοιο.
Όμως, υπάρχει μία, θα έλεγα, απαράβατη προϋπόθεση για να μπορέσει αυτή η πρωτοβουλία να τελεσφορήσει και να καταλήξει τελικά, γιατί αυτή θα ήταν η κατάληξη, θα χρειαστεί πολλή δουλειά προετοιμασίας για να φτάσουμε σε μία Σύνοδο επιπέδου αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων.
Ο ένας απαράβατος όρος είναι ο αδιαπραγμάτευτος σεβασμός στο Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας, διότι πρέπει να υπάρχει ένα βασικό πλαίσιο συζητήσεων, τουλάχιστον για ζητήματα τα οποία αφορούν το Διεθνές Δίκαιο.
Από εκεί και πέρα, όμως, υπάρχουν και άλλα θέματα, τα οποία μπορούν να συζητηθούν, θα έλεγα πιο ήπιας πολιτικής, λιγότερο ακανθώδη, όπως για παράδειγμα η κλιματική κρίση, η πολιτική προστασία.
Αλλά θα πρέπει να μπει ένα σαφές πλαίσιο τι ακριβώς σκεπτόμαστε να κάνουμε με μία τέτοια πρωτοβουλία και ποιοι, θα έλεγα, θα πρέπει να είναι, να μην πω οι όροι, αλλά οι κανόνες που θα διέπουν αυτή τη συνεργασία την οποία οραματιζόμαστε.
![]()
