Για δεκαετίες, η αμυντική βιομηχανία και τα ναυπηγεία αποτελούσαν δύο πληγές στη βιομηχανική ιστορία της χώρας – το σύμβολο μιας εποχής κακοδιαχείρισης, χαμένων ευκαιριών και ανεκμετάλλευτης τεχνογνωσίας. Σήμερα, όμως, οι ίδιοι αυτοί τομείς επιστρέφουν στο επίκεντρο της αναπτυξιακής στρατηγικής της Ελλάδας, ως οι δύο βασικοί πυλώνες του νέου αφηγήματος για μια παραγωγική και τεχνολογικά ισχυρή βιομηχανία.
Από την ακμή στην παρακμή
Η απαξίωση των ναυπηγείων και της αμυντικής βιομηχανίας δεν συνέβη τυχαία. Από τη δεκαετία του 1980 και μετά, οι κρατικές παρεμβάσεις, η αναποτελεσματική διοίκηση και η απουσία στρατηγικού σχεδιασμού άφησαν πίσω τους ένα βαρύ αποτύπωμα. Η συνδυασμένη παρακμή των δύο κλάδων στέρησε από τη χώρα όχι μόνο θέσεις εργασίας, αλλά και μια κρίσιμη στρατηγική ικανότητα: να παράγει, να συντηρεί και να εξάγει τεχνολογικό προϊόν υψηλής αξίας.
Η Ελλάδα, αν και ναυτιλιακή υπερδύναμη, έφτασε να μην μπορεί να επισκευάσει ούτε τα δικά της πλοία. Αντίστοιχα, η αμυντική βιομηχανία (ΕΑΒ, ΕΑΣ, ΠΥΡΚΑΛ) συρρικνώθηκε δραματικά. Η δημοσιονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας έκοψε τη ροή εξοπλιστικών προγραμμάτων, στερώντας έσοδα και προοπτικές.
Μέσα από ένα μείγμα κρατικών πρωτοβουλιών, ευρωπαϊκών προγραμμάτων και ιδιωτικών επενδύσεων, η Ελλάδα επιχειρεί σήμερα να ξαναγράψει την ιστορία της. Οι δύο τομείς που για χρόνια θεωρούνταν «χαμένες υποθέσεις» μετατρέπονται σε μοχλούς ανάπτυξης και τεχνολογικής αναβάθμισης.
Επανεκκίνηση στην αμυντική βιομηχανία
Η κυβέρνηση δρομολογεί πρόγραμμα ύψους 150 εκατ. ευρώ για τη χρηματοδότηση επιχειρήσεων του κλάδου, μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου ‘Αμυνας (EDF) και του Ταμείου Ανάκαμψης. Η στόχευση είναι τριπλή: ενίσχυση της παραγωγικής βάσης, αύξηση της συμμετοχής σε ευρωπαϊκά προγράμματα και ενδυνάμωση της εξαγωγικής δραστηριότητας.
Ήδη, ελληνικές εταιρείες συμμετέχουν σε 15 ευρωπαϊκά ερευνητικά έργα, ενώ προχωρούν συζητήσεις για μεταφορά τεχνολογίας και συμπαραγωγές με αμερικανικούς και σκανδιναβικούς ομίλους. Η Ελλάδα επιδιώκει να μεταβεί από ρόλο αγοραστή οπλικών συστημάτων σε παραγωγό και εξαγωγέα τεχνογνωσίας, ενισχύοντας τη θέση της στις ευρωπαϊκές αλυσίδες αξίας.
Το όραμα είναι σαφές: μια σύγχρονη και αυτάρκης βιομηχανική βάση, ικανή να καλύπτει τις εγχώριες ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων και να λειτουργεί ταυτόχρονα ως εξαγωγικός κόμβος για την ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Η επιστροφή των ναυπηγείων
Τα ελληνικά ναυπηγεία γνωρίζουν μια εντυπωσιακή αναγέννηση μετά από δεκαετίες αδράνειας. Οι ιδιωτικοποιήσεις των Ναυπηγείων Ελευσίνας και Σκαραμαγκά, σε συνδυασμό με την επιτυχημένη επαναλειτουργία της Σύρου, διαμορφώνουν ένα νέο τοπίο. Στον Σκαραμαγκά σχεδιάζονται επενδύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ για εκσυγχρονισμό υποδομών και επανεκκίνηση στρατιωτικών και εμπορικών έργων, ενώ η κατασκευή του Τριπλού Οδικού Κόμβου θα ενισχύσει τη λειτουργική σύνδεση της περιοχής με το εθνικό δίκτυο.
Στην Ελευσίνα, οι νέοι επενδυτές υλοποιούν αναπτυξιακό σχέδιο που θα μετατρέψει το ναυπηγείο σε πρότυπο κέντρο συντήρησης και ναυπηγήσεων, ικανό να καλύπτει συμβόλαια του Πολεμικού Ναυτικού αλλά και διεθνείς εμπορικές ανάγκες. Το έργο αναμένεται να δημιουργήσει εκατοντάδες νέες θέσεις εργασίας και να λειτουργήσει ως μοχλός για την τοπική οικονομία.
Το παράδειγμα της Σύρου αποδεικνύει ότι η συνύπαρξη ιδιωτικής πρωτοβουλίας, τεχνογνωσίας και κρατικής υποστήριξης μπορεί να οδηγήσει σε βιώσιμα και κερδοφόρα ναυπηγεία.
Παράλληλα, τα Ναυπηγεία Σαλαμίνας διατηρούν σταθερή δραστηριότητα σε επισκευές και συντηρήσεις, λειτουργώντας ως αξιόπιστος κρίκος της ναυπηγοεπισκευαστικής αλυσίδας του Πειραιά. Με εξειδικευμένο προσωπικό και συνεχή αναβάθμιση υποδομών, στηρίζουν έμπρακτα την επανεκκίνηση του κλάδου, προσφέροντας παραγωγική συνέχεια και τεχνογνωσία.
Το νέο βιομηχανικό αφήγημα
Η ταυτόχρονη ενίσχυση των δύο αυτών τομέων δεν είναι τυχαία. Πρόκειται για στρατηγική επιλογή, καθώς η άμυνα και η ναυπηγική συνδέονται οργανικά – από την κατασκευή και συντήρηση πολεμικών πλοίων έως την ανάπτυξη προηγμένων συστημάτων και υλικών. Η κυβέρνηση επιχειρεί να επαναπροσδιορίσει το παραγωγικό προφίλ της χώρας, εστιάζοντας σε κλάδους με τεχνολογικό βάθος και εξαγωγικό δυναμισμό. Ο στόχος, σύμφωνα με οικονομικούς αναλυτές, είναι να αυξηθεί η συμβολή της βιομηχανίας στο ΑΕΠ από περίπου 7% σήμερα στο 10% μέσα στην επόμενη πενταετία, μέσω επενδύσεων, φορολογικών κινήτρων και σταθερού χρηματοδοτικού περιβάλλοντος.
Από την κρίση στην αυτοπεποίθηση
Η αμυντική βιομηχανία και τα ναυπηγεία δεν είναι πλέον το απομεινάρι ενός παρελθόντος που πονά, αλλά το σύμβολο μιας βιομηχανικής αναγέννησης. Αν οι σημερινές πρωτοβουλίες συνοδευτούν από συνέπεια, διαφάνεια και τεχνολογική στρατηγική, η Ελλάδα μπορεί να ξαναβρεί τη θέση της ως παραγωγός χώρα υψηλής τεχνολογίας και όχι απλώς ως αγορά κατανάλωσης.
Για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, το αφήγημα της βιομηχανίας αποκτά ξανά περιεχόμενο. Κι αν παλαιότερα η φράση «ναυπηγεία και αμυντική βιομηχανία» θύμιζε προβλήματα, σήμερα μπορεί να αποτελεί τον τίτλο μιας νέας εποχής – της εποχής της ελληνικής παραγωγικής αυτοπεποίθησης.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
![]()
