Μπορούν οι αμυντικές δαπάνες να συμβάλουν στην ανάπτυξη;

Μπορούν οι αμυντικές δαπάνες να συμβάλουν στην ανάπτυξη;

Η αύξηση των αμυντικών δαπανών στην Ελλάδα εγείρει ερωτήματα σχετικά με την οικονομική τους αποτελεσματικότητα. Οι εντεινόμενες γεωπολιτικές εντάσεις, η προεδρία Τραμπ και η συνέχιση της πολεμικής κατάστασης στην Ουκρανία έχουν επαναφέρει τη συζήτηση για την αναγκαιότητα αύξησης των αμυντικών δαπανών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στα κράτη μέλη. Το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού για το 2026 αναδεικνύει τις προθέσεις της Ελλάδας σχετικά με τις αμυντικές δαπάνες, προβλέποντας φυσικές παραλαβές οπλικών συστημάτων αξίας 1,7 δισ. ευρώ το 2025 και 2,3 δισ. ευρώ το 2026.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, οι συνολικές αγορές πάγιου εξοπλισμού ανέρχονται σε 1,88 δισ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 0,3% του ΑΕΠ της χώρας, ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ε.Ε. Η Αθήνα αξιοποιεί την εθνική ρήτρα διαφυγής, επιτρέποντας στην Κομισιόν να μην υπολογίζει τις αυξημένες αμυντικές δαπάνες στα δημοσιονομικά ελλείμματα.

Η πολιτική της κυβέρνησης επικεντρώνεται στην αύξηση των δαπανών για την άμυνα, στοχεύοντας στην ανανέωση των ένοπλων δυνάμεων μέσω ενός πολυετούς προγράμματος εκσυγχρονισμού ύψους 25 δισ. ευρώ. Το ερώτημα που εγείρεται είναι αν η επιθυμία αυτή μπορεί να υλοποιηθεί ως μοχλός βιομηχανικής αναδιάρθρωσης, προάγοντας την τεχνολογική και παραγωγική ενδυνάμωση της αμυντικής βιομηχανίας της χώρας.

Η εγχώρια αμυντική βιομηχανία, με τζίρο περίπου 1,5 δισ. ευρώ και 400 εταιρείες, δραστηριοποιείται κυρίως σε τομείς συντήρησης και υποστηρικτικών υπηρεσιών. Η πρόκληση είναι να ενταχθούν ουσιαστικά οι εταιρείες στο νέο πρόγραμμα, επιτυγχάνοντας συνεργασίες με διεθνείς ομίλους. Η συμμετοχή τους είναι κρίσιμη, καθώς η τεχνολογική ανάπτυξη και η καινοτομία συνδέονται άμεσα με την εγχώρια παραγωγή.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του προϋπολογισμού, η άμυνα θα απορροφήσει ένα σημαντικό ποσοστό των δημόσιων δαπανών, με ετήσια δαπάνη κοντά στα 2 δισ. ευρώ. Η κυβέρνηση θεωρεί ότι η επένδυση αυτή θα έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη για την οικονομία, αν και η εμπειρία έχει δείξει ότι η απουσία ουσιαστικής εγχώριας παραγωγής μπορεί να περιορίσει τα οφέλη. Το ζήτημα είναι εάν υπάρχει κυβερνητικό σχέδιο ώστε το πρόγραμμα να αποφέρει αντίκρισμα στα οικονομικά του βάρη.

Η δημοσιονομική πίεση και η γραφειοκρατία αποτελούν σημαντικούς κινδύνους για την επιτυχία του σχεδίου. Το πραγματικό στοίχημα είναι η μετατροπή της στρατιωτικής δαπάνης σε παραγωγική επένδυση, με στόχο τη δημιουργία θέσεων εργασίας και τεχνολογικής αναβάθμισης. Η επόμενη δεκαετία θα καθορίσει αν τα 25 δισ. ευρώ θα αποδειχθούν χρήσιμα ή απλώς μια λογιστική εγγραφή, αναδεικνύοντας την αναγκαιότητα σύνδεσης της άμυνας με την παραγωγική βάση και την καινοτομία.

Πηγή περιεχομένου: in.gr

Loading

Play