Η Ελλάδα κατέχει την πρωτοκαθεδρία στη φτώχεια εντός της ΕΕ, με ποσοστά που προκαλούν ανησυχία. Η πρόσφατη έκθεση της Eurostat αποκαλύπτει ότι η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό ατόμων που δηλώνουν ότι δεν μπορούν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες και βιώνουν υποκειμενική φτώχεια, με ποσοστό 66,8% σε σύγκριση με 37,4% στη Βουλγαρία και 28,7% στη Σλοβακία. Αυτό το ποσοστό είναι σχεδόν διπλάσιο από αυτό της δεύτερης χώρας στην κατάταξη και παραμένει σταθερά υψηλό, καθώς η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα που διατηρεί ποσοστά πάνω από 66% τα τελευταία δέκα χρόνια.
Η υποκειμενική φτώχεια αναφέρεται στην αίσθηση των νοικοκυριών ότι δεν μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες τους, σε αντίθεση με την αντικειμενική φτώχεια που προσδιορίζεται από συγκεκριμένα οικονομικά κριτήρια. Αντίθετα, άλλες χώρες των Βαλκανίων, όπως η Σερβία και η Ρουμανία, καταγράφουν σημαντική βελτίωση στα ποσοστά υποκειμενικής φτώχειας, με τη Σερβία να μειώνει το ποσοστό της από 42,6% το 2020 στο 34% το 2024.
Στο σύνολο της ΕΕ, το ποσοστό των υποκειμενικά φτωχών μειώθηκε από 19,1% το 2023 σε 17,4% το 2024, με όλες τις ηλικιακές ομάδες να καταγράφουν πτώση. Η μεγαλύτερη πτώση παρατηρήθηκε στην ηλικιακή ομάδα 18-64 ετών, με μείωση 1,8 ποσοστιαίων μονάδων.
Η υποκειμενική φτώχεια είναι μια νέα κατηγορία που συμπληρώνει παραδοσιακούς δείκτες φτώχειας, όπως ο κίνδυνος φτώχειας και η σοβαρή υλική στέρηση. Στο πλαίσιο αυτό, η Eurostat καταγράφει τις αντιλήψεις των πολιτών σχετικά με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους. Οι απαντήσεις χωρίζονται σε κατηγορίες που κυμαίνονται από με μεγάλη δυσκολία έως πολύ εύκολα, καθιστώντας σαφή τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκονται τα νοικοκυριά στην Ελλάδα.
Πηγή περιεχομένου: in.gr