Η ελληνική οικονομία αναμένεται να επηρεαστεί σημαντικά από τις αξιολογήσεις DBRS και Moody’s αυτόν τον Σεπτέμβριο. Η Ελλάδα στοχεύει σε μια αναβάθμιση στην επενδυτική κλίμακα του Β, καθώς ο Σεπτέμβριος αναδεικνύεται ως ένας καθοριστικός μήνας για την ελληνική οικονομία. Η αγορά αναμένει δύο σημαντικές αξιολογήσεις από διεθνείς οίκους, οι οποίες θα μπορούσαν να προσδιορίσουν την πορεία της χώρας για τα επόμενα χρόνια. Αυτές οι αξιολογήσεις θα καθορίσουν όχι μόνο την επίδοση για το 2025 αλλά και τις προοπτικές για το 2026, επηρεάζοντας άμεσα την οικονομική στρατηγική της Ελλάδας και την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Στις 5 Σεπτεμβρίου 2025, η DBRS Morningstar θα επανεκτιμήσει την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας. Στην τελευταία της αξιολόγηση τον Μάρτιο του 2025, ο οίκος αναβάθμισε την Ελλάδα σε BBB από BBB (low) με σταθερή προοπτική, επικαλούμενος τη συνεχιζόμενη μείωση του χρέους και την ενίσχυση του τραπεζικού τομέα. Η DBRS εκτίμησε ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας μειώθηκε στο 154% του ΑΕΠ το 2024 και αναμένεται να υποχωρήσει κάτω από το 140% έως το 2027.
Στις 19 Σεπτεμβρίου 2025, η Moody’s θα επανεκτιμήσει την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας, καθώς στην τελευταία της αξιολόγηση τον Μάρτιο του 2025, έδωσε την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα με αναβάθμιση σε Baa3 από Ba1 και με σταθερή προοπτική, στηριζόμενη στην ισχυρή δημοσιονομική ανάκαμψη.
Η αγορά παρακολουθεί στενά αυτές τις εξελίξεις, καθώς οι αξιολογήσεις των διεθνών οίκων αναμένονται να επηρεάσουν τη στάση των επενδυτών για το 2026. Αυτή τη στιγμή, η Ελλάδα απολαμβάνει σταθερές αξιολογήσεις από μεγάλους διεθνείς οίκους, διατηρώντας τη θέση της εντός του επενδυτικού βαθμού παρά τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει.
Ο στόχος για τα επόμενα χρόνια είναι η Ελλάδα να μπορέσει να επιτύχει αξιολογήσεις στην κατηγορία Α, με τις νέες αξιολογήσεις να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την επιβεβαίωση των προβλέψεων για την επίδοση της οικονομίας. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ελληνικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,3% το 2025 και 2,2% το 2026, κυρίως λόγω της διαρκούς κατανάλωσης και των επενδύσεων χρηματοδοτούμενων από την ΕΕ.
Πηγή περιεχομένου: in.gr