Στη Ελλάδα της 13ωρης εργασίας, η αλήθεια αποκαλύπτεται μέσω των επίσημων στοιχείων της Eurostat. Η κυβέρνηση προγραμματίζει τη θέσπιση της 13ωρης εργασίας, προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων και πέρα από τα σύνορα. Προσπαθεί να προβάλει μια θετική εικόνα μέσω διαρροών και δελτίων Τύπου, ενώ η απάντηση του υπουργείου Εργασίας σχετικά με τα στοιχεία της Eurostat καταδεικνύει τη θέση της χώρας στην πρώτη θέση στην ΕΕ για υπερεργασία. Τα ποσοστά των Ελλήνων εργαζομένων που εργάζονται περισσότερες από 49 ώρες την εβδομάδα ανέρχονται στο 12,4%, σχεδόν διπλάσια από τον μέσο όρο της ΕΕ, ο οποίος είναι 6,6%.
Σε ανακοίνωση, το υπουργείο ισχυρίζεται ότι τα στοιχεία αποδεικνύουν ιστορικό χαμηλό στην υπερεργασία για το 2024, προχωρώντας σε επιλεκτική ερμηνεία των δεδομένων. Παράλληλα, στοχεύει να προστατεύσει τους εργαζομένους που θα αρνηθούν την 13ωρη εργασία, χωρίς να αναγνωρίζει ότι πλέον οι απολύσεις δεν χρειάζονται δικαιολόγηση.
Η ελληνική αγορά εργασίας χαρακτηρίζεται από μια συνεχή πρόοδο, σύμφωνα με το υπουργείο, αν και η πραγματικότητα διαφέρει. Η πραγματική εικόνα, όπως υποστηρίζει ο εργατολόγος Διονύσης Τεμπονέρας, αποδεικνύει ότι «οι αυτοαπασχολούμενοι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν τις ίδιες πιέσεις όπως οι μισθωτοί.»
Η Eurostat κατατάσσει την Ελλάδα στην κορυφή της Ευρώπης για υπερεργασία. Ο μέσος Έλληνας εργαζόμενος δουλεύει σχεδόν τέσσερις ώρες παραπάνω από τον μέσο ευρωπαίο συνάδελφό του. Αυτή η κατάσταση δημιουργεί επιπτώσεις στην προσωπική ζωή και την παραγωγικότητα, προκαλώντας ανησυχία για την ευημερία των εργαζομένων και την αληθινή κατάσταση της αγοράς εργασίας.
Οι θέσεις του δικηγόρου-εργατολόγου Ευστάθιου Γραμμένου σχετικά με τη συναίνεση της 13ωρης εργασίας, καταδεικνύουν τη διαπραγματευτική ανισότητα ανάμεσα στον εργοδότη και τον εργαζόμενο, επισημαίνοντας την αδυναμία του τελευταίου να προβάλλει αξιώσεις υπό τις υφιστάμενες συνθήκες.
Πηγή περιεχομένου: in.gr