Η Φανή είναι μόλις έξι ετών, αλλά ήδη χρησιμοποιεί καθημερινά τρεις εφαρμογές της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΤΝ). Όταν οι ενήλικες στο σπίτι είναι πολύ απασχολημένοι για να της διαβάσουν ένα παραμύθι ή να φτιάξουν μαζί της ένα παζλ, η ΤΝ είναι διαθέσιμη και ας μην ξέρει ακόμα να την ονοματίσει. Για τη Φανή η ΤΝ δεν είναι απλά μια τεχνολογία -είναι μια ανθρώπινη φωνή. Η συγκεκριμένη εξάχρονη είναι φανταστικό πρόσωπο, αλλά το προφίλ της αντλεί στοιχεία από χιλιάδες ανηλίκους όλων των ηλικιών. Πόσο υπαρκτός είναι ο κίνδυνος να διαμορφωθεί ο χαρακτήρας και η ταυτότητα των παιδιών από αυτή τη φωνή που μοιάζει ανθρώπινη, αλλά δεν είναι; Και πώς μπορούμε να διαφυλάξουμε την κριτική τους σκέψη σε έναν κόσμο όπου η ΤΝ προσφέρει πάντα μια έτοιμη απάντηση; Υπάρχει κίνδυνος για τη γλωσσική, συναισθηματική και κοινωνική ανάπτυξη των παιδιών; Τι μπορούν να κάνουν γονείς και εκπαιδευτικοί; Το ΑΠΕ-ΜΠΕ συζήτησε το θέμα με τον Σάββα Χατζηχριστοφή, αντιπρύτανη Έρευνας και Καινοτομίας και καθηγητή ΤΝ στο Neapolis University Pafos.
«Τα παιδιά σήμερα αντιλαμβάνονται την ΤΝ ως έναν συναισθηματικά διαθέσιμο συνομιλητή, έναν φιλικό ακροατή που είναι εκεί όταν οι άνθρωποι δεν είναι. Αυτό είναι βαθιά συγκλονιστικό, αλλά και επικίνδυνο. Γιατί πρόκειται για μια φωνή που απαντά αμέσως, χωρίς δισταγμούς, χωρίς συναισθηματική κόπωση, που ποτέ δεν λέει δεν ξέρω, δεν πληγώνεται, δεν αγκαλιάζει — αλλά δίνει την εντύπωση ότι νιώθει. Όταν ο χαρακτήρας και η προσωπικότητα ενός παιδιού βρίσκονται ακόμη υπό διαμόρφωση, αυτή η μηχανική σιγουριά μπορεί να αποβεί διαβρωτική. Διαμορφώνει εσωτερικά μοντέλα σχέσεων όπου η αλήθεια είναι στατιστική, η συζήτηση είναι μονόλογος, και η εμπιστοσύνη δίνεται χωρίς επαλήθευση» σημειώνει.
Προσθέτει ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος σήμερα δεν είναι η ίδια η ΤΝ, αλλά το γεγονός ότι, αν δεν μιλήσουμε πρώτοι στα παιδιά, αν δεν προλάβουμε να τους μάθουμε πώς να ακούν, σκέφτονται και κρίνουν, τότε θα διαμορφωθούν από μια φωνή που δεν είναι ανθρώπινη. «Κι εκεί έγκειται η μεγάλη μας ευθύνη ως γονείς, εκπαιδευτικοί και κοινωνία: να μη χάσουμε την ευκαιρία να είμαστε η πρώτη και πιο αξιόπιστη φωνή στη ζωή των παιδιών. Όχι για να τους απαγορεύσουμε την ΤΝ — αλλά για να τους διδάξουμε πώς να τη χρησιμοποιούν» προσθέτει.
Οι ερωτήσεις που τα παιδιά πρέπει να μάθουν να ρωτούν
Είναι εφικτό να μάθουμε στα παιδιά πώς να σκέφτονται, όταν χρησιμοποιούν την ΤΝ; Κατά τον κ.Χατζηχριστοφή, οι νέες γενιές γνωρίζουν μεν πώς να χρησιμοποιούν τις εφαρμογές ΤΝ, πώς να πλοηγούνται στο περιβάλλον των social media και πώς να δημιουργούν περιεχόμενο, αλλά συχνά δεν μπορούν να αναγνωρίσουν πότε μια εικόνα είναι ψεύτικη, μια φωνή αλλοιωμένη ή μια πληροφορία προϊόν χειραγώγησης.
«Κι εδώ βρίσκεται το μεγάλο μας στοίχημα: να τους διδάξουμε όχι απλώς να χρησιμοποιούν την ΤΝ, αλλά να σκέφτονται όταν τη χρησιμοποιούν. Και ναι, αυτό είναι δύσκολο, αλλά εφικτό. Ξεκινά με ερωτήσεις. Τα παιδιά μπορούν — και πρέπει — να μάθουν να ρωτούν: ποιος το είπε αυτό; Είναι δίκαιο; Υπάρχει άλλη οπτική; Γιατί να το πιστέψω; Ποιος ωφελείται αν το πιστέψω; Αυτού του είδους οι ερωτήσεις είναι η βάση της ηθικής ανθεκτικότητας. Και δεν τις διδάσκεις με διαφάνειες. Τις καλλιεργείς μέσα από αφήγηση, συνεργασία, παιχνίδι, τέχνη, αποδόμηση εικόνων, συζήτηση. Γι’ αυτό και στην τάξη επιμένουμε τα παιδιά ν’ αναγνωρίζουν ότι πίσω από κάθε περιεχόμενο υπάρχει πάντα μια πρόθεση» λέει ο καθηγητής, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και την Αλεξάνδρα Γούτα. Προσθέτει ότι αυτή η εκπαίδευση πρέπει να ξεκινάει από το Δημοτικό, «γιατί αν χάσουμε αυτό το παράθυρο διαμόρφωσης, ίσως τα παιδιά να μάθουν να εμπιστεύονται την ΤΝ — αλλά όχι τον ίδιο τους τον εαυτό».
Ο κίνδυνος να πάψουμε να παλεύουμε με την αμφιβολία
O κ.Χατζηχριστοφής επισημαίνει ακόμα ότι οι νέες γενιές δείχνουν αυξημένη εμπιστοσύνη στη «συλλογική αλήθεια», δηλαδή σ’ εκείνη που προκύπτει από τα stories, τα λάικ, τα σχόλια και τις «προσωπικές μαρτυρίες» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Κι αυτό, πολλές φορές, σε βάρος της εμπιστοσύνης στους επίσημους θεσμούς, στα ΜΜΕ ή τους επιστημονικούς φορείς.
Γιατί συμβαίνει αυτό; «Κατά την άποψή μου, υπάρχουν δύο βασικά αίτια: πρώτον, γιατί η συλλογική αλήθεια παρουσιάζεται ως αυθεντική. Ο ινφλουένσερ μιλά με οικειότητα. Δείχνει την καθημερινότητά του, εκφράζει συναίσθημα, μοιράζεται αβεβαιότητες. Αυτή η ανθρώπινη διάσταση είναι πολύ ελκυστικότερη για έναν νέο άνθρωπο από μια τυποποιημένη, αποστασιοποιημένη ανακοίνωση. Δεύτερον, γιατί οι θεσμοί έχουν χάσει σε αξιοπιστία. Όταν επί χρόνια παρουσιάζονται αποσυνδεδεμένοι από τις ανάγκες και τις ανησυχίες των νέων, τότε τα παιδιά θα στραφούν εκεί που βρίσκουν γρήγορα απαντήσεις. Και μέσα σε αυτό το πλαίσιο, έρχεται και το infograzing — η συνεχής περιπλάνηση στην πληροφορία χωρίς εμβάθυνση. Είναι αλήθεια ότι, αν αυτό δεν το διαχειριστούμε σωστά, μπορεί να οδηγήσει σε αδράνεια της σκέψης. Όταν η ΤΝ μας προσφέρει πάντα μια σύνοψη, μια απάντηση, μια έτοιμη πρόταση, τότε ο κίνδυνος είναι να πάψουμε να παλεύουμε με την αμφιβολία και την πολυπλοκότητα» σημειώνει.
Όπως λέει, η βαθιά σκέψη αναπτύσσεται όταν πρέπει να επιμείνεις σε ένα πρόβλημα. Όταν βιώνεις γνωστική ασυμφωνία. Όταν συγκρούονται μέσα σου δύο απόψεις. «Αν η ΤΝ σου προσφέρει διαρκώς μια έτοιμη, πειστική και ουδέτερη απάντηση, ίσως δεν μπεις στη διαδικασία να σκεφτείς. Κι εδώ είναι που εμείς, ως παιδαγωγοί, καλούμαστε να δράσουμε. Να μην αφήσουμε την πληροφορία να υποκαταστήσει τη σκέψη. Να μάθουμε στα παιδιά ότι η αλήθεια δεν είναι αυτό που φαίνεται αμέσως πειστικό, αλλά αυτό που αντέχει στον έλεγχο και στην αμφιβολία. Να τα ενθαρρύνουμε να μένουν με τις ερωτήσεις τους λίγο παραπάνω, να αποδέχονται τη δυσφορία της πολυπλοκότητας, να καλλιεργούν εσωτερικά φίλτρα και όχι μόνο εξωτερικά εργαλεία» υπογραμμίζει.
Όταν στα σχολεία διδάσκεται ένας νέος τρόπος σκέψης
Μήπως αυτό που πρέπει να διδάσκεται στα σχολεία είναι τελικά ένας νέος τρόπος σκέψης και δράσης; «Η ΤΝ μπαίνει στη ζωή των παιδιών πριν καν αρχίσουν να διαβάζουν ή να γράφουν, πολλές φορές κρυμμένη πίσω από ένα παιχνίδι. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να διδάσκουμε με τους όρους του 20ού αιώνα σε παιδιά που ζουν ήδη στον 21ο. Χρειαζόμαστε νέο τρόπο σκέψης και δράσης» τονίζει.
Προσθέτει ότι αυτός ο νέος τρόπος σκέψης στηρίζεται σε τρεις άξονες: πρώτον, την ηθική ανθεκτικότητα –όχι μόνο να μαθαίνουν τα παιδιά πώς δουλεύει η ΤΝ, αλλά πώς να σκέφτονται όταν τη χρησιμοποιούν. Δεύτερον, τη συνθετική και διαθεματική σκέψη -«η ΤΝ μάς αναγκάζει να ξεφύγουμε από τα στεγανά των μαθημάτων. Για παράδειγμα, όταν συνδέουμε τη φιλοσοφία με την τεχνολογία, τα παιδιά δεν μαθαίνουν απλώς — καταλαβαίνουν» εξηγεί. Τρίτον, τη δημιουργικότητα και έκφραση με τεχνολογία — «Όχι γράψε μία έκθεση, αλλά δημιούργησε ένα κόμικ με ΑΙ για το πώς νιώθεις σήμερα. Έτσι η τεχνολογία δεν αντικαθιστά τη φαντασία — τη μεγεθύνει» λέει και προσθέτει πως σε Ελλάδα και Κύπρο έχουν ξεκινήσει εκπαιδεύσεις για εκπαιδευτικούς –κι αυτό είναι εξαιρετικά ελπιδοφόρο.
«Προσωπικά χρησιμοποιώ την ΤΝ στα χέρια των δασκάλων. Δεν είναι ακόμη η ώρα να περάσει άμεσα στα χέρια των παιδιών, χωρίς πλαισίωση. Πρώτα πρέπει να χτίσουμε πλαίσιο, ερωτήματα, προστασία. Δεν δίνουμε φωτιά σ’ ένα παιδί αν δεν του έχουμε μάθει πρώτα πώς να τη χειριστεί. Ο νέος τρόπος διδασκαλίας, λοιπόν, δεν είναι θέμα λογισμικού. Είναι θέμα πολιτισμού σκέψης. Κι αν προχωρήσουμε με ευθύνη, χωρίς υπερβολές και φοβικά σύνδρομα, είμαι αισιόδοξος ότι μπορούμε να τον δούμε να ανθίζει εγκαίρως στα ελληνικά σχολεία» τονίζει.
Η ΤΝ στο σχολείο, με παραδείγματα: μια χρονομηχανή, ένα τραγούδι και θυμωμένοι ή απελπισμένοι χαρακτήρες παραμυθιών
Ο κ.Χατζηχριστοφής δίνει μερικά παραδείγματα στην πράξη, ως προς τη δημιουργική χρήση της ΤΝ στο σχολείο: «Στη Γλώσσα διδάξαμε το ποίημα Η Ξανθούλα του Σολωμού όχι ως αποστήθιση, αλλά ως τραγούδι που τα ίδια τα παιδιά διαμόρφωσαν — με τη βοήθεια εργαλείων ΤΝ που πρότειναν ρυθμούς, μελωδίες και στίχους. Το αποτέλεσμα; Το ποίημα έγινε δικό τους. Το ένιωσαν, το θυμήθηκαν, το αγάπησαν. Στην Ιστορία, οι μαθητές δημιούργησαν με εικόνες ΤΝ μια χρονομηχανή και απεικόνισαν σκηνές από το Βυζάντιο ή την Επανάσταση του 1821, συνοδεύοντας τις εικόνες με αφηγήσεις που επιμελήθηκαν οι ίδιοι. Έγιναν ιστορικοί και αφηγητές, όχι απλοί ακροατές. Στη Συναισθηματική Αγωγή, με τη βοήθεια ενός chatbot ΤΝ, υποδυθήκαμε συζητήσεις με χαρακτήρες από παραμύθια που ένιωθαν θυμό, απογοήτευση ή φόβο. Τα παιδιά έμαθαν να αναγνωρίζουν τα συναισθήματα και να τα συζητούν. Στα Μαθηματικά, μέσα από έξυπνες εφαρμογές με προσαρμοστικά κουίζ, ο δάσκαλος εντοπίζει τα κενά των μαθητών και τους προτείνει δραστηριότητες ακριβώς στο επίπεδό τους — ούτε δυσκολότερες, ούτε ευκολότερες. Το κοινό στοιχείο σε όλα αυτά; Η ΤΝ βρίσκεται στα χέρια του εκπαιδευτικού — όχι του μαθητή. Ο δάσκαλος είναι αυτός που διαλέγει το εργαλείο, καθορίζει τη χρήση, πλαισιώνει τη δραστηριότητα και αποδίδει νόημα. Η ΤΝ λειτουργεί ως βοηθός — όχι ως οδηγός» λέει.
Όσο για το στάδιο της εκπαίδευσης; Η ενσωμάτωση της ΤΝ, κατά τον κ.Χατζηχριστοφή, πρέπει να ξεκινά από την πρωτοβάθμια. «Όχι ως μάθημα τεχνολογίας, αλλά ως τρόπος προσέγγισης της γνώσης μέσα από όλα τα γνωστικά αντικείμενα, ήδη από το δημοτικό. Με άλλα λόγια: η ΤΝ δεν πρέπει να διδάσκεται ως τελικό προϊόν, αλλά ως αφορμή για ερωτήσεις, στοχασμό, δημιουργία. Η τεχνολογία από μόνη της δεν είναι ούτε καλή ούτε κακή. Είναι καθρέφτης του τρόπου που εμείς επιλέγουμε να τη χρησιμοποιήσουμε. Αν τη βάλουμε στην εκπαίδευση με παιδαγωγική πρόθεση και ηθική καθοδήγηση, τότε μπορούμε να τη μετατρέψουμε σε ένα από τα πιο δυναμικά εργαλεία ανθρωποκεντρικής μάθησης» σχολιάζει.
Σε σταυροδρόμι: χαράσσοντας πλαίσιο για κάτι που ακόμα διαμορφώνεται
Όπως επισημαίνει ο καθηγητής, αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε σταυροδρόμι. Από τη μια πλευρά, η ΤΝ δεν έχει ακόμη ενσωματωθεί μαζικά στα σχολεία — τουλάχιστον όχι με δομημένο, θεσμικό τρόπο. Από την άλλη, η είσοδός της είναι αναπόφευκτη και ταχύτατα επιταχυνόμενη. Κι αυτό δημιουργεί αβεβαιότητα.
«Η πρόκληση είναι να χαράξουμε πλαίσιο για κάτι που ακόμα διαμορφώνεται. Δεν έχουμε όλες τις απαντήσεις — αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να περιμένουμε αδρανείς μέχρι να τις έχουμε. Στην τεχνολογία, η αδράνεια είναι απόφαση. Και συνήθως, είναι λάθος απόφαση. Πώς λοιπόν μπορούμε να διαχειριστούμε την πρόκληση; Πρώτον, βάζοντας την παιδαγωγική μπροστά από την τεχνολογία. Δηλαδή, να ρωτάμε πρώτα Τι θέλουμε να πετύχουμε ως παιδαγωγοί; και μετά Ποιο εργαλείο ΤΝ μπορεί να μας βοηθήσει σ’ αυτό;. Η ΤΝ δεν πρέπει να καθορίζει τον στόχο. Δεύτερον, χρησιμοποιώντας την ΤΝ στα χέρια των εκπαιδευτικών. Αυτή τη στιγμή, είναι πολύ νωρίς να περάσει η ΤΝ απευθείας στα χέρια των παιδιών, χωρίς πλαισίωση, χωρίς συμφωνημένους κανόνες, χωρίς θεσμική εγγύηση. Τρίτον, με κανόνες και διαφάνεια στη χρήση δεδομένων. Αυτό είναι κομβικό. Δεν μπορούμε να εντάξουμε εφαρμογές ΤΝ στην εκπαίδευση, χωρίς να γνωρίζουμε πού πάνε τα δεδομένα, ποιος τα επεξεργάζεται, με τι σκοπό και για πόσο χρόνο. Οφείλουμε να απαιτήσουμε από κάθε ψηφιακό εργαλείο που εισάγεται στα σχολεία πλήρη διαφάνεια, συμβατότητα με τον GDPR και εναλλακτικές επιλογές χωρίς συλλογή δεδομένων. Δεν χρειάζεται να ξέρουμε από τώρα όλες τις συνέπειες της ΤΝ για να προστατεύσουμε τα παιδιά. Αρκεί να ξέρουμε τι δεν διαπραγματευόμαστε: την ιδιωτικότητα, την ασφάλεια, την ηθική χρήση. Και, τέλος, πρέπει να επενδύσουμε σε συνεχή επιμόρφωση και αξιολόγηση. Η τεχνολογία αλλάζει — άρα και η στρατηγική μας πρέπει να είναι δυναμική και αναστοχαστική. Δεν μιλάμε για μια εφάπαξ απόφαση» σημειώνει.
Τι δείχνουν οι μελέτες; Βάσει συστηματικής ανασκόπησης των Zhang & Tur (2024) στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, η οποία εξετάζει 13 εμπειρικές μελέτες από εννέα χώρες, η ΤΝ, και ιδιαίτερα το ChatGPT, φαίνεται να προσφέρει σημαντικά γνωστικά οφέλη: υποστήριξη στην εξατομικευμένη μάθηση, παραγωγή εκπαιδευτικού υλικού, ενίσχυση της αυτονομίας του μαθητή. Ωστόσο, καταγράφονται και κίνδυνοι, όπως εξάρτηση, μείωση της αυτενέργειας και υποχώρηση της διαπροσωπικής διάδρασης, όταν η χρήση της ΤΝ δεν πλαισιώνεται παιδαγωγικά.
Αναπτυξιακά, η Kucirkova (2024) εξετάζει εφαρμογές γεννητικής ΤΝ (GenAI) που προορίζονται για χρήση στο σπίτι — από AI tutors μέχρι εφαρμογές αφήγησης. Η μελέτη τονίζει ότι, όταν οι τεχνολογίες αυτές αντικαθιστούν στιγμές όπως η αφήγηση παραμυθιών από τον γονέα ή οι καθημερινές συζητήσεις, δημιουργείται κίνδυνος για τη γλωσσική, συναισθηματική και κοινωνική ανάπτυξη. Συνεπώς, οι ενήλικες πρέπει να παραμένουν ενεργοί μεσολαβητές.
Συνολικά, τα ευρήματα υποστηρίζουν ότι, στο γνωστικό πεδίο, η ΤΝ έχει τη δυνατότητα να ενισχύσει τη μάθηση και τη δημιουργικότητα, ιδίως όταν εντάσσεται μεθοδικά στο σχολικό περιβάλλον. Στο αναπτυξιακό πεδίο, καταγράφονται αυξανόμενες ανησυχίες για αρνητικές συνέπειες, ιδίως όταν η ΤΝ χρησιμοποιείται χωρίς όρια, αντικαθιστώντας την ανθρώπινη σχέση. «Η πρόκληση, επομένως, δεν είναι να αποκλείσουμε την ΤΝ από την παιδική ηλικία, αλλά να επιβάλουμε ένα παιδαγωγικό φίλτρο στη χρήση της. Η ΤΝ μπορεί να είναι εργαλείο — όχι συντροφιά, όχι γονέας, και σίγουρα όχι παιδαγωγός από μόνη της» καταλήγει ο κ.Χατζηχριστοφής._
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ