Το 1940, το πλοίο Pentcho, ένα παλιό ατμόπλοιο άνω των 80 ετών, ξεκίνησε από την Μπρατισλάβα μεταφέροντας περισσότερους από 500 Εβραίους πρόσφυγες που ήθελαν να φτάσουν στην Παλαιστίνη, ξεφεύγοντας από τη ναζιστική Ευρώπη. Ύστερα από εβδομάδες περιπλάνησης στη Μαύρη Θάλασσα και το Αιγαίο, το πλοίο έφτασε στη Ρόδο – και λίγο αργότερα ναυάγησε κοντά στο νησί Χαμηλονήσι. Οι πρόσφυγες σώθηκαν και μεταφέρθηκαν στη Ρόδο, όπου έζησαν για ενάμιση χρόνο πριν σταλούν στην Ιταλία. Στη Ρόδο, οι πρόσφυγες έμειναν σε ένα πρόχειρα κατασκευασμένο στρατόπεδο στο γήπεδο ποδοσφαίρου του νησιού και αργότερα μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδο San Giovanni (σημερινό Βενετόκλειο Λύκειο).
Αν και οι συνθήκες διαβίωσης στην κατεχόμενη από τους Ιταλούς Ρόδο ήταν δύσκολες, το φαγητό ήταν λιγοστό και οι επιδημίες θέριζαν, έζησαν συγκριτικά καλά με τη βοήθεια της εβραϊκής κοινότητας, όπως αναφέρει στην ιστοσελίδα της η Ισραηλιτική Κοινότητα.
Τον Ιανουάριο του 1942, οι πρόσφυγες μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδο εγκλεισμού Ferramonti στη νότια Ιταλία, όπου και κρατήθηκαν έως ότου οι Σύμμαχοι κατέλαβαν την Ιταλία.
Στη Ρόδο, μέσα σε αυτές τις συνθήκες, γεννήθηκε ο Zew, γιος δύο Πολωνών Εβραίων προσφύγων. Μετά την απελευθέρωση, η οικογένεια μετανάστευσε στην Αργεντινή, όπου ο Zew μεγάλωσε και αργότερα έγινε ψυχαναλυτής.
Η ιστορία του έγινε η αφετηρία για το ντοκιμαντέρ «ZEW» της κόρης του, Irene Kuten, μια ταινία για τη μνήμη, τη μετανάστευση και την αναζήτηση της ταυτότητας.
Την ιστορία αυτή αφηγήθηκε χθες βράδυ, μέσα από λόγια και εικόνες, η ίδια η σκηνοθέτιδα, στην εκδήλωση που διοργάνωσε η Ισραηλιτική Κοινότητα Ρόδου, σε ξενοδοχείο του νησιού, για την προβολή του ντοκιμαντέρ «ZEW. Οι κόσμοι που συναντιούνται», παρουσία της Irene Kuten.
Την ταινία προλόγισε η διευθύντρια της Κοινότητας Κάρμεν Κοέν, ενώ την ιστορία του πλοίου αφηγήθηκε εν συντομία, πριν από την προβολή, ο ιστορικός Δημήτρης Βαρβαρίτης.
«Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, ο πατέρας μου μάς έλεγε την ιστορία»
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ μετά την προβολή της ταινίας, η Kuten μοιράστηκε μνήμες από την παιδική της ηλικία, λέγοντας πως η ιστορία του πατέρα της ήταν πάντα παρούσα μέσα στην οικογένεια:
«Ο πατέρας μου πάντα μάς έλεγε την ιστορία. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, πάντα μας τη διηγούνταν. Καθώς μεγαλώναμε, μας έδινε περισσότερες λεπτομέρειες, αλλά ποτέ δεν υπήρξε περίοδος που να μην τη γνωρίζαμε».
Η σκηνοθέτιδα εξηγεί ότι, μέσα από αυτή τη συνεχή αφήγηση, έμαθε να αντιμετωπίζει το τραύμα όχι ως σιωπή, αλλά ως λόγο, ως μετάδοση μνήμης:
«Ήταν μια ιστορία που ποτέ δεν κρύφτηκε. Από τότε που θυμάμαι, την κουβαλούσαμε μέσα στο σπίτι».
Η Ρόδος ως τόπος μνήμης και ευγνωμοσύνης
Η Kuten περιέγραψε ακόμη πώς οι αναμνήσεις για τη Ρόδο έφτασαν σε εκείνη μέσα από τη φωνή του πατέρα και των παππούδων της:
«Ο πατέρας μου, μου λέει πράγματα που του είχαν πει οι παππούδες μου. Θυμάμαι κι εγώ μερικές αφηγήσεις τους. Μας έλεγαν ότι κάποιοι κρατούμενοι προσπάθησαν να σωθούν κολυμπώντας, και ότι οι κάτοικοι του νησιού τους βοήθησαν πολύ. Η γιαγιά μου μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο της Ρόδου για να γεννήσει. Οι αναμνήσεις αυτές, μέσα από εκείνους, δεν ήταν τόσο δραματικές. Θυμούνταν την καλοσύνη των ανθρώπων του νησιού».
Η σκηνοθέτιδα μίλησε με συγκίνηση για τη Ρόδο, έναν τόπο που, αν και βυθισμένος στο σκοτάδι του πολέμου, στάθηκε καταφύγιο για τους προγόνους της. Η Ρόδος, όπως είπε, ήταν ένας τόπος όπου, παρ’ όλα τα δεινά, υπήρχε φως. Οι κάτοικοι βοήθησαν τους δικούς της κι αυτή η μνήμη μεταβιβάστηκε στην επόμενη γενιά χωρίς οδύνη, αλλά με ευγνωμοσύνη.
Από το Ferramonti στο Μπουένος Άιρες
Η διαδρομή της οικογένειας συνεχίστηκε στην Ιταλία και έπειτα στην Αργεντινή. Ο πατέρας της Kuten μεγάλωσε στο Μπουένος Άιρες, όπου σπούδασε Ιατρική και στη συνέχεια στράφηκε στην ψυχανάλυση:
«Ο πατέρας μου έζησε περισσότερο τον πόνο των γονιών του, το ότι δεν μπορούσαν να βρουν ένα μέρος να ανήκουν. Η άφιξη στην Αργεντινή ήταν μεγάλη ανακούφιση. Εκείνος έζησε αυτό το αίσθημα της λύτρωσης. Νομίζω ότι αυτός ο πόνος τον μετέτρεψε σε έναν σπουδαίο άνθρωπο που αφιέρωσε τη ζωή του στο να βοηθά άλλους, μέσα από την ιατρική και την ψυχανάλυση».
Σε ερώτηση για το αν η επιλογή της ψυχανάλυσης επηρεάστηκε από την οικογενειακή ιστορία, απάντησε:
«Ήταν δική του επιλογή. Δε μπορώ να ξέρω αν το παρελθόν έπαιξε ρόλο στο μυαλό του, αλλά σίγουρα αποφάσισε να βοηθά ανθρώπους. Ήταν μια καθαρή επιλογή».
Η αισθητική της ψυχραιμίας
Το ZEW αποφεύγει τη μελοδραματική αναπαράσταση. Αντίθετα, υιοθετεί έναν ήσυχο, στοχαστικό τόνο, που προσεγγίζει τα γεγονότα χωρίς συναισθηματικό εκβιασμό.
«Ήταν συνειδητή επιλογή να μην μείνω στον πόνο, αλλά στην ανάγκη να μεταδοθούν οι ιστορίες. Οι ιστορίες πρέπει να λέγονται, για να μην επαναληφθεί ο πόνος. Δεν ήθελα να δώσω τόση βάση στη νοσταλγία ή στο δράμα, αλλά στο ότι η μνήμη μάς διδάσκει πώς να μην ξανακάνουμε τα ίδια λάθη», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Η ευχή μου είναι ο πόλεμος να πάψει να είναι σύγχρονος»
Κλείνοντας τη συνέντευξή της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η Irene Kuten μίλησε για τη διαχρονικότητα του έργου της και τη σχέση του με τη σημερινή προσφυγική πραγματικότητα:
«Το θέμα της μετανάστευσης παραμένει σύγχρονο. Ελπίζω κάποια στιγμή να μη χρειάζεται να κάνουμε τόση προσπάθεια για να αποδεχτούμε τον άλλον, τον πρόσφυγα, τον διαφορετικό. Η ευχή μου είναι ο πόλεμος να πάψει να είναι επίκαιρος…».
Το ντοκιμαντέρ ZEW δεν είναι απλώς μια οικογενειακή ιστορία. Είναι ένα κινηματογραφικό προσκύνημα στη μνήμη, που ξεκινά από τη Ρόδο, περνά από τη Ferramonti και καταλήγει στο Μπουένος Άιρες. Μια μαρτυρία για το πώς η ιστορία επιβιώνει, όχι μέσα από το τραύμα, αλλά μέσα από τη μετάδοσή της στις επόμενες γενιές.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
![]()
