Και όλο αυτό γίνεται τη στιγμή που η χώρα βουλιάζει στα σκάνδαλα, στις πελατειακές σχέσεις και στις κακοδιαχειρίσεις.
Οι αποκαλύψεις για τους “εικονικούς αγρότες” και τις χρυσές επιδοτήσεις του ΟΠΕΚΕΠΕ, με χρήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα έπρεπε να είναι πρώτο θέμα στα δελτία, στις εφημερίδες και στη Βουλή.
Όμως ο δημόσιος διάλογος μεταφέρεται βολικά αλλού: στους «λαθρομετανάστες», στην «εισβολή» από τη Λιβύη, στην ανάγκη προστασίας της «πατρίδας».
Η μετατόπιση της συζήτησης δεν είναι τυχαία. Είναι επικοινωνιακή στρατηγική. Αντί για τα εκατομμύρια των ΟΠΕΚΕΠΕδων, επιλέγεται η σίγουρη λύση: να στοχοποιηθούν άλλοι.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση προχωρά στην αναστολή του δικαιώματος υποβολής αίτησης ασύλου για όσους φτάνουν από τη Βόρεια Αφρική, χωρίς να εξετάζεται καν ο λόγος της άφιξής τους. Δεν εξετάζεται δηλαδή αν κάποιος είναι πρόσφυγας, κινδυνεύει ή δικαιούται διεθνή προστασία. Αυτή η πρακτική δεν είναι αυστηρή πολιτική. Είναι παραβίαση διεθνών και συνταγματικών δικαιωμάτων.
Όχι, δεν είναι όλοι πρόσφυγες. Όμως, για να το διαπιστώσει ένα κράτος δικαίου, πρέπει πρώτα να επιτρέψει την αίτηση ασύλου, να την εξετάσει και έπειτα να αποφανθεί. Όποιος δεν δικαιούται άσυλο, πρέπει πράγματι να επιστρέφει. Αλλά αυτό δεν δικαιολογεί τη συλλογική τιμωρία, ούτε την προληπτική καταστολή δικαιωμάτων.
Εντωμεταξύ, όσο εμείς κυνηγάμε φουσκωτές βάρκες στο Αιγαίο, οι ΟΠΕΚΕΠΕδες συνεχίζουν ανενόχλητοι. Με κρατικές σφραγίδες, διασυνδέσεις και πλάτες, μοιράζουν εκατομμύρια και μετατρέπουν το ευρωπαϊκό χρήμα σε πολιτικό κεφάλαιο.