Εκτενή έρευνα σε ελληνικές επιχειρήσεις με στόχο τη χαρτογράφηση των στρατηγικών Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης (ΕΚΕ) και του κοινωνικού αντικτύπου τους, πραγματοποίησε η Deloitte. Η έρευνα, που πραγματοποιήθηκε από τον Ιούλιο έως τον Οκτώβριο του 2025, εξέτασε τον βαθμό ωριμότητας, τις προτεραιότητες, τις τάσεις και τις προκλήσεις που διαμορφώνουν το τοπίο της κοινωνικής υπευθυνότητας στη χώρα. Παράλληλα, είχε στόχο να αναδείξει την πρόοδο της ενσωμάτωσης της ΕΚΕ στον πυρήνα της επιχειρησιακής στρατηγικής.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, η κοινωνική υπευθυνότητα αποτελεί πυλώνα της επιχειρησιακής στρατηγικής στην Ελλάδα. Το 78% των επιχειρήσεων θεωρεί τον κοινωνικό αντίκτυπο βασική διοικητική προτεραιότητα, ενώ το 64% δηλώνει ότι διαθέτει πλήρως διαμορφωμένη και τεκμηριωμένη στρατηγική ΕΚΕ.
Σε οργανωτικό επίπεδο, το 39% των επιχειρήσεων διαθέτει εξειδικευμένη ομάδα, ενώ το 47% αναθέτει τα καθήκοντα σε ρόλους με ευρύτερες ευθύνες. Οι προϋπολογισμοί ΕΚΕ παρουσιάζουν σημαντική διαφοροποίηση, με 36% των επιχειρήσεων να επενδύει έως 50.000 ευρώ, 36% μεταξύ 50.001-200.000 ευρώ και 28% πάνω από 200.000 ευρώ σε ετήσια βάση. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι περισσότερες εταιρείες (53%) αναμένουν κάποια αύξηση των κονδυλίων τα επόμενα έτη, γεγονός που αντανακλά την αναγνώριση της στρατηγικής σημασίας του τομέα.
Η συνεργασία αποτελεί κρίσιμη προϋπόθεση για ουσιαστικό κοινωνικό αντίκτυπο. Σχεδόν το 70% των επιχειρήσεων συνεργάζεται με ΜΚΟ και κοινωφελείς οργανισμούς, ενώ πάνω από το 50% συνεργάζεται με ακαδημαϊκά ιδρύματα.
Παρά τη στρατηγική σημασία της ΕΚΕ, η μέτρηση του κοινωνικού αντικτύπου παραμένει περιορισμένη. Μόλις το 22% των επιχειρήσεων διαθέτει τυποποιημένες διαδικασίες παρακολούθησης, ενώ λιγότερο από το 30% εφαρμόζει διεθνώς αποδεκτές μεθοδολογίες όπως το Social Return onInvestment (SROI). Είναι χαρακτηριστικό ότι σχεδόν το 40% των εταιρειών δεν εφαρμόζει καμία δομημένη μεθοδολογία αποτίμησης.
Πάντως, οι επιχειρήσεις που θέτουν συγκεκριμένους και μετρήσιμους στόχους ΕΚΕ εμφανίζουν 50% περισσότερες πιθανότητες να δημοσιεύουν εκθέσεις επίδοσης και να επικοινωνούν συστηματικά τα αποτελέσματά τους.
Η σημαντικότερη πρόκληση που αναδεικνύεται πάντως από την έρευνα δεν σχετίζεται με έλλειψη πόρων, αλλά με την περιορισμένη εσωτερική γνώση. Ενδεικτικά, το 71% όσων αναγνώρισαν εμπόδια δεν τα αποδίδει σε οικονομικούς περιορισμούς, αλλά στην ανάγκη για βαθύτερη κατανόηση των στρατηγικών ωφελειών της ΕΚΕ και μετάβαση σε πιο ώριμες και μετρήσιμες πρακτικές.
Με αφορμή τη δημοσίευση της έρευνας, σημειώθηκε: «Η έρευνα δείχνει ότι η ΕΚΕ στην Ελλάδα έχει μετακινηθεί από αποσπασματικές πρωτοβουλίες σε πιο ώριμες στρατηγικές, με αυξανόμενη σύνδεση ανάμεσα στον κοινωνικό αντίκτυπο και την επιχειρησιακή αξία. Παράλληλα, η ανάγκη για μετρήσιμους δείκτες, τυποποιημένες μεθοδολογίες και ουσιαστικές συνεργασίες είναι πιο έντονη από ποτέ.»
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
![]()
