Η αποδοτική και ασφαλής ενσωμάτωση της Τεχνητής Νοημοσύνης είναι εχέγγυο για την ανταγωνιστική παρουσία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στη διαδικασία συμμόρφωσης και προσαρμογής τους, σε ένα νέο πλαίσιο όπου η ΤΝ αποτελεί κρίσιμη τεχνολογία οριζόντιας επίδρασης.
Αυτό σημειώνει η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας στην επιστολή της προς το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, στο πλαίσιο της διαβούλευσης για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2024/1689 για την Τεχνητή Νοημοσύνη (Πράξη για την Τεχνητή Νοημοσύνη – ΑΙ Act). Στο πλαίσιο της διαβούλευσης, το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ ανέφερε ότι η επίτευξη του στόχου της καινοτομίας μπορεί να υπηρετηθεί καλύτερα από τις νεοφυείς και τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, τονίζοντας ωστόσο ότι για το σύνολο αυτών των επιχειρήσεων, ο κρίσιμος παράγοντας είναι το κόστος και η πρόσβαση σε πηγές χρηματοδότησης.
Σύμφωνα με την επιστολή, κάθε δημόσια πολιτική οφείλει να περιέχει ρυθμίσεις αναλογικότητας, επιτρέποντας τη συμμετοχή των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων και αποτρέποντας την περαιτέρω συγκέντρωση πόρων στα μεγάλα επιχειρηματικά σχήματα. Επιπλέον, είναι κρίσιμο να αντιμετωπιστεί το έλλειμμα κατάλληλου ανθρώπινου δυναμικού για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της ΑΙ Act, ιδιαίτερα από χώρες όπως η Ελλάδα, οι οποίες έχουν πληγεί από τη φυγή ταλέντων.
Στις προτάσεις της, η ΓΣΕΒΕΕ επικεντρώνεται στα «Κέντρα Ελεγχόμενης Δοκιμής», τα οποία μπορούν να λειτουργούν ως εργαστήρια Τεχνητής Νοημοσύνης, παρέχοντας πόρους για την αξιολόγηση των ιδεών και της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις.
Η ΓΣΕΒΕΕ τονίζει την ανάγκη για υποστήριξη και τη διασύνδεση των δομών που θα μπορούσαν να παρέχουν νομική υποστήριξη και να συμβάλουν στη διαδικασία πιστοποίησης, προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση στις τεχνολογίες και τις χρηματοδοτήσεις.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ