Αναλύουμε τον Ίντι Αμίν ως λαϊκιστή ηγέτη και την επιρροή του στην πολιτική θεαματικότητα, πριν την ψηφιακή εποχή. Το 1976, το μουσείο κέρινων ομοιωμάτων Madame Tussauds στο Λονδίνο ανέθεσε στους επισκέπτες του να επιλέξουν την πιο αμφιλεγόμενη προσωπικότητα της συλλογής του. Ο Αδόλφος Χίτλερ κατέλαβε την πρώτη θέση, ενώ στη δεύτερη ακολουθούσε ο Ίντι Αμίν. Εκείνη την εποχή, ο Ουγκαντέζος δικτάτορας ήταν ο φόβος και ο τρόμος του διεθνούς Τύπου, με βρετανικές εφημερίδες να γεμίζουν με ιστορίες για τα φρικιαστικά του κατορθώματα. Ορισμένα από αυτά ήταν αληθινά, ενώ άλλα αποτέλεσαν αποκυήματα φαντασίας. Παρά το γεγονός ότι υπήρξε μαζικός δολοφόνος, είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι διατηρούσε κεφάλια στο ψυγείο του, όπως διατείνονταν οι μύθοι.
Με μια σειρά ομιλιών, απαγορεύσεων και προπαγανδιστικών καμπανιών, δημιούργησε την ψευδαίσθηση ενός εθνικού πολέμου απελευθέρωσης εναντίον των ξένων και των προδοτών. Ο Αμίν ήταν ο πρώτος ηγέτης που κατάλαβε ότι η πολιτική θα μπορούσε να λειτουργεί ως παράσταση – με τον ίδιο να έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο και το έθνος ως κοινό. Δύο νέα βιβλία επιδιώκουν να αποκαταστήσουν την αλήθεια γύρω από την προσωπικότητά του, απομακρύνοντας την μυθολογία του τέρατος και πλησιάζοντας την πραγματικότητα ενός πολιτικού φαινομένου που προανήγγειλε την τρέχουσα εποχή του λαϊκισμού και της πολιτικής θεαματικότητας.
Το πρώτο βιβλίο, του Αμερικανού ιστορικού Ντέρεκ Πίτερσον, εστιάζει στο πώς ο Αμίν μετέτρεψε τη διακυβέρνηση σε θέαμα, επισημαίνοντας ότι με τη χρήση προπαγάνδας, η διακυβέρνησή του παρήγαγε την ψευδαίσθηση μιας φυλετικής και πολιτικής λύτρωσης. Ο Μαντάνι, από την άλλη πλευρά, προσφέρει μια πιο προσωπική διάσταση, εξερευνώντας τον εκτοπισμό, την απώλεια και την ταυτότητα.
Οι δύο συγγραφείς συμφωνούν ότι ο Ίντι Αμίν δεν ήταν απλώς ένας τυραννικός παρανοϊκός, αλλά και ένας καινοτόμος λαϊκιστής. Αναδεικνύοντας τον εαυτό του ως άνθρωπο του λαού, περιφρονούσε την ελίτ και ταυτιζόταν με τον πραγματικό Ουγκαντέζο, υποσχόμενος άμεσες λύσεις για τους εχθρούς του, όπως τους Ασιάτες και τους διανοούμενους. Η απήχησή του στηρίχθηκε στην ψευδαίσθηση δύναμης και υπερηφάνειας που προσέφερε στους υποστηρικτές του.
Ο Αμίν γεννήθηκε το 1928 από τη φυλή Κάκγουα, σε μια κοινότητα που περιφρονούνταν. Από πυγμάχος και στρατιώτης του βρετανικού αποικιακού στρατού, ανέτρεψε τον τότε πρόεδρο Μίλτον Ομποτέ το 1971 και αναδείχθηκε σε σωτήρα του έθνους. Η ευφορία του λαού γρήγορα μετατράπηκε σε τρόμο καθώς ο Αμίν επιβεβαίωσε τη βία και τις παρανοϊκές απαγορεύσεις του.
Το 1972, η απόφαση του Αμίν να εκδιώξει όλους τους πολίτες ασιατικής καταγωγής αναδείχθηκε ως εξαιρετικά δημοφιλής και σήμανε την αρχή της οικονομικής κατάρρευσης της Ουγκάντας. Υπό την καθοδήγηση του, η διακυβέρνηση του μετέτρεψε την πολιτική σε ένα εντυπωσιακό θέαμα.
Ακόμη και σήμερα, η κληρονομιά του Αμίν είναι έντονα παρούσα στην Ουγκάντα. Οι εκτιμήσεις για τα θύματα της οκταετούς κυριαρχίας του κυμαίνονται από 12.000 έως 500.000 ανθρώπους, αφήνοντας πίσω του σκιές που εξακολουθούν να επηρεάζουν τη χώρα. Οι σύγχρονοι ηγέτες συχνά αναζητούν διδάγματα από την στρατηγική του, δείχνοντας ότι η επίδραση του Ίντι Αμίν είναι ακόμη και σήμερα μια σημαντική αναφορά στην πολιτική θεαματικότητα.
Βίντεο:
Πηγή περιεχομένου: in.gr
![]()
