Ανακαλύψτε τη ζωή και το έργο του Μίλτου Σαχτούρη, ενός κορυφαίου ποιητή της μεταπολεμικής Ελλάδας. Ο Μίλτος Σαχτούρης, ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους εκπροσώπους της μεταπολεμικής υπερρεαλιστικής ποίησης στην Ελλάδα, γεννήθηκε στην Αθήνα στις 29 Ιουλίου 1919. Γιος του Δημητρίου Σαχτούρη, δικαστικού και νομικού συμβούλου του κράτους, και της Αγγελικής Παπαδήμα, αλλά και δισέγγονος του φημισμένου ναυμάχου Γεωργίου Σαχτούρη, ο Μίλτος ακολούθησε σπουδές νομικής, τις οποίες δεν ολοκλήρωσε. Η ευμάρεια της οικογένειάς του του επέτρεψε να αφοσιωθεί πλήρως στην ποίηση, χωρίς την πίεση του βιοπορισμού. Πρωτοεμφανίστηκε στο λογοτεχνικό προσκήνιο το 1938, δημοσιεύοντας ένα διήγημα στο περιοδικό Εβδομάδα, υπό το ψευδώνυμο Μίλτος Χρυσάνθης.
Ο Σαχτούρης ξεκίνησε να γράφει ποιήματα την άνοιξη του 1941 και το 1943 συνδέθηκε με τον Οδυσσέα Ελύτη και τον Νίκο Εγγονόπουλο, με τον οποίο ανέπτυξε στενές φιλικές σχέσεις. Η ποιητική του παρουσία πρωτοπαρουσιάστηκε το 1944 στο περιοδικό Τα Νέα Γράμματα, ενώ το 1945 κυκλοφόρησε η πρώτη ποιητική του συλλογή, Η λησμονημένη. Η αρχική υποδοχή των έργων του υπήρξε επικριτική, ωστόσο η αναγνώρισή του άρχισε να διαμορφώνεται τη δεκαετία του ’60. Τα ποιήματά του διακρίνονται από τον αντιλυρικό τους χαρακτήρα και τον παραλογισμό, και ο άνθρωπος που προβάλλουν εκφράζει αγωνία μέσα σε έναν κλειστό και εχθρικό κόσμο.
Αναφορικά με τη λογοτεχνική του πορεία, ο Σαχτούρης έχει μεταφράσει έργα σημαντικών συγγραφέων όπως οι Μπέρτολτ Μπρεχτ και Φραντς Κάφκα, συνεργαζόμενος με διάφορα περιοδικά. Το 1963 τιμήθηκε με το Β’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή Τα στίγματα και το 1987 με το Α’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή Εκτοπλάσματα, ενώ το 2003 του απονεμήθηκε το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του. Ο Μίλτος Σαχτούρης πέθανε στην Αθήνα στις 29 Μαρτίου 2005.
Στο φύλλο του Βήματος που κυκλοφόρησε στις 14 Δεκεμβρίου 1980, ο δημοσιογράφος Γιάννης Φλέσσας επιχείρησε να σκιαγραφήσει την προσωπικότητα του Σαχτούρη. Υποστήριξε ότι ο Μίλτος, ο ερημίτης του ελληνικού υπερρεαλισμού, ζούσε απομονωμένος σε ένα μικρό σπίτι στην Αθήνα, μακριά από τις θορυβώδεις κοινωνικές συνθήκες της εποχής. Η σπανιότητα των δημόσιων εμφανίσεών του και η προτίμησή του για την απομόνωση τον καθιστούν μοναδική μορφή της λογοτεχνίας μας.
Ο Σαχτούρης ελάχιστα συμμετείχε στα πολιτιστικά δρώμενα και διατηρούσε έναν χαμηλό προφίλ, ωστόσο η ποιητική του φωνή άγγιξε πολλούς νέους αναγνώστες, επιβεβαιώνοντας τη σημασία του στο ελληνικό λογοτεχνικό τοπίο. Η ποίησή μου είναι μια συνεχής αυτοβιογραφία υποστήριξε, εκφράζοντας την πίστη του ότι τα ποιήματα του αποτελούν τα ξόρκια κατά του κακού.
Πηγή περιεχομένου: in.gr