Ακριβή η δημόσια υγεία για τους Έλληνες, σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ

Ακριβή η δημόσια υγεία για τους Έλληνες, σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ

Η έκθεση του ΟΟΣΑ αποκαλύπτει την επιβάρυνση των Ελλήνων πολιτών από τις δαπάνες υγείας. Αναμφίβολα, οι Έλληνες πολίτες συνεχίζουν να επιβαρύνονται σε μεγάλο βαθμό για την (κατά τα άλλα) δημόσια υγεία, όπως αναδεικνύει η νέα έκθεση του ΟΟΣΑ (Health at a Glance 2025). Το 39% των συνολικών δαπανών για την υγεία προέρχεται από ιδιωτική χρηματοδότηση, γεγονός που αναδεικνύει την άμεση οικονομική επιβάρυνση, κυρίως των ελληνικών νοικοκυριών. Αυτό το ποσοστό κατατάσσει τη χώρα μας στις υψηλότερες θέσεις και εξηγεί τα βαθύτερα αίτια των επίσης υψηλών ανεκπλήρωτων ιατρικών αναγκών. Στην πολυσέλιδη αυτή έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης αναλύονται λεπτομερώς οι αδυναμίες του ΕΣΥ, με εξαίρεση τη σταδιακή επένδυση της χώρας μας στην πρόληψη – μια στρατηγική πολιτική που τεκμηριωμένα οδηγεί σε καλύτερα και ποιοτικότερα χρόνια ζωής. Η Ελλάδα διαθέτει για την πρόληψη το 3,1% των συνολικών δαπανών υγείας, όταν ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 3,4%, συγκριτικά με το 2% που ήταν πριν από τρία χρόνια.

Από την άλλη, το ΕΣΥ λειτουργεί κυρίως ως σύστημα διαχείρισης ασθενειών, με τη λειτουργία των νοσοκομείων να είναι κεντρικής σημασίας. Πιο συγκεκριμένα, το ελληνικό κράτος δαπανά μόλις το 10% των συνολικών δαπανών του για την υγεία, έναντι 19% σε χώρες όπως η Ιρλανδία και η Γερμανία, εκ των οποίων το 43% επενδύεται στα νοσοκομεία. Αντίθετα, μόλις το 20% των δαπανών αφορά τη φροντίδα εξωτερικών ασθενών, ενώ οι υπηρεσίες μακροχρόνιας φροντίδας παραμένουν υποχρηματοδοτούμενες.

Τα δεδομένα του ΟΟΣΑ αποδεικνύουν ότι οι Έλληνες επιβαρύνονται οικονομικά για την κάλυψη υπηρεσιών και ιατρικών αναγκών, αποφεύγοντας τις δημόσιες ουρές και τις ανεπάρκειες του συστήματος. Το ποσοστό των ιδιωτικών δαπανών για υγειονομικές υπηρεσίες φθάνει το 39%, ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι μόλις 25%.

Η δυσαρέσκεια των πολιτών αποτυπώνεται στο γεγονός ότι το 38% των ιδιωτικών δαπανών αφορούν φάρμακα και ιατρικά είδη, το 17% υπηρεσίες που αφορούν εξωτερικούς ασθενείς και το 11% οδοντιατρικές θεραπείες. Αυτό καταδεικνύει τη σημαντική αναλογία ανικανοποίητων αναγκών υγείας στην Ελλάδα, με το 12,1% των Ελλήνων να δηλώνει ότι δεν υποβλήθηκε σε εξετάσεις ή καθυστέρησε τη θεραπεία του.

Αξιοσημείωτο είναι ότι, ενώ οι πολίτες στηρίζουν την υγεία τους οικονομικά, οι κυριότεροι λόγοι για τους οποίους καθυστερούν τη φροντίδα είναι το υψηλό κόστος, οι χρόνοι αναμονής και οι αποστάσεις από τα νοσοκομεία. Πολλοί Έλληνες επιθυμούν ένα καλύτερο σύστημα υγείας, καθώς μόλις το 27% δηλώνει ικανοποίηση από τις διαθέσιμες υπηρεσίες, σε αντίθεση με χώρες όπως η Ελβετία και η Δανία, όπου η ικανοποίηση αγγίζει το 64%.

Πηγή περιεχομένου: in.gr

Loading

Play