Οι τρεις αστυνομικοί που βρέθηκαν στο Τμήμα Αγίων Αναργύρων την ώρα που η Κυριακή Γρίβα ζήτησε βοήθεια, κατέθεσαν στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο για τις συνθήκες υπό τις οποίες ο πρώην σύντροφός της προχώρησε σε πέντε θανατηφόρες μαχαιριές.
Οι αστυνομικοί και ο τηλεφωνητής της Άμεσης Δράσης που είχε απαντήσει στην 28χρονη, κατηγορούνται σε άλλη δικογραφία για θανατηφόρα έκθεση από υπόχρεο πρόσωπο διά παραλείψεως, με κύρια ανάκριση σε εξέλιξη. Η αστυνομικός που ανέβηκε πρώτη στο βήμα δήλωσε ότι επιθυμεί να τηρήσει το δικαίωμα σιωπής, επικαλούμενη την εκκρεμή υπόθεση εις βάρος της. Ωστόσο, το δικαστήριο απέρριψε τη δήλωσή της με σύμφωνη εισαγγελική πρόταση.
Η αστυνομικός δήλωσε ότι δεν επιθυμεί να καταθέσει για όσα συνέβησαν εντός του Τμήματος, λέγοντας πως είναι πρόθυμη να βοηθήσει μόνο σε ό,τι αφορά τον κατηγορούμενο. Όσον αφορά τα γεγονότα πριν την επίθεση, ζήτησε να μην εξεταστεί πάνω σε αυτό. Ο πρόεδρος του δικαστηρίου τόνισε ότι οφείλει να καταθέσει τόσο για πριν όσο και για μετά, περιμένοντας να ακούσει όσα έχει καταθέσει προανακριτικά.
Η αστυνομικός ανέφερε ότι μετά τις 10 το βράδυ της 1ης Απριλίου 2024, είδε στις κάμερες «μία κοπέλα που μιλούσε με τον φρουρό». Στη συνέχεια περιέγραψε τη στιγμή που η Κυριακή μπήκε στο Τμήμα και ζήτησε περιπολικό για να πάει σπίτι, εξηγώντας ότι υποψιαζόταν ότι ο πρώην σύντροφός της θα την περίμενε έξω.
«Της είπα καθίστε, ρωτώντας της γιατί χρειάζεται το περιπολικό», είπε η μάρτυρας, προσθέτοντας ότι η Κυριακή δήλωσε ότι είχε υποβάλει μήνυση για βιασμό. «Προσπαθήσαμε να κάνουμε άλλες ερωτήσεις και μόλις επανέλαβε την επιθυμία της για περιπολικό», συμπλήρωσε.
Η μάρτυρας δήλωσε ότι, αφότου την είδε να βγαίνει από το Τμήμα, άκουσε φωνές που φώναζαν «την σκοτώνουν!», και βρέθηκε μπροστά στη σκηνή του εγκλήματος, όπου η Κυριακή ήταν πεσμένη με αίματα και ο κατηγορούμενος κοντά της με το μαχαίρι στο χέρι.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ