Η Ουάσιγκτον ξύπνησε σήμερα υπό καθεστώς ακινησίας, αφού από τα μεσάνυχτα της Τετάρτης η ομοσπονδιακή κυβέρνηση οδηγήθηκε σε πλήρη αναστολή λειτουργίας.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπήκαν επισήμως σε shutdown τα μεσάνυχτα της Τρίτης (07:00 το πρωί της Τετάρτης ώρα Ελλάδος), καθώς Ρεπουμπλικανοί και Δημοκρατικοί δεν κατέληξαν σε συμφωνία για το νομοσχέδιο που αφορά τις κυβερνητικές δαπάνες.
Παρά τις εντατικές διαβουλεύσεις μέχρι την τελευταία στιγμή, ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, οι Ρεπουμπλικανοί και οι Δημοκρατικοί δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν για την παράταση της χρηματοδότησης. Ως αποτέλεσμα, εκατοντάδες χιλιάδες ομοσπονδιακοί υπάλληλοι τέθηκαν σε υποχρεωτική άδεια, ενώ μια σειρά βασικών προγραμμάτων και υπηρεσιών αναστέλλεται.
Οι συζητήσεις μεταξύ των ηγετών των δύο κομμάτων κατέρρευσαν το βράδυ της Τρίτης, όταν καμία από τις δύο προτάσεις – ούτε η Ρεπουμπλικανική ούτε η Δημοκρατική – δεν κατάφερε να περάσει από τη Γερουσία. Οι Δημοκρατικοί, υπό την ηγεσία του Τσακ Σούμερ και του Χακίμ Τζέφρις, επέμειναν ότι οποιοδήποτε προσωρινό χρηματοδοτικό νομοσχέδιο πρέπει να περιλαμβάνει παράταση των ενισχυμένων φορολογικών πιστώσεων του Obamacare, αίτημα που οι Ρεπουμπλικανοί απέρριψαν. Από την πλευρά του, ο Τραμπ άφησε να εννοηθεί ότι η κυβέρνησή του θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το shutdown για να προχωρήσει σε ευρείες περικοπές παροχών, προειδοποιώντας ότι «μεγάλοι αριθμοί ανθρώπων» ενδέχεται να επηρεαστούν άμεσα.
Η εικόνα που διαμορφώνεται θυμίζει προηγούμενες κρίσεις. Από το 1980, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει οδηγηθεί σε shutdown ή χρηματοδοτικά κενά δεκατέσσερις φορές. Το πιο μακροχρόνιο σημειώθηκε στα τέλη του 2018, όταν η σύγκρουση για τη χρηματοδότηση του τείχους στα σύνορα με το Μεξικό οδήγησε σε παράλυση πέντε εβδομάδων.
Οι συνέπειες εκείνης της αναμέτρησης υπήρξαν αισθητές και στην οικονομία. Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου υπολόγισε ότι το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 3 δισ. δολάρια στο τέλος του 2018 και κατά άλλα 8 δισ. δολάρια στο πρώτο τρίμηνο του 2019, με περίπου 3 δισ. δολάρια να χάνονται οριστικά και να μην ανακτώνται ποτέ. Εθνικά πάρκα, μουσεία και δικαστήρια έμειναν κλειστά, πλήττοντας τον τουρισμό και τις τοπικές οικονομίες.
Επιχειρήσεις που συνεργάζονταν με το Δημόσιο έχασαν συμβόλαια που δεν αναπληρώθηκαν ποτέ, ενώ ακόμη και η φορολογική υπηρεσία ανέβαλε ελέγχους, στερώντας από το κράτος περίπου 2 δισ. δολάρια σε έσοδα
Το αν το σημερινό αδιέξοδο θα αποδειχθεί αντίστοιχα παρατεταμένο παραμένει αβέβαιο, καθώς οι διαφορές ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα μοιάζουν αγεφύρωτες.
Στην αμερικανική πρωτεύουσα, η ανησυχία είναι διάχυτη. Χιλιάδες εργαζόμενοι περιμένουν να ενημερωθούν αν θα λάβουν μισθούς, ενώ υπηρεσίες όπως η έκδοση διαβατηρίων, η διαχείριση πάρκων και ορισμένα προγράμματα πρόνοιας αναστέλλονται. Η Γερουσία έχει αναβάλει τις συνεδριάσεις της, αφήνοντας ανοιχτό το ερώτημα πότε – και υπό ποιους όρους – θα επιστρέψουν οι διαπραγματεύσεις στο τραπέζι.
Με τον Τραμπ να επιχειρεί να επιβάλει την ατζέντα του και τους Δημοκρατικούς να υπερασπίζονται κοινωνικά προγράμματα-κλειδιά, η αντιπαράθεση φαίνεται ότι θα δοκιμάσει για ακόμη μία φορά την αντοχή του αμερικανικού πολιτικού συστήματος και την υπομονή των πολιτών που βλέπουν το κράτος τους να «κατεβάζει ρολά».
Πηγή: dnews.gr