Για περισσότερα από δέκα χρόνια, ο ποιητής Κυριάκος Συφιλτζόγλου περιπλανιέται στα χωριά της Δράμας. Δεν αναζητά μόνο εικόνες, αλλά ίχνη ζωής. Με τον φωτογραφικό του φακό, που λειτουργεί περισσότερο σαν προέκταση της ποιητικής του ματιάς, εισέρχεται σε ακατοίκητα σπίτια. Σπίτια που στέκονται βουβά, ξεχασμένα, και όμως γεμάτα από τις ιστορίες όσων πέρασαν από μέσα τους.
Το νέο του λεύκωμα, με τον λιτό αλλά εύγλωττο τίτλο «ακατοίκητα», δεν είναι απλώς μια καταγραφή. Είναι ένα μνημονικό ταξίδι στον χρόνο και στον χώρο. Τα σπίτια αυτά χτίστηκαν κατά την οθωμανική περίοδο και μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών του 1922, έγιναν καταφύγιο προσφύγων. Μετά, τη δεκαετία του 1960 και του 1970, ερήμωσαν ξανά, αυτή τη φορά από τη μετανάστευση, κυρίως προς τη Γερμανία. Ο νομός Δράμας, άλλωστε, εκείνα τα χρόνια, είχε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά μετανάστευσης στην χώρα.
Το 1913, έτος προσάρτησης του νομού Δράμας στη μητέρα Ελλάδα, ξεκινάει η μετονομασία των χωριών, η οποία μετά την Ανταλλαγή του 1922, κορυφώνεται και αποκτά θεσμική υπόσταση με το νομοθετικό διάταγμα του 1926. Έτσι, η Τσατάλτζα γίνεται Χωριστή, η Κόβιτσα γίνεται Βαθύλακκος, το Εδέρνετζικ έγινε Αδριανή, ο Μοκρός γίνεται Λιβαδερό, το χωριό Τελίς γίνεται Βαθύτοπος. Και κάπως έτσι άλλαξαν ονομασία όλα τα παλιά οθωμανικά χωριά. Ο Κυριάκος Συφιλτζόγλου κάνει μια μοναδική προσφορά στην ιστορική μνήμη του γενέθλιου τόπου του, όταν κάτω από κάθε φωτογραφία που απαθανατίζει, γράφει το χωριό και με τις δυο ονομασίες του.
Στην εισαγωγή του βιβλίου αναφέρει χαρακτηριστικά: «Ένα φωτογραφικό οδοιπορικό σε έρημα σπίτια του νομού Δράμας. Σπίτια κυρίως της παραμεθορίου, κτισμένα κατά την οθωμανική περίοδο. Σπίτια που κυρίως κατοικήθηκαν από πρόσφυγες του ‘22 και έπειτα εγκαταλείφθηκαν -λες σε μία στιγμή. Ο χρόνος παγωμένος και ο φακός τυμβωρύχος διεισδύει σε κενοτάφια παραδομένα στη φθορά, στη φύση, στο φως. Ένα μνημονικό οδοιπορικό σε μια «νεκρή ζώνη» όλο λείψανα, χρώμα και κτερίσματα. Οι απόντες εκτός του κάδρου και η φωτογραφία πασχίζει να τους ξανασυναντήσει».
Και καθώς ο αναγνώστης ετοιμάζεται να το ξεφυλλίσει και να βυθιστεί στις ιστορίες του, ο ποιητής του εφιστά την προσοχή: «Από δω και πέρα να προσέχετε πού πατάτε, κάθε τριγμός σφυγμός τελευταίος ασπασμός – το φως θέλει να θυμάται, από δω και πέρα όλα ετοιμόρροπα – απ’ τα δοκάρια μόνο ο θάνατος κοιμάται».
Από την ανταλλαγή στην εγκατάλειψη, ιστορίες χωρίς πρόσωπα
Στις φωτογραφίες του ταλαντούχου Δραμινού φωτογράφου, ποιητή και νομικού, δεν υπάρχουν άνθρωποι, και όμως όλα είναι γεμάτα παρουσία. Ένα τραπέζι που στέκεται στρεβλό, ένας τοίχος που ξεφλουδίζει, μια κουρτίνα που χορεύει με τον αέρα, ένα άστρωτο σιδερένιο κρεβάτι, ένα σβησμένο καντήλι, παλιές στοιβαγμένες βαλίτσες, ο ξύλινος ξεθωριασμένος καναπές, μεταλλικά ρολόγια, πεταμένες φωτογραφίες, σπασμένα παραθυρόφυλλα. Όλα αυτά τα ερείπια μιλούν. Μιλούν για τη ζωή που υπήρξε κάποτε, για την απουσία που έγινε παρούσα. Και η ποίηση, είτε με λέξεις, είτε με εικόνες, έρχεται να δώσει φως εκεί που κυριαρχεί η σκιά, το σκοτάδι και η απομόνωση.
Τα «ακατοίκητα», από τις εκδόσεις «Ποταμός», είναι πολλά περισσότερα από ένα φωτογραφικό λεύκωμα. Είναι μια πράξη μνήμης, ένα στοχαστικό προσκύνημα στη σιωπή, μια απόπειρα να αποτυπωθεί η απουσία των απόντων. Είναι ένας φόρος τιμής όχι μόνο στους χώρους, αλλά και στους ανθρώπους που, κάποτε, τους ζωντάνεψαν. Γιατί τα σπίτια είναι οι άνθρωποι τους, οι ιστορίες τους, οι ζωές τους, τα παιδιά που μεγάλωσαν μέσα σε αυτά.
Ο Κυριάκος Συφιλτζόγλου δεν φωτογραφίζει για να συγκινήσει. Φωτογραφίζει για να κρατήσει ζωντανή τη θύμηση, τη μνήμη. Η μνήμη, όταν συναντά την ποιητική τέχνη, γίνεται μαρτυρία ή ακόμα και αντίσταση. Αντίσταση απέναντι στη λήθη, στη φθορά και στην αδιαφορία. Κάθε σελίδα του λευκώματος είναι και μια σιωπηλή εξιστόρηση. Ένα άδειο σπίτι γίνεται ποίημα. Ένα εγκαταλειμμένο δωμάτιο, μπορεί να είναι ένας ολόκληρος κόσμος. Και κάπως έτσι, μέσα από το φως, τη σκιά και τη σκόνη, αναδύεται μια άλλη όψη της συλλογικής μας ιστορίας, όχι από τις επίσημες, αλλά από εκείνες που κουβαλούν οι τοίχοι, τα πατώματα, τα βλέμματα που δεν πρόλαβαν να αποτυπωθούν.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ