Οι πληγές του Εμφυλίου μέσα από την οικογενειακή ιστορία στο βιβλίο «Οι λέξεις που δεν χόρτασα»

Οι πληγές του Εμφυλίου μέσα από την οικογενειακή ιστορία στο βιβλίο «Οι λέξεις που δεν χόρτασα»

«Αυτό που ειλικρινά θα ευχόμουν είναι όταν ο αναγνώστης κλείσει και την τελευταία σελίδα του βιβλίου μου να έχει νιώσει το ρίγος της ανθρώπινης μοίρας μέσα στη δίνη του πολέμου. Να έχει δει, όχι απλώς με τα μάτια αλλά με την καρδιά, το τίμημα που μπορεί να πληρώσει ένας άνθρωπος ή μια ολόκληρη οικογένεια, όταν βρεθεί αδύναμη ανάμεσα στις μυλόπετρες της πόλωσης και του διχασμού». Ο Διονύσης Διαμαντόπουλος, συγγραφέας του βιβλίου «Οι λέξεις που δεν χόρτασα» (εκδόσεις «Σύγχρονοι Ορίζοντες»), μεγάλωσε ακούγοντας ψιθύρους για τους προγόνους του, που χάθηκαν απρόσμενα και άδικα στα δύσκολα χρόνια του Εμφυλίου. Η ανάγκη του να φέρει στο φως όλη την κρυμμένη οικογενειακή ιστορία, τον οδήγησε στη συγγραφή του βιβλίου, που, όπως πιστεύει, μιλάει για όλες τις μικρές, σιωπηλές τραγωδίες που χάθηκαν μέσα στη μεγάλη Ιστορία της χώρας.

Το ιστορικό μυθιστόρημα του Διονύση Διαμαντόπουλου αναβιώνει τη δύσκολη μνήμη του ελληνικού Εμφυλίου, μεταπλάθοντας το ατομικό και συλλογικό τραύμα, όχι για να ξύσει παλιές πληγές, αλλά για να αναδείξει τις τραγικές συνέπειες του πολέμου στις επόμενες γενιές. Στη σκιά του μυθικού Ολύμπου και μέσα στη θύελλα του Εμφυλίου ξετυλίγεται η ιστορία ενός ζευγαριού νέων ανθρώπων, που ενώ είχαν επιλέξει την ειρήνη και την οικογενειακή γαλήνη, παρασύρθηκαν στη δίνη μοιραίων και ανεξέλεγκτων καταστάσεων, που είχε δημιουργήσει ο μισαλλόδοξος πόλεμος και η τυφλή βία. Οι δυο βασικοί ήρωες του βιβλίου, καθώς και όλα τα περιγραφόμενα άτομα, είναι πραγματικά, όπως και όλοι οι τόποι και οι χρονολογίες των γεγονότων.

«Ήταν το χρέος που με ώθησε να γράψω τις Λέξεις που δεν χόρτασα. Ένα χρέος τόσο για τις πνιγμένες λέξεις, όσο και για τους φόβους, τις σιωπές και τις πληγές που πέρασαν από γενιά σε γενιά και έφτασαν ως τις μέρες μας», λέει ο συγγραφέας σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, εκφράζοντας την ελπίδα ο αναγνώστης του βιβλίου του «να μπορέσει να κατανοήσει καλύτερα τι ήταν εκείνο που εξέθρεψε την τυφλή βία και να συναισθανθεί τις τραγικές συνέπειες που είχε εκείνος ο αδιανόητος πόλεμος».

Ο συγγραφέας παραδέχεται ότι η συγγραφή είναι ασύγκριτα πιο δύσκολη, όταν υπάρχει προσωπική συναισθηματική εμπλοκή «γιατί το συναίσθημα, ενώ είναι επίμονα παρών και σε συνοδεύει από την πρώτη ως την τελευταία λέξη του μυθιστορήματος, εσύ ως συγγραφέας οφείλεις να μην παρασυρθείς από προσωπικές ευαισθησίες, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος να μετατρέψεις το μυθιστόρημά σου σε μελόδραμα». 

Για την ισορροπία μεταξύ ιστορικής ακρίβειας και ανθρώπινου βιώματος παρατηρεί ότι σε ένα ιστορικό μυθιστόρημα, η ιστορική ακρίβεια προσφέρει το αναγκαίο πλαίσιο, το οποίο πρέπει να είναι πλήρως τεκμηριωμένο ως προς τη χρονική και κοινωνική αλήθεια και από την άλλη, το ανθρώπινο βίωμα είναι αυτό που δίνει τον παλμό στο μυθιστόρημα. «Η λογοτεχνία, ως αφηγηματική φωνή που αποτυπώνει ιστορικές περιόδους και αποκαλύπτει ανθρώπινα βιώματα, γεφυρώνει και ισορροπεί τα δύο αυτά στοιχεία. Ειδικά στο ιστορικό μυθιστόρημα, που δεν είναι ούτε στεγνό και άνευρο ιστορικό δοκίμιο ούτε αυθαίρετη μυθοπλασία, ο συγγραφέας φωτίζει τα ιστορικά γεγονότα μέσα από το βλέμμα ενός ανθρώπου που τα έχει βιώσει άμεσα», σημειώνει.

«Εξακολουθούμε να είμαστε εγκλωβισμένοι στην πόλωση του Εμφυλίου»

Ο κ. Διαμαντόπουλος πιστεύει στην ανάγκη συμφιλίωσης με το παρελθόν- αυτός άλλωστε ήταν εξαρχής και ο βασικός στόχος συγγραφής του βιβλίου του. «Η γνωστή ιστορικός Μαρία Ευθυμίου έχει πει πως οι Έλληνες εξακολουθούμε να είμαστε εγκλωβισμένοι στην πόλωση του Εμφυλίου. Και δυστυχώς αυτό αποτελεί μια πικρή αλήθεια για τη σύγχρονη πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα, καθώς βλέπουμε τον εμφυλιοπολεμικό λόγο να έρχεται ευκαίρως ακαίρως στον δημόσιο λόγο. Κι αυτό γίνεται σχεδόν πάντα με όρους διχασμού. Ποτέ με όρους συμφιλίωσης. Το γεγονός ίσως να οφείλεται στο ότι ο Εμφύλιος δημιούργησε στη χώρα μας ισχυρές πολιτικές ταυτότητες, που με τη σειρά τους συνέβαλαν στη δημιουργία ισχυρών στερεοτύπων για τον ιδεολογικό αντίπαλο», σημειώνει, προσθέτοντας ότι «το βιβλίο μου δεν επιδιώκει να συνεχιστεί ο εμφύλιος μέσα από τη λογοτεχνία, αλλά μέσα από τη λογοτεχνία να δούμε τα λάθη του παρελθόντος για να μην τα επαναλάβουμε στο μέλλον».

Ως προς το τι γνωρίζει σήμερα η νέα γενιά για τον Εμφύλιο, ο κ. Διαμαντόπουλος, ο οποίος έχει εργαστεί ως εκπαιδευτικός στη Γενική και την Ειδική Αγωγή και υπηρέτησε ως Διευθυντής Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ημαθίας, εκτιμά πως «η γνώση της είναι περιορισμένη και αποσπασματική, κι αυτό εξαιτίας του γεγονότος ότι το τμήμα αυτό της σύγχρονης Ιστορίας μας δεν διδάσκεται στο βάθος και την έκταση που απαιτούν τα γεγονότα και κυρίως τα διδακτικά συμπεράσματα» και «έτσι οι νέοι μας γνωρίζουν μεν ότι ο Εμφύλιος ήταν ένας πόλεμος μεταξύ Ελλήνων, γνωρίζουν κάποιους τόπους και πρόσωπα (Γράμμος, Βίτσι, Βελουχιώτης, Βαφειάδης), όμως δεν γνωρίζουν σε βάθος τα αίτια που εξέθρεψαν την ιδεολογική πόλωση και τον εθνικό διχασμό και, κυρίως, δεν γνωρίζουν τις τραγικές συνέπειες της βίας και τις βαθιές πληγές που αυτή άφησε στο σώμα της Χώρας».

Ερωτηθείς για τη συνύπαρξη και αλληλεπίδραση στη γραφή του των ιδιοτήτων του συγγραφέα και του εκπαιδευτικού, παραδέχεται: «Οι δύο ιδιότητες συνυπάρχουν αναπόφευκτα και αλληλεπιδρούν εκ των πραγμάτων στη γραφή, καθώς δύσκολα ξεφεύγει κανείς από έναν συγκεκριμένο επαγγελματικό τρόπο σκέψης. Θεωρώ πως η διττή μου ιδιότητα, ως εκπαιδευτικού και συγγραφέα, με βοηθά σε κάθε λογοτεχνικό μου έργο να φωτίζω τα γεγονότα χωρίς να τα βαρύνω υπέρμετρα και ταυτόχρονα να μετατρέπω με τη γραφή μου τη γνώση σε βίωμα και την πληροφορία σε συναίσθημα».

*Τις φωτογραφίες παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο συγγραφέας Διονύσης Διαμαντόπουλος

Loading

Play