Στη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης, ανάμεσα σε αναλόγια, βιολιά και μουσικούς που θα περιμένουν την πρώτη κίνηση της μπαγκέτας για να δώσουν τον ήχο της νέας χρονιάς, θα σταθεί φέτος μία εμβληματική φιγούρα που συνδέει τα βιεννέζικα βαλς με τη χώρα μας.
Την καθιερωμένη Πρωτοχρονιάτικη Συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης (ΚΟΘ), που θα έχει φέτος βιενέζικο αέρα και μουσική από οπερέτες, πόλκες και βαλς των Κράισλερ, Λέχαρ, Σαμάρα και Στράους, θα πλαισιώσει η Σίσσυ, η αυτοκράτειρα της Αυστρίας. Το κοινό θα τη δει να μιλά ελληνικά, να συνομιλεί με τον δάσκαλό της, να αφηγείται την ιστορία της και να σχολιάζει τη μουσική που ακούγεται.
«Η πριγκίπισσα Σίσσυ είναι μια φιγούρα που έχει σχέση με την Ελλάδα, λόγω της Κέρκυρας και του Παλατιού στο Αχίλλειο, ενώ συνδέεται και με τη Βιέννη στην εποχή που ήταν στα καλύτερά της, την εποχή των βαλς», δηλώνει η Ανθή Σαββάκη, που υπογράφει τη σύνθεση των κειμένων και τη σκηνοθεσία της παράστασης, υπογραμμίζοντας ότι την καινοτόμα ιδέα για αυτή την υβριδική εμπειρία είχε ο διευθυντής της ΚΟΘ, Σίμος Παπάνας.
Το θέατρο αναμένεται, έτσι, να μπει στον παλμό των βαλς, οι άριες να συνομιλήσουν με τις μνήμες της Κέρκυρας και του Αχίλλειου και το νέο έτος, εκτός από ήχους, να υποδεχθεί και αφήγηση – μια πρωτότυπη συνάντηση Βιέννης και Ελλάδας πάνω στη σκηνή. «Αυτό που, κατά τη γνώμη μου, θα κάνει πολύ ενδιαφέρουσα την παράσταση είναι ότι θα έχουμε τη Σίσσυ πάνω στη σκηνή όχι ακριβώς στον ρόλο της αφηγήτριας, αλλά σαν να είμαστε όλοι παρόντες σε ένα μάθημα ελληνικών που κάνει με τον Χρηστομάνο», αναφέρει η σκηνοθέτιδα. Όπως εξηγεί, τις πληροφορίες για τη ζωή και την ιδιοσυγκρασία της Σίσσυς τις άντλησε κυρίως από το «Βιβλίο της Αυτοκράτειρας Ελισάβετ» του Έλληνα συγγραφέα και ποιητή Κωνσταντίνου Χρηστομάνου, ο οποίος υπήρξε δάσκαλος ελληνικών της και συχνός καλεσμένος της στο Αχίλλειον, σε μια περίοδο όπου η αυτοκράτειρα μιλούσε άπταιστα ελληνικά και μελετούσε την αρχαία και νεότερη ελληνική γραμματεία.
Από την πλευρά της, η Έλενα Μεγγρέλη, που ενσαρκώνει τη Σίσσυ, σημειώνει ότι όταν της έγινε η πρόταση ένιωσε χαρά αλλά και αγωνία για το πώς μπορεί να αποδοθεί σκηνικά «αυτή η εμβληματική και συνάμα βαθιά αντιφατική γυναίκα» στο πλαίσιο μιας συναυλίας με μουσικό σύνολο και όχι ενός αυτούσιου θεατρικού έργου. «Η Σίσσυ ήταν μια γυναίκα εγκλωβισμένη ανάμεσα στις υποχρεώσεις της αυτοκρατορικής ζωής και στη βαθιά ανάγκη της για ελευθερία. Ενώ ήταν περιτριγυρισμένη από μια ολόκληρη Αυλή, ένιωθε μοναξιά, εχθρικότητα και μελαγχολία. Στο πρόσωπο του Χρηστομάνου έβλεπε έναν έμπιστο φίλο-εξομολογητή. Και στη συναυλία-μάθημα αυτή η “θλιμμένη πριγκίπισσα” εκμυστηρεύεται και αλαφραίνει», επισημαίνει.
Σκηνοθέτιδα και μαέστρος συνεργάστηκαν, όπως τονίζει η κ. Σαββάκη, ώστε να ενωθεί η μουσική ραχοκοκαλιά με την αντίστοιχη αφηγηματική. «Δουλέψαμε στενά με τον Μιχάλη Οικονόμου και πετύχαμε τα κομμάτια να δίνουν πάσα στην αφήγηση και η αφήγηση της Σίσσυς να δίνει πάσα στα κομμάτια», αναφέρει, σημειώνοντας ότι πρωταγωνίστρια παραμένει η μουσική, με την αναλογία της σε σχέση με το λιμπρέτο να διαμορφώνεται περίπου στο 60-40%. Παράλληλα, όπως επισημαίνει, ζητούμενο στη γραφή και τη σκηνοθεσία ήταν να μη βαρύνει συναισθηματικά η αφήγηση, παρά τις δυσκολίες και τη σκοτεινή πλευρά της ζωής της Σίσσυς, ώστε η βραδιά να διατηρεί έναν γιορτινό και αισιόδοξο τόνο, αντάξιο της υποδοχής του νέου έτους.
Για τις ιδιαίτερες συνθήκες προετοιμασίας μιλά και η Έλενα Μεγγρέλη, τονίζοντας ότι η συνεργασία με μια συμφωνική ορχήστρα απαιτεί ακρίβεια, συντονισμό και προσαρμογή. «Σε αντίθεση με το θέατρο, όπου οι πρόβες διαρκούν μήνες στον ίδιο χώρο, εδώ υπάρχει μόνο η δυνατότητα λίγων γενικών δοκιμών με όλο το Σύνολο και στον χώρο της συναυλίας. Αυτό είναι απαιτητικό, λόγω του πλήθους και του περιορισμένου χρόνου, αλλά και μια ανεπανάληπτη ζωντανή σκηνική εμπειρία», καταλήγει.
Το κοινό θα έχει την ευκαιρία να απολαύσει ένα ιδιαίτερο θέαμα, ακούγοντας την ΚΟΘ στα καλύτερά της και γνωρίζοντας παράλληλα την ανθρώπινη πλευρά της αυτοκράτειρας της Αυστρίας. Στη συναυλία συμμετέχουν σπουδαίοι λυρικοί τραγουδιστές, όπως η Γερμανίδα σοπράνο Katharina Ruckgaber και ο Δανός τενόρος Peter Lodahl, ενώ την ΚΟΘ διευθύνει ο Μιχάλης Οικονόμου.
Οι τρεις συναυλίες θα δοθούν την Πρωτοχρονιά (Πέμπτη 1 Ιανουαρίου 2026), την Παρασκευή 2 και το Σάββατο 3 Ιανουαρίου, στις 19:00, στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης (Αίθουσα Φίλων Μουσικής – Μ1).
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
![]()
