Η απάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στη συνέντευξη Τύπου της Κυριακής, στην 89η ΔΕΘ, όταν ρωτήθηκε για τα σενάρια που θέλουν τον Αντώνη Σαμαρά να επεξεργάζεται το σχέδιο δημιουργίας νέου κόμματος στα δεξιά της ΝΔ, ήταν ανθρώπινη, μεστή και συναισθηματικά φορτισμένη.
Απέφυγε κάθε πολιτικό σχολιασμό, λέγοντας πως «βλέπει έναν πατέρα που έχασε το παιδί του» και πως αυτή η οδύνη σκεπάζει τα πάντα. Και όντως, μια τέτοια προσωπική τραγωδία δεν προσφέρεται για κομματική εκμετάλλευση ούτε για παρασκηνιακές αναλύσεις. Όμως, σε επίπεδο πολιτικής ουσίας, η συγκεκριμένη απάντηση άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να επιχειρηθεί το επόμενο διάστημα ένα πολιτικό «άνοιγμα» του Μεγάρου Μαξίμου στον πρώην πρωθυπουργό, παρά το γεγονός ότι ένα τέτοιο σχέδιο φέρεται να βρίσκεται πάνω στο τραπέζι, αλλά παραμένει «ανομολόγητο».
Στα σχεδόν έξι χρόνια διακυβέρνησης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ουδέποτε επιδίωξε ούτε είχε καλές σχέσεις με τον Αντώνη Σαμαρά και τον Κώστα Καραμανλή. Απεναντίας, δεν ήθελε να μπλέκονται στα… πόδια του. Και αν με τον δεύτερο η σχέση παραμένει «σιωπηλή» και «μετρημένη», με τον πρώτο είναι ανταγωνιστική και με πολλές «σκιές» και εντάσεις αναφορικά με τον τρόπο άσκησης εξωτερικής πολιτικής από το 2019 έως σήμερα.
Αναμφίβολα, το γεγονός ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε να απαντήσει σε προσωπικό και όχι πολιτικό επίπεδο φανερώνει αφενός σεβασμό. Αφετέρου, όμως, δείχνει και μια σχετική αμηχανία ή δεύτερες σκέψεις για να «κλείσει» η πληγή. Δεν είναι εύκολο να αγνοηθεί πως πίσω από την ευαισθησία της στιγμής, κρύβεται η πολιτική ανάγκη να «γεφυρωθεί» το χάσμα με τον Μεσσήνιο πολιτικό και κατ’ επέκταση με το ακροατήριο που τον ακολουθεί..
Το πολιτικό άνοιγμα που δεν έγινε (ακόμα)
Εντός της Νέας Δημοκρατίας είναι πολλοί εκείνοι που υποστηρίζουν ότι οι δίαυλοι με την πλευρά Σαμαρά πρέπει να παραμένουν ανοιχτοί πέραν της όποιας θεσμικής ευγένειας. Μάλιστα οι ίδιοι, κατ’ ιδίαν, χαρακτηρίζουν «στρατηγικό λάθος» την διαγραφή του, επισημαίνοντας ότι ο πρώην πρωθυπουργός εξακολουθεί να ασκεί επιρροή σε ένα σημαντικό τμήμα της παραδοσιακής βάσης της ΝΔ, ιδίως στη Βόρεια Ελλάδα, το οποίο δεν… περισσεύει ενόψει των εθνικών εκλογών του 2027. Εκτιμούν, δε, ότι η μέχρι πρότινος άρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη να ανοίξει δίαυλο επικοινωνίας με αυτήν την πτέρυγα δεν είναι απλώς προσωπική επιλογή, αλλά πολιτικό ρίσκο. Και αυτό γιατί η Νέα Δημοκρατία βιώνει μια περίοδο κατά την οποία βρίσκεται αντιμέτωπη με φθορά, κυβερνητική κόπωση και «διαρροές» προς τα δεξιά της.
Το παράδειγμα της ΔΕΘ και το (συμβολικό) πολιτικό χρέος
Όλα αυτά αξιολογήθηκαν σοβαρά από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και από το Βελλίδειο Συνεδριακό Κέντρο προσπάθησε να ρίξει τους τόνους. Ένα γενναίο άνοιγμα σε πρόσωπα όπως ο Αντώνης Σαμαράς, έστω και σε επίπεδο συμβολισμού, θα μπορούσε να στείλει μήνυμα ενότητας στη βάση της Νέας Δημοκρατίας. Θα καθιστούσε, επίσης, σαφές ότι ο σημερινός πρωθυπουργός δεν λειτουργεί ως διαχειριστής μιας εσωκομματικής ισορροπίας, αλλά ως ηγέτης μιας παράταξης με βάθος, εύρος και συνοχή. Οι επόμενες κινήσεις του Μεγάρου Μαξίμου θα δείξουν πώς τοποθετεί ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης τον εαυτό του εντός του κόμματος.