Η 89η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης δεν αποτελεί απλώς ένα ετήσιο γεγονός με οικονομική και εμπορική σημασία. Φέτος, περισσότερο από ποτέ, λειτουργεί ως συμβολικός δείκτης μιας ευρύτερης μεταβατικής φάσης για την πόλη.
* Άρθρο του Δημάρχου Θεσσαλονίκης, Στέλιου Αγγελούδη, από την έντυπη έκδοση της Politic στο πλαίσιο της 89ης ΔΕΘ
Η Θεσσαλονίκη δείχνει –επιτέλους– σημάδια αφύπνισης. Μετά από δεκαετίες αδράνειας και χαμένων ευκαιριών, μια νέα αναπτυξιακή δυναμική αρχίζει να σχηματίζεται. Ωστόσο, παραμένει ζητούμενο αν αυτή η κινητικότητα θα μετουσιωθεί σε σταθερή, βιώσιμη πρόοδο.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μεγάλα έργα, όπως η έναρξη της λειτουργίας του Μετρό αλλά και η εντός των χρονοδιαγραμμάτων εξέλιξη των εργασιών του fly over σηματοδοτούν μια αλλαγή στάσης και εποχής, μια αλλαγή που μας επιτρέπει να αισιοδοξούμε. Αλλά δεν αρκεί. Η ουσιαστική αναβάθμιση της Θεσσαλονίκης απαιτεί επιτάχυνση των ρυθμών, συνέργειες, συντονισμό και κυρίως, την πολιτική βούληση να κλείσουμε τις εκκρεμότητες του παρελθόντος.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η επέκταση του 6ου προβλήτα στο Λιμάνι – ένα έργο στρατηγικής σημασίας που μπορεί να μετατρέψει την πόλη σε κεντρικό κόμβο διαμετακόμισης στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Αλλά για να έχει πραγματικό αντίκτυπο, πρέπει να πλαισιωθεί από κρίσιμες υποδομές: σιδηροδρομικές και οδικές συνδέσεις που ακόμα δεν έχουν προχωρήσει.
Παράλληλα, η Θεσσαλονίκη έχει την ευκαιρία να αναδειχθεί ως ένα σύγχρονο περιφερειακό hub εκπαίδευσης, καινοτομίας και τεχνολογίας. Διαθέτει τρία μεγάλα πανεπιστήμια με ειδικό ακαδημαϊκό βάρος, ένα ταχύτατα αναπτυσσόμενο τεχνολογικό οικοσύστημα και σημαντική γεωστρατηγική θέση. Το εγχείρημα του ThessIntec θα πρέπει να αποτελέσει την «πύλη» της πόλης προς τη νέα ψηφιακή εποχή – υπό τον όρο ότι δεν θα μείνει ένα ακόμη μεγαλόπνοο σχέδιο στα χαρτιά.
Η επόμενη μέρα για τη Θεσσαλονίκη απαιτεί τολμηρές αποφάσεις και δράσεις. Η αξιοποίηση του πρώην στρατοπέδου Γκόνου για τη δημιουργία κέντρου logistics, η επέκταση του Μετρό προς τα δυτικά, η αναβάθμιση του σιδηροδρομικού δικτύου και, βεβαίως, η ολοκληρωμένη ανάπλαση της ΔΕΘ είναι παρεμβάσεις που δεν μπορούν να περιμένουν άλλο.
Η περίπτωση της ΔΕΘ είναι ίσως η πιο χαρακτηριστική: ένας χώρος με ιστορική βαρύτητα και δυναμική, ο οποίος μπορεί να μεταμορφωθεί σε ένα εμβληματικό τοπόσημο πρασίνου, πολιτισμού, βιώσιμης επιχειρηματικότητας και καινοτομίας.
Η δημιουργία με δημόσια επένδυση ενός μεγάλου μητροπολιτικού πάρκου, ενός σύγχρονου εκθεσιακού κέντρου και ενός συνεδριακού κέντρου, -προσθήκης απαραίτητης για την ενίσχυση του συνεδριακού Τουρισμού- καθώς και ενός μεγάλου υπόγειου πάρκινγκ που θα δώσει λύσεις στο μείζον πρόβλημα της στάθμευσης, αποτελεί όχι μόνο αστική ανάγκη, αλλά και σύμβολο του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τη νέα ταυτότητα και τη βιώσιμη λειτουργία της πόλης.
Το ζητούμενο είναι να προχωρήσουμε από τη θεωρία στην πράξη. Η Θεσσαλονίκη έχει όλες τις προϋποθέσεις – ιστορία, γνώση, στρατηγική θέση, ανθρώπινο δυναμικό. Αυτό που χρειάζεται είναι συνέπεια, αποφασιστικότητα και υπευθυνότητα.
Τα σχέδια υπάρχουν, οι προθέσεις έχουν καταγραφεί επανειλημμένα. Νέες καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των μεγάλων έργων υποδομής φαλκιδεύουν την αναπτυξιακή πορεία της και την καταδικάζουν σε μια ιδιότυπη ομηρία.
Η Θεσσαλονίκη βλέπει πως -επιτέλους- κάτι κινείται. Υποχρέωσή μας είναι να επιμείνουμε σε κάθε διεκδίκηση, ώστε να κερδίσουμε όλοι μαζί την πόλη που ονειρευόμαστε, που μας αξίζει και δικαιούμαστε.