Η αναγέννηση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου: Μια νέα εποχή για τον πολιτισμό

Η αναγέννηση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου: Μια νέα εποχή για τον πολιτισμό

Το μέλλον του σημαντικότερου πολιτιστικού οργανισμού της χώρας και η μεταμόρφωσή του σε έναν παγκόσμιο προορισμό που θα επαναπροσδιορίσει την περιοχή του κέντρου της Αθήνας, βρέθηκε στο επίκεντρο του πάνελ «Μπορεί το Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο να γίνει Παγκόσμιος Τουριστικός Προορισμός;» στο συνέδριο «Reimagine Tourism» της «Καθημερινής». Στη συζήτηση, την οποία συντόνισε ο δημοσιογράφος Ηλίας Μαγκλίνης, συμμετείχαν η Πρόεδρος του Δ.Σ. του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, Ιωάννα Δρέττα, και ο καθηγητής Αρχιτεκτονικής Ανδρέας Κούρκουλας, αναλύοντας το χρονοδιάγραμμα, την αρχιτεκτονική φιλοσοφία και το κοινωνικό αποτύπωμα της επέκτασης.

«Αν το Μουσείο στο Κάιρο αποκαλείται το Μουσείο των Μουσείων, το δικό μας είναι το Μουσείο των Μουσείων του Δυτικού Πολιτισμού», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Κούρκουλας, δίνοντας το στίγμα της βαρύτητας του εγχειρήματος. Η κα Δρέττα παρείχε, για πρώτη φορά με τόση σαφήνεια, ένα αδρό χρονοδιάγραμμα για την υλοποίηση του έργου. Σύμφωνα με την Πρόεδρο του Μουσείου, οι μελέτες αναμένεται να ολοκληρωθούν στα μέσα του 2027. Αμέσως μετά θα ξεκινήσει η δημοπράτηση του έργου και η μεταφορά των εκθεμάτων, καθώς το μουσείο θα χρειαστεί να κλείσει για το κοινό. Η ονομαστική διάρκεια της κατασκευής υπολογίζεται στα τέσσερα χρόνια, ενώ θα απαιτηθεί τουλάχιστον ένας ακόμη χρόνος για το στήσιμο της έκθεσης.

Στη νέα του μορφή, το μουσείο θα εκθέτει περίπου 16.500 αντικείμενα, πολλά από τα οποία θα βγουν για πρώτη φορά από τις αποθήκες, καλύπτοντας 10.000 χρόνια πολιτισμού. Η κα Δρέττα χαρακτήρισε το μουσείο ως την «Κιβωτό της Αρχαίας Ελληνικής Τέχνης», επισημαίνοντας πως δεν υπάρχει έκθεση αρχαίου ελληνικού πολιτισμού στον κόσμο που να μην περιλαμβάνει αντικείμενα από τις συλλογές του.

Η συζήτηση εστίασε στην αρχιτεκτονική πρόταση των γραφείων David Chipperfield Architects και Αλέξανδρου Τομπάζη, η οποία επιλέχθηκε ομόφωνα από τη Διεθνή Επιτροπή Αξιολόγησης. Ο κ. Κούρκουλας υπερασπίστηκε την επιλογή της κλειστής διαδικασίας με προσκλήσεις, αντιπαραβάλλοντας την με το παράδειγμα του Καΐρου, όπου η ανοιχτή διαδικασία οδήγησε σε χιλιάδες συμμετοχές καθιστώντας αδύνατη την ουσιαστική αξιολόγηση. Απαντώντας στην κριτική ότι η νέα επέκταση θα «κρύβει» το ιστορικό κτίριο από την οδό Πατησίων, ο κ. Κούρκουλας εξήγησε τη φιλοσοφία της «αποκάλυψης-απόκρυψης». Παρομοίασε τη σχεδιαστική προσέγγιση με εκείνη του κτιρίου Αβέρωφ στο Πολυτεχνείο, όπου το κτίριο αποκαλύπτεται σταδιακά στον επισκέπτη, προσδίδοντας του μεγαλύτερη αξία μέσω της θεατρικότητας της διαδρομής. «Η επέκταση του μουσείου γίνεται από χώμα», σημείωσε, αναφερόμενος σε μια καινοτόμο τεχνική που σέβεται το περιβάλλον και την ιστορικότητα του χώρου.

Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στη σχέση του Μουσείου με την πόλη και τη γειτονιά. Κοινός τόπος των ομιλητών ήταν η ανάγκη να αποφευχθεί η «τουριστική μονοκαλλιέργεια». «Το μεγάλο στοίχημα είναι το νέο μουσείο να αποτελέσει πόλο συγκέντρωσης της περιοχής και να κάνει μια ισορροπία με την τοπική κοινότητα», ανέφερε ο κ. Κούρκουλας, υπογραμμίζοντας πως σε αντίθεση με το Μουσείο της Ακρόπολης που είναι ένα «global» τοπόσημο, το Εθνικό Αρχαιολογικό πρέπει να κερδίσει τους κατοίκους της Αθήνας.

Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Κούρκουλας εξέφρασε τη λύπη του για τη «χαμένη ευκαιρία» ένταξης των τριών μπροστινών κτιρίων του Πολυτεχνείου στον σχεδιασμό, γεγονός που θα επέτρεπε μια οργανική σύνδεση του Μουσείου με το ΕΜΠ για εκπαιδευτικές και πολιτιστικές δράσεις, κρατώντας ζωντανό τον εκπαιδευτικό χαρακτήρα του κέντρου.

Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία της συζήτησης αφορούσε την περίοδο που το μουσείο θα παραμείνει κλειστό. Η κα Δρέττα διαβεβαίωσε πως το μουσείο θα έχει «δυναμική παρουσία» ακόμη και κατά τη διάρκεια των εργασιών. Ο κ. Κούρκουλας κατέθεσε μια οραματική πρόταση για τη διαδικασία μεταφοράς των αρχαιοτήτων, παρομοιάζοντάς την με τελετή έναρξης Ολυμπιακών Αγώνων. Περιέγραψε μια εικόνα όπου τα αγάλματα θα διασχίζουν την πόλη σε μια δημόσια διαδικασία, μετατρέποντας μια τεχνική ανάγκη σε ένα κορυφαίο πολιτιστικό γεγονός διεθνούς προβολής, αντίστοιχο με πρακτικές που έχουν εφαρμοστεί στη Ρώμη και την Αίγυπτο. Η συζήτηση έκλεισε με την κοινή παραδοχή ότι το Νέο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο δεν σχεδιάζεται απλώς για το σήμερα, αλλά ως ένα τοπόσημο που θα υπηρετεί τον πολιτισμό για τους επόμενους δύο αιώνες.

Loading

Play