«Σφυγμός» Prorata: Η ΝΔ παραμένει κυρίαρχη αλλά σε σταθερά χαμηλά επίπεδα – Η Ελληνική Λύση κοντράρεται με ΠΑΣΟΚ
(ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ/EUROKINISSI)

«Σφυγμός» Prorata: Η ΝΔ παραμένει κυρίαρχη αλλά σε σταθερά χαμηλά επίπεδα – Η Ελληνική Λύση κοντράρεται με ΠΑΣΟΚ

Η τακτική μέτρηση πολιτικών και εκλογικών τάσεων της Prorata για τον Σεπτέμβριο, υπό τον τίτλο «Σφυγμός», δείχνει μικρές διαφοροποιήσεις σε σχέση με την εικόνα που είχε αποτυπωθεί στα μέσα του καλοκαιριού.

Σε γενικές γραμμές, τα κυριότερα προβλήματα που αναγνωρίζουν οι πολίτες είναι η ακρίβεια, καθώς και θέματα διαφθοράς και διαφάνειας. Ακολουθούν ζητήματα που σχετίζονται με το μεταναστευτικό — κυρίως λόγω της υψηλής προτεραιότητάς του για τους ψηφοφόρους της Ν.Δ. και της Ελληνικής Λύσης — και το Σύστημα Υγείας, το οποίο ξεχωρίζει κυρίως για τους ψηφοφόρους του αριστερού χώρου. Σε αυτό το πλαίσιο, το κοινωνικό και συναισθηματικό κλίμα διαμορφώνεται κυρίως από αισθήματα απογοήτευσης, θυμού και απελπισίας, τα οποία εμφανίζονται έντονα ιδιαίτερα στις νεότερες ηλικίες και στα χαμηλότερα εισοδήματα.

Όσον αφορά την παρουσία του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, τα αποτελέσματα καταδεικνύουν μέτριο έως χαμηλό βαθμό ικανοποίησης από τις εξαγγελίες. Επιπλέον, ακόμη και εάν αυτές υλοποιηθούν, η εκτίμηση ότι θα επηρεάσουν ουσιαστικά την καθημερινή ζωή των πολιτών είναι εξαιρετικά χαμηλή, υπονομεύοντας πιθανώς τις προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί. Συγκεκριμένα, το 24% των ερωτηθέντων δηλώνει σχετική ή υψηλή ικανοποίηση από τις εξαγγελίες, ενώ μόλις το 14% θεωρεί ότι η ζωή του θα βελτιωθεί πολύ ή αρκετά εάν αυτές εφαρμοστούν. Το 25% πιστεύει ότι η βελτίωση θα είναι μικρή, ενώ το 60% δηλώνει ότι δεν αναμένει καμία απολύτως αλλαγή.

Ως προς το ενδεχομένως κρισιμότερο πεδίο κομματικού ανταγωνισμού, την οικονομία, το 20% δηλώνει πολύ ή αρκετά ικανοποιημένο από τις επιδόσεις της κυβέρνησης, το 22% όχι ιδιαίτερα, ενώ η μεγάλη πλειοψηφία (58%) καθόλου, τεκμηριώνοντας ευρύτερη δυσαρέσκεια σε σχέση με την εφαρμοζόμενη οικονομική πολιτική. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, μόλις το 14% θεωρεί ότι η κατάσταση στην οικονομία θα ήταν καλύτερη με μια κυβέρνηση της Ελληνικής Λύσης, το 13% με μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ή ΚΚΕ και μόλις το 10% αν κυβερνούσε η Πλεύση Ελευθερίας. Ούτε όμως η προοπτική σχηματισμού μιας κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ δείχνει να πείθει (12%), ακόμα και αν συνολικά προκαλεί σημαντικά μικρότερη ανησυχία. Εν κατακλείδι, τα στοιχεία τεκμηριώνουν ισχυρή αμφισβήτηση της ικανότητας της αντιπολίτευσης να πείσει ότι υπάρχει εναλλακτική και ενδεχομένως μια σταδιακή παγίωση της αντίληψης ότι τα δεδομένα στο οικονομικό πεδίο γενικώς δεν μπορούν να αλλάξουν δραστικά.

Την ίδια στιγμή, το 16% της κοινής γνώμης θεωρεί ότι την πιεστικότερη στην κυβέρνηση αντιπολίτευση ασκεί η Ελληνική Λύση, το 14% ότι την ασκεί η Πλεύση Ελευθερίας, το 13% το ΠΑΣΟΚ και το 5% το ΚΚΕ. Ωστόσο, το 40% εκτιμά ότι κανένα κόμμα δεν πιέζει επαρκώς την κυβέρνηση, εύρημα-τεκμήριο και στην υπόθεση περί μη αποτελεσματικής αντιπολίτευσης. Ως ενδείξεις, δε, των συνολικότερων δημογραφικών διαφοροποιήσεων που καταγράφονται στις πολιτικές στάσεις, οι νεότεροι εκλογείς και τα χαμηλότερα εισοδήματα αξιολογούν με θετικότερο τρόπο απ’ ό,τι οι μεγαλύτερες ηλικίες και τα υψηλότερα εισοδήματα την αντιπολιτευτική αποτελεσματικότητα της Ελληνικής Λύσης και της Πλεύσης Ελευθερίας, την ίδια στιγμή που το ποσοστό, το οποίο λαμβάνει το κόμμα του Κ. Βελόπουλου στον σχετικό δείκτη μεταξύ των εκλογέων της βόρειας Ελλάδας σκαρφαλώνει στο 24%.

Εν συνεχεία, διερευνήθηκε η στάση της κοινής γνώμης απέναντι στο ενδεχόμενο δημιουργίας νέων κομμάτων από τον Α. Τσίπρα και τον Α. Σαμαρά: το 8% δηλώνει ότι με βεβαιότητα θα ψήφιζε έναν νέο κόμμα υπό την ηγεσία του πρώτου και το 12% ότι θα ήταν σχετικά πιθανό να το πράξει, ποσοστά τα οποία στην περίπτωση του Α. Σαμαρά περιορίζονται στο 3% και 10%, αντίστοιχα.

Η σημαντικά πιο επιδραστική παρουσία του Α. Τσίπρα στα πολιτικά πράγματα τεκμηριώνεται και από σημαντικές –αν και όχι ανατρεπτικού χαρακτήρα– μεταβολές στον δείκτη εμπιστοσύνης προσώπων για την πρωθυπουργία της χώρας: στη σχετική ερώτηση, χωρίς τους δύο πρώην πρωθυπουργούς, προηγείται ο Κ. Μητσοτάκης με 27% και ακολουθούν ο Ν. Ανδρουλάκης με 8% και η Ζ. Κωνσταντοπούλου, ο Κ. Βελόπουλος και ο Δ. Κουτσούμπας με 6%, ενώ όταν στη σχετική λίστα προστίθενται τα ονόματά τους, πρώτος παραμένει ο Κ. Μητσοτάκης με 25%, ακολουθεί με 11% ο Α. Τσίπρας, με 6% οι Κ. Βελόπουλος και Ν. Ανδρουλάκης, με 5% ο γ.γ. του ΚΚΕ και με 4% ο Α. Σαμαράς. Τέλος, σημαντική ένδειξη της διευρυμένης αίσθησης απουσίας εναλλακτικής προς τον Κ. Μητσοτάκη είναι το ποσοστό που λαμβάνει η απάντηση «Δεν θα εμπιστευόμουν κάποιον από τους παραπάνω», η οποία και στις δύο περιπτώσεις συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ποσοστό (34% και 29%, αντίστοιχα).

Ως προς την εκλογική επιρροή των κομμάτων, χωρίς αναγωγή, η Ν.Δ. παραμένει κυρίαρχη αλλά σε σταθερά χαμηλές πτήσεις (23,5%), στη δεύτερη θέση εντοπίζεται το ΠΑΣΟΚ με 11,5%, ενώ ακολουθεί με αυξητικές τάσεις η Ελληνική Λύση (10%) που επανακτά την τρίτη θέση από την Πλεύση Ελευθερίας, της οποίας, αντίθετα, η επιρροή μειώνεται στο 8%. Για το ΚΚΕ (8%) και τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. (7%) δεν καταγράφονται διαφοροποιήσεις, εν αντιθέσει με το κόμμα της Α. Λατινοπούλου, το οποίο αυξάνει δυνάμεις, φτάνοντας το 4%. Σταθερά, το ΜέΡΑ25 καταγράφει επιρροή κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης (3,5%), ενώ άλλα κόμματα, όπως η Νίκη (2%), η Νέα Αριστερά (1,5%) και το Κίνημα Δημοκρατίας (1,5%) σημειώνουν χαμηλότερες επιδόσεις.

Εν κατακλείδι, μια προσεκτική μελέτη του συνόλου των ευρημάτων προσφέρει ενδείξεις πως το ελληνικό κομματικό σύστημα βαδίζει προς τη διαμόρφωση ενός μάλλον ασθενικού αλλά πάντως σαφώς τριπολικού τοπίου, αντίστοιχου με αυτά που διαμορφώνονται σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, τερματίζοντας ενδεχομένως μια δικομματική συνθήκη που μας συντρόφευε καθ’ όλη τη διάρκεια της μεταπολιτευτικής εκλογικής ιστορίας της χώρας.

Τρεις περιοχές κομμάτων που ανταγωνίζονται για την πολιτική εκπροσώπηση κατά βάση τριών διακριτών πολιτικών ρευμάτων: πρώτον, μια αυτόνομη σε σχέση με τη Ν.Δ. κομματική περιοχή, με έντονη την παρουσία της Ελληνικής Λύσης και δευτερευόντως της Φωνής Λογικής που ανταγωνίζονται να εδραιωθούν ως η αυθεντική έκφραση της τραμπικής ή ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς στη χώρα, δεύτερον, μια mainstream εκσυγχρονιστική περιοχή, με κύριο εκφραστή τη Ν.Δ. και, τρίτον, μια αριστερού προσανατολισμού περιοχή που χαρακτηρίζεται από υψηλής έντασης ανταγωνισμό και μοιάζει πολύ πιο ανοιχτή ως προς τον τελικό (ριζοσπαστικό ή όχι) χαρακτήρα που θα λάβει.

Πηγή: efsyn.gr / Αγγελος Σεριάτος – Επιστημονικός διευθυντής της Prorata

Loading

Play