Ταινίες Πρώτης Προβολής: Ιταλικός νεορεαλισμός, νταΐλίκια, Πιγκουίνοι, Κarate Kid και φονική Μπαλαρίνα

Ταινίες Πρώτης Προβολής: Ιταλικός νεορεαλισμός, νταΐλίκια, Πιγκουίνοι, Κarate Kid και φονική Μπαλαρίνα

Πρώτη εβδομάδα του Ιουνίου και πρώτες καλοκαιρινές βραδιές, με πέντε καινούργιες ταινίες και δυο έξοχες επανεκδόσεις. Από τις ταινίες που κάνουν πρεμιέρα αύριο ξεχωρίζει το ιταλικό νεορεαλιστικό δράμα «Βερμίλιο: Η Νύφη του Βουνού», της Μάουρα Ντελπέρο, ενώ το κοινό τους αναμένεται να βρουν το θρίλερ «The Surfer», με τον Νίκολας Κέιτζ, το έκτο κεφάλαιο του διάσημου φραντσάιζ «Κarate Kid: Θρύλοι», με τους βετεράνους Τσάκι Τσαν και Ραλφ Μάτσιο, το βιογραφικό δράμα «Μαθήματα από έναν Πιγκουίνο» του Πίτερ Κατάνεο, με τον Στίβεν Κούγκαν και η περιπέτεια από το σύμπαν του John Wick, «Ballerina», με την Άννα Ντε Άρμας και τον Κιάνου Ριβς. Σε επανέκδοση, τα κλασικά στο είδος τους, «Βιριδιάνα», του Λουίς Μπουνιουέλ και «Και Μετά Δεν Έμεινε Κανένας», της πρώτης μεταφοράς του διάσημου μυθιστορήματος της Αγκάθα Κρίστι, σε σκηνοθεσία Ρενέ Κλαιρ.

   * Η Στήλη μετατέθηκε μία ημέρα νωρίτερα, λόγω της αυριανής 24ωρης απεργίας των δημοσιογράφων.

   Βερμίλιο: Η Νύφη του Βουνού

   (Vermiglio) Δραματική ταινία, ιταλικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Μάουρα Ντελπέρο, με τους Τομάζο Ράνιο, Μαρτίνα Σκρίντζι, Καρλότα Γκάμπα, Ρομπέρτα Ροβέλι, Τζουζέπε ντι Ντομένικο κα.

   Εκεί κοντά, στην άκρη, της νοτιότερης απόληξης των Άλπεων, βρίσκεται το περίφημο Πέρασμα Τονάλε, με τα φημισμένα στροφιλίκια, όπου δοκιμάζουν τις αντοχές και τα κρατήματά τους τα ιταλικά σπορ αυτοκίνητα. Πλησίον τους βρίσκονται αρκετά ορεινά κτηνοτροφικά χωριά και ανάμεσά τους το άγνωστο Βερμίλιο, σκαρφαλωμένο στα 1.300 μέτρα, δίπλα στους παγετώνες και μέσα στην παρθένα πανέμορφη φύση. Εκεί που διαδραματίζεται η ιστορία της Μάουρα Ντελπέρο, για μια πολυμελής φτωχή οικογένεια, αμέσως μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και αντλεί την έμπνευσή της, αναδεικνύοντας έναν απλό, καθαρό και ανεπιτήδευτο τρόπο ζωής, μέσα σε χίλιες δυο δυσκολίες. Ένας τρόπος και μια φιλοσοφία ζωής, που έχει συμπαρασύρει η τρέλα της ανάπτυξης, της εφήμερης ματαιοδοξίας και της επίπλαστης ευδαιμονίας, που έχει καλυφθεί απ’ τη σκόνη των περίτεχνων τροχών της αυτοκινητοβιομηχανίας.

   Η Μάουρα Ντελπέρο κάνει μια ταινία, απ’ αυτές που δύσκολα γυρίζονται σήμερα, έναν ύμνο στους ξεχασμένους ανθρώπους της υπαίθρου, με μία αγνότητα εμπνευσμένη από τις κατάλευκες κορφές των Άλπεων, ανασταίνοντας με σεβασμό τον ιταλικό νεορεαλισμό και συνδυάζοντάς τον με μία καλοδεχούμενη καλλιτεχνική φόρμα.

   Το φιλμ, χαμηλόφωνο, σχεδόν ψιθυριστό, με αργά ολοκληρωμένα πλάνα, μεταφέρει χωρίς να φιλτράρει τη ζωή των ηρώων του και τις ιδέες, τις αξίες και τις αρχές που γαλουχήθηκαν.

   Μια οικογένεια με επτά παιδιά, στο Βερμίλιο, ένα απομακρυσμένο χωριό, τοποθετημένο στην καταπράσινη πλαγιά των ιταλικών Άλπεων, ζει φτωχικά. Η μητέρα μοιράζει την αγάπη της και τις μερίδες του φαγητού στα παιδιά της ακριβοδίκαια, ενώ ο αυστηρός μεσήλικας πατέρας, δάσκαλος του χωριού, ξοδεύει τις λιγοστές λιρέτες που του περισσεύουν για τα αγαπημένα του βινύλια, για να ακούει τον Βιβάλντι στο γραμμόφωνο, πιστεύοντας ότι «αυτό είναι τροφή για το πνεύμα». Η μία κόρη θέλει να γίνει καλόγρια, αλλά έχει ανακαλύψει και τη σεξουαλικότητά της και η μικρότερη αδελφή της, έξυπνη και ευαίσθητη δείχνει ότι μπορεί να συνεχίσει τις σπουδές της, ενώ τα μεγαλύτερα αδέλφια της έχασαν την ευκαιρία να συνεχίσουν το σχολείο από το φασιστικό καθεστώς. Η ζωή τους κυλά ήρεμα, ταπεινά μα και ευτυχισμένα. Ο πατέρας αυστηρός, πατριάρχης, αλλά ενδιαφέρεται πραγματικά για τη γνώση, την καλαισθησία και τη δικαιοσύνη. Όταν ο Πιέτρο, ένας Σικελός λιποτάκτης βρίσκει καταφύγιο στα μέρη τους, ο δάσκαλος θα τον υπερασπιστεί με πάθος, αψηφώντας τις κατηγόριες των συγχωριανών του. Μόνο που η μεγαλύτερη κόρη του Λουτσία θα ερωτευθεί τον μυστηριώδη Πιέτρο και θα μείνει έγκυος, χωρίς να γνωρίζει το παρελθόν του.

   Η Ντελπέρο, με οικονομία, αξιοποιεί το λιτό σενάριο για να ξεδιπλώσει την ιστορία της, να εστιάσει στα σημαντικά, στους ολοκληρωμένους χαρακτήρες, να διηγηθεί αφαιρετικά και χωρίς πολυλογίες τα παρακλάδια της πλοκής, χωρίς να της ξεφεύγει το βασικό της θέμα, οι δυσκολίες της αγροτικής ζωής, σε ένα απομακρυσμένο χωριό, ξεχασμένο και από τον Θεό. Και ταυτόχρονα να αναδείξει τις συνέπειες ενός πολέμου κι ενός τυραννικού καθεστώτος, την καταπίεση των γυναικών και των σεξουαλικών επιθυμιών, την κοινωνική καθήλωση, την εκκλησιαστική χειραγώγηση, την αίσθηση της εγκατάλειψης και της περιφρόνησης.

   Το Βερμίλιο, που αναδεικνύεται σε συμπρωταγωνιστή, δεν είναι ο εύκολος τόπος, δεν ενδεικνύεται για μια χαλαρή ιστορία της υπαίθρου και γι’ αυτό φροντίζει και ο εξαίρετος διευθυντής φωτογραφίας Μίκαελ Κρίσμαν, με τη λυρικές και συνάμα σκληρές εικόνες του. Πάνω απ’ όλα όμως είναι ο ορίζοντάς του, που όσο ανοιχτός κι αν είναι, μοιάζει με έναν τοίχο που πάνω του συντρίβονται τα όνειρα, οι μικρές ευνόητες φιλοδοξίες, αλλά παράλληλα κλείνει απ’ έξω έναν κόσμο κάλπικο, που ζει σε μια ψευδεπίγραφη ευδαιμονία.

   Αυθεντικές ερμηνείες, που αναδεικνύονται περισσότερο από την καθοδήγηση της σκηνοθέτιδας, με τους άνδρες να μένουν σιωπηλοί, στωικοί, οι γυναίκες αισθαντικές, με τα μεγάλα εκφραστικά τους μάτια να συμπληρώνουν τα οστεώδη πρόσωπα, τα παιδιά ακαταμάχητα να δίνουν πνοή και να απορροφούν τα μηνύματα. Όλοι τους να συνεισφέρουν τα μέγιστα σε μια ταινία με νόημα και ψυχή, που τιμήθηκε με το Μέγα Βραβείο της Επιτροπής στις Κάννες και πολλά άλλα βραβεία όπου κι αν προβλήθηκε.

   ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Σε ένα ορεινό χωριό της βόρειας Ιταλίας, λίγο μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ζει μια πολυμελής οικογένεια: Ο αυστηρός πατέρας και δάσκαλος, η μάνα που μοιράζει ακριβοδίκαια την αγκαλιά της στα επτά παιδιά της, ενώ η μεγαλύτερη κόρη ερωτεύεται έναν λιποτάκτη.

   (The Surfer) Θρίλερ, αυστραλιανής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Λόρκαν Φίνεγκαν, με τους Νίκολας Κέιτζ, Φιν Λίτλ, Τζούλιαν ΜακΜάχον, Νίκολας Κασίμ, Μιράντα Τάπσελ, Αλεξάντερ Μπέρτραντ κα.

   Ένα κύμα τοξικής αρρενωπότητας σηκώνεται στο περιπετειώδες ψυχολογικό θρίλερ, με πρωταγωνιστή τον συμπαθέστατο όσο και αδικημένο – και από τον εαυτό του – Νίκολας Κέιτζ, που εδώ του δίνεται η ευκαιρία να ξεφύγει από την παρακμιακή πορεία του. Στο φιλμ, που προβλήθηκε μεταμεσονύχτια στις Κάννες, ενθουσιάζοντας το νεανικό κοινό, συμπρωταγωνιστούν ουσιαστικά μια εξωτική καυτή αμμώδης παραλία της Αυστραλίας και τα θεόρατα κύματα που θέλει να δαμάσει ο Κέιτζ.

   Ένα b’ movies, που παραπέμπει στα φιλμ της δεκαετίας του ’70, στο οποίο κυριαρχεί η φιγούρα του Νίκολας Κέιτζ, που φτάνει στα όριά του ή μάλλον τα ξεπερνά, όταν πρέπει να αντιμετωπίσει μία ομάδα νταήδων, που θεωρεί την παραλία κτήμα της.

   Ένας μεσήλικας επιστρέφει στην ειδυλλιακή παραλία των παιδικών του χρόνων για να κάνει σερφ με τον γιο του, αλλά και να αγοράσει το σπίτι που έμενε όταν ήταν μικρός. Η επιθυμία του όμως αυτή ανατρέπεται από μια ομάδα ντόπιων, των οποίων το μότο είναι: «δεν μένεις εδώ, δεν σερφάρεις εδώ». Ταπεινωμένος και θυμωμένος, ο άντρας παρασύρεται σε μια σύγκρουση που εντείνεται μαζί με τον αφόρητο καύσωνα του καλοκαιριού και τον φτάνει στα όριά του.

   Ο Φίνεγκαν («Vivarium»), με ειδίκευση στο horror, θα προσπαθήσει να χτίσει μία ενδιαφέρουσα πλοκή, χωρίς να αποκαλύπτει πολλά, ενώ πιο ενδιαφέρον έχει το πρώτο μέρος, κατά το οποίο γνωρίζουμε τα πρόσωπα της υπόθεσης και την παραλία και αρχίζει να αφήνει τα σημάδια της απειλής που πρέπει να αντιμετωπίσει ο ήρωας.

   Οι ταπεινώσεις στο πρόσωπο του ήρωα συσσωρεύονται από τους νταήδες (ο αρχηγός τους Τζούλιαν ΜακΜάχον, επιτηδευμένα ή όχι πάντως, σωστή καρικατούρα) και ο Κέιτζ αφήνει στην άκρη τη δικαιολογημένη του αγανάκτηση για να μεταβληθεί σε ένα ηφαίστειο οργής, που δεν μπορεί να συγκρατηθεί με τίποτα, δεν μπορεί να τον απειλήσει τίποτα, είναι ο εξολοθρευτής των παρασίτων. Η ανδρική τοξικότητα βρίσκει το φάρμακό της στο ερυθρόδερμο – πλέον – πρόσωπο του Κέιτζ.

   Και βεβαίως μαζί με το φάρμακο έρχονται και οι γερές γουλιές από τα κλισέ του είδους, που περιορίζουν το συνολικό αποτέλεσμα και το ενδιαφέρον, καθώς το μόνο που απομένει είναι το τραβηγμένο φινάλε σε αυτό το παλαιομοδίτικο φιλμ, το οποίο δεν είναι κακό για ένα χαλαρό καλοκαιρινό βράδυ σε θερινό σινεμά.

   ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ένας άντρας επιστρέφει στην ειδυλλιακή παραλία της παιδικής του ηλικίας για να κάνει σερφ με το γιο του. Όταν ταπεινώνεται από μια ομάδα ντόπιων, εμπλέκεται σε μια σύγκρουση που συνεχώς κλιμακώνεται και τον ωθεί στα όρια του.

   (Karate Kid: Legends) Περιπέτεια, αμερικάνικης παραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Τζόναθαν Εντούιστλ, με τους Τζάκι Τσαν, Ραλφ Μάτσιο, Μπεν Γουάνγκ, Τζόσουα Τζάκσον, Σάντι Στάνλεϊ κα.

   Μία τραβηγμένη από τα μαλλιά αναβίωση ενός εμπορικότατου φραντσάιζ, για μια ακόμη φορά από το Χόλιγουντ, που ουσιαστικά είναι το πρόσχημα για να φέρει μαζί ως πρωταγωνιστικό ζευγάρι τον Τσάκι Τσαν και τον Ραλφ Μάτσιο, ενώ επιχειρείται να πλασαριστεί και ως νέο «αστέρι» των πολεμικών τεχνών ο λιλιπούτειος Μπεν Γουάνγκ.

   Το έκτο κεφάλαιο του φραντσάιζ, που τοποθετείται χρονικά μετά την ταινία του 2010 «The Karate Kid», μια ταινία ανάμεσα σε ριμέικ και επανεκκίνηση, είναι ακριβώς αυτό που περιμένεις. Μόνο που ξέρεις και πως θα εξελιχθεί, τι θα συμβεί ακριβώς σε κάθε σκηνή και πως θα τελειώσει.

   Μια τυπική ιστορία του είδους και της δεκαετίας του ’80 σε κάπως μοντέρνα μορφή, με τα διασκεδαστικά της κομμάτια συρρικνωμένα και τις μάχες πάνω στο ταπί βγαλμένες από το ανθολόγιο των προηγούμενων ταινιών.

   Το παιδί-θαύμα Λι Φονγκ, μετά από μια οικογενειακή τραγωδία, ξεριζώνεται από το σπίτι του στο Πεκίνο και αναγκάζεται να μετακομίσει στη Νέα Υόρκη με τη μητέρα του. Ο Λι αγωνίζεται να αφήσει πίσω το παρελθόν του καθώς προσπαθεί να προσαρμοστεί στο νέο του σχολείο, και παρόλο που δεν θέλει να παλεύει, οι μπελάδες φαίνεται να τον ακολουθούν παντού. Όταν ένας νέος φίλος χρειαστεί τη βοήθειά του, ο Λι θα συμμετάσχει σε έναν διαγωνισμό καράτε, αλλά οι ικανότητές του από μόνες τους δεν αρκούν. Ο δάσκαλος κουνγκ φου του Λι, ο κ. Χαν, επιστρατεύει τον «αυθεντικό» Καράτε Κιντ, Ντάνιελ Λα Ρούσο, για βοήθεια, και ο Λι μαθαίνει έναν νέο τρόπο να μάχεται, ενώνοντας τα δυο στιλ τους σε ένα για την απόλυτη αναμέτρηση πολεμικών τεχνών.

   Ο ιδιαίτερα γρήγορος ρυθμός που επιβάλει ο τηλεοπτικός Τζόναθαν Εντούιστλ, δεν αφήνει τους έτσι κι αλλιώς καχεκτικούς χαρακτήρες να αναπνεύσουν, όλα εξελίσσονται ασυνήθιστα γρήγορα και το μόνο που ενδιαφέρει είναι η συνύπαρξη τού, πάντα συμπαθέστατου, Τσάκι Τσαν με τον Ραλφ Μάτσιο, που δύσκολα μπορεί να πιστέψει κανείς ότι πλησιάζει τα 65 του χρόνια.

   Οι αγριάδες των νταήδων που πρέπει να αντιμετωπίσει ο μικρός ήρωας έχουν εκσυγχρονιστεί, ενώ το κοινωνικό σχόλιο πιο ισχνό και από το σενάριο.

   Ο Μπεν Γουόνγκ, στον ρόλο του παιδιού θαύματος, μοιάζει με πραγματικό θαύμα πως πήρε τον ρόλο, ενώ εκτός από τον Τσάκι και ο Ραλφ Μάτσιο είναι συμπαθής, αν και το μόνο που σου μένει είναι το «πως πέρασαν 40 χρόνια από την πρώτη ταινία»;

   ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Λι αγωνίζεται να αφήσει πίσω το παρελθόν του και μια οικογενειακή τραγωδία, καθώς προσπαθεί να προσαρμοστεί στο νέο του σχολείο. Αν και δεν θέλει να παλεύει, οι μπελάδες φαίνεται να τον ακολουθούν παντού.

   Μαθήματα από έναν Πιγκουίνο

   (The Penguin Lessons) Βιογραφικό δράμα, βρετανικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Πίτερ Κατάνεο, με τους Στίβεν Κούγκαν, Τζόναθαν Πράις, Μπιόρν Γκούσταφσον, Μικαέλα Μπρίκε κα.

   Στην εποχή της διαβόητης χούντας του Βιδέλα, τη δεκαετία του ’70, ένας Εγγλέζος δάσκαλος θα πάρει μαθήματα ζωής από έναν πιγκουίνο. Μια ιδέα που έχει το ενδιαφέρον της, γεμίζει με προσδοκίες για κάτι διαφορετικό, αλλά τελικά κολλάει σε ένα μελωμένο συγκινητικό όσο και αναμενόμενο εγκάρδιο μήνυμα ανθρωπιάς. Μόνο που ακόμη και αυτό μπορεί να αμφισβητηθεί βάσιμα καθώς την ώρα που βλέπουμε έναν μοναχικό Άγγλο να γίνεται καλύτερος άνθρωπος και να ξαναγαπά τους ανθρώπους λόγω της ιδιαίτερης φιλίας του με έναν πιγκουίνο, υπάρχουν και 30.000 νεκροί αγωνιστές, που άφησε πίσω του το αιμοσταγές καθεστώς της ξενοκίνητης δικτατορίας.

   Και είναι περίεργο, ότι αυτό το συνονθύλευμα από ιδέες, που δύσκολα συνταιριάζονται, όπως και η κωμωδία με το δράμα, το υπογράφει ο Πίτερ Κατάνεο της τρομερής επιτυχίας «Άνδρες Έτοιμοι για Όλα», έχοντας, μάλιστα, στη διάθεσή του ένα δυνατό καστ, του οποίου ηγείται ο πολύπειρος και εκφραστικός Στιβ Κούγκαν.

   Ο Τομ πιάνει δουλειά στην Αργεντινή του Περόν το 1976, διδάσκοντας αγγλικά σε ένα αποπνικτικό ιδιωτικό σχολείο για τους γιους πλούσιων οικογενειών και είναι επιφυλακτικός απέναντι στον αυταρχικό διευθυντή. Σε κάποιες διακοπές του στην Ουρουγουάη θα σώσει έναν πιγκουίνο από μία πετρελαιοκηλίδα και αυτό νιώθοντας ευγνωμοσύνη θα κολλήσει πάνω του. Τόσο που θα το πάρει παράνομα μαζί του πίσω στην Αργεντινή κι έτσι θα αποκτήσει τον μοναδικό του φίλο. Όταν επικρατούν οι πραξικοπηματίες μια συνάδελφός του θα εμπλακεί στην αντίσταση, ενώ χιλιάδες άνθρωποι «εξαφανίζονται», από τη μυστική αστυνομία της χώρας.

   Η ταινία, που βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του δασκάλου Τομ Μίτσελ, φαίνεται να πατά σε δυο βάρκες χωρίς επιτυχία, καθώς θα ήταν προτιμότερο ή να έχει μείνει έξω από την υπόθεση η ιστορία της χούντας ή να περιοριζόταν δραστικά η παρουσία του συμπαθέστατου – και όχι ψηφιακού – πιγκουίνου, τα ανάλαφρα καλοπροαίρετα μηνύματα και οι κωμικές καταστάσεις.

   Εν κατακλείδι, η τραγωδία ενός λαού και μιας χώρας δεν κολλάει με τον καλόκαρδο χαριτωμένο πιγκουίνο, έστω κι αν τις δυο ιστορίες συνδέει ένας μονόχνοτος Άγγλος, που βρίσκει τον δρόμο του.

   ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Δεκαετία του 1970. Ο Τομ Μίστελ, ένας εγγλέζος δάσκαλος που ταξιδεύει μέχρι την Αργεντινή για να δουλέψει σε ένα σχολείο, βλέπει τη ζωή του να αλλάζει ριζικά όταν γίνεται φίλος με έναν μικρό πιγκουίνο που θα του διδάξει τα σημαντικότερα μαθήματα της ζωής.

   (Ballerina) Περιπέτεια, αμερικάνικης παραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Λεν Γουάιζμαν, με τους Άννα Ντε Άρμας, Ιάν ΜακΣέιν, Αντζέλικα Χιούστον, Κιάνου Ριβς, Γκάμπριελ Μπερν, Λάνς Ρέντινγκ κα.

   Ε, όχι και τόσο πρωτότυπη ιδέα. Το φιλμ, που μοιάζει περισσότερο με αντιγραφή της συνηθισμένης τακτικής της Marvel (ένας δευτερεύων χαρακτήρας γίνεται ο πρωταγωνιστής σε επόμενη ταινία), είναι μια κατασκευή που στοχεύει στα ταμεία και που δεν μπόρεσε τελικά να διεκπεραιώσει ο Λεν Γουάιζμαν του μέτριου φραντσάιζ «Underworld» και των επίσης αδιάφορων «Ολική Επαναφορά» και του «Πολύ Σκληρός για να Πεθάνει 4». Κάτι, που θα αναγκάσει τον Τσαντ Σταχέλσκι να ξαναγυρίσει αρκετές σκηνές.

   Θέλοντας να εκμεταλλευτούν την απήχηση των ταινιών με τον δημοφιλή John Wick, οι παραγωγοί έβγαλαν από την αφάνεια το πέρασμα της μπαλαρίνας Ρούνεϊ από το τρίτο μέρος του φραντσάιζ, για να στήσουν μία ακόμη δυναμική περιπέτεια κλωτσοπατινάδας, με ολίγη από νεονουάρ, θρίλερ και δράματος και βεβαίως με το νέο δόγμα του Χόλιγουντ «οι γυναίκες μπορούν να σκοτώνουν καλύτερα από τους άνδρες».

   Το σενάριο του Σέι Χάτεν, ο οποίος το εμπνεύστηκε παρακολουθώντας το τρέιλερ του δεύτερου κεφαλαίου του «John Wick», μοιάζει περισσότερο με πρόσχημα για να φέρει απέναντι στον Κιάνου Ριβς την ηρωίδα, τη γοητευτική αλλά όχι και τόσο πειστική Αννα Ντε Άρμας.

   Το στόρι, που δεν έχει και τόση σημασία, θέλει την Ιβ Μακάρο, μια μπαλαρίνα, που έχει εκπαιδευτεί με τις παραδόσεις των δολοφόνων της Ruska Roma (Ρώσων Ρομά) κι έχει ως αφεντικό τη Διευθύντρια (Αντζέλικα Χιούστον), η οποία θα της αναθέσει μία επικίνδυνη αποστολή, ενώ το αφεντικό της πόλης θέλει την εξολόθρευσή της, κάτι που θα αναλάβει ο Τζον Γουίκ.

   Στιλιζαρισμένο λουτρό αίματος, που δεν φιλοδοξεί να προσφέρει τίποτα παραπάνω από απενοχοποιημένο θέαμα, κάτι που υπηρετεί σε μεγάλο βαθμό και το φραντσάιζ με το «John Wick», αλλά χωρίς τη βιρτουόζικη αναπαράσταση της βίας και τον πεσιμισμό του σκηνοθέτη Τσαντ Σταέλσκι. Το μόνο που κρατά το φιλμ είναι η δυστοπική ατμόσφαιρα και τα αμέτρητα θύματα που αφήνει πίσω της η λεπτεπίλεπτη ηρωίδα. Δηλαδή, μία ταινία που απευθύνεται αποκλειστικά στους φαν του Τζον Γουίκ, αν και οι πιο απαιτητικοί μάλλον θα απογοητευθούν.

   Από κει και πέρα υπάρχει και η εμφάνιση των γνωστών χαρακτήρων στους φαν του φραντσάιζ, που δίνουν μία γεύση από νουάρ, ενώ στην ολιγόλεπτη εμφάνισή του, ο Ριβς δίνει τον δραματικό τόνο – όσο κι αν αυτό φαίνεται απίστευτο.

   ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Ίβ, μία μπαλαρίνα, που έχει εκπαιδευτεί με τις παραδόσεις των δολοφόνων της Ruska Roma θα αναλάβει μία επικίνδυνη αποστολή, που θα τη φέρει αντιμέτωπη με τον Τζον Γουίκ.

   Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:

   (Viridiana) Από τα αριστουργήματα του σημαντικότερου κινηματογραφικού σουρεαλιστή και μέγα βλάσφημου Λουίς Μπουνιουέλ, ο οποίος τη γύρισε στην Ισπανία το 1961, αμέσως μετά την επιστροφή του από την αυτοεξορία στο Μεξικό, αλλά απαγορεύτηκε από το καθεστώς Φράνκο, ενώ προκάλεσε και την οργή του Βατικανού.

   Το απλό στόρι θέλει την Βιριδιάνα, μια δόκιμη μοναχή καλόγρια να πηγαίνει με εντολή της ηγουμένης να επισκεφτεί τον θείο της, που είχε αναλάβει τη μόρφωσή της. Ο θείος της Δον Ζεμέ, χήρος που ζει μόνος σε μία έπαυλη, θα την ερωτευθεί, θα της κάνει πρόταση γάμου και θα προσπαθήσει να τη βιάσει. Επιστρέφοντας στο μοναστήρι, η Βιριδιάνα θα μάθει ότι ο θείος της αυτοκτόνησε και της αφήνει το κτήμα του.

   Η ταινία, που κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες, ασκεί δριμεία κριτική στον καθολικισμό, την υποκρισία της μπουρζουαζίας και της φιλανθρωπίας, αλλά και στην «κανονικότητα» των κοινωνικών ανισοτήτων. Ο Μπουνιουέλ, με έξοχα βέβηλη διάθεση (η σκηνή του Μυστικού Δείπνου αξεπέραστη) θα αποδομήσει τις «παραδοσιακές αξίες» και θα αναδείξει την ήττα του ιδεαλισμού απέναντι στην ανθρώπινη φύση, σε αυτή την κοφτερή σαν λεπίδι σάτιρα.

   Με τους εξαιρετικούς Σίλβια Πινάλ, Φερνάντο Ρέι, Φρανθίσκο Ραμπάλ, Μαργκαρίτα Λοθάνο κα.

   Και Μετά Δεν Έμεινε Κανένας

   (And Then There Were None) Το διάσημο μυθιστόρημα της Αγκάθα Κρίστι («Δέκα Μικροί Νέγροι»), που έχει μεταφερθεί αμέτρητες φορές στο σινεμά, εδώ σε επανέκδοση, η πρώτη της κλασική μεταφορά του 1945 και με την υπογραφή του Ρενέ Κλαιρ.

   Οκτώ άγνωστοι μεταξύ τους άνθρωποι, με ένοχο παρελθόν, προσκαλούνται σε μια απομονωμένη βίλα σε νησί, μαζί με ένα ζευγάρι υπηρέτες, από τους άφαντους οικοδεσπότες, ενώ σύντομα ξεκινά μια αλυσίδα φόνων.

   Ένας από τους πρωτοπόρους του γαλλικού σινεμά, ο σπουδαίος Ρενέ Κλαιρ παραδίδει ένα κομψοτέχνημα μυστηρίου, έχοντας ένα εντυπωσιακό καστ – από Μπάρι Φίτζεραλντ, Τζούντι Άντερσον, Όμπρι Σμιθ, μέχρι και Γουόλτερ Χιούστον, ενώ το καλογραμμένο σενάριο είναι του οσκαρικού Ντάντλι Νίκολς. Εξαιρετική σύνθεση χαρακτήρων, εντυπωσιακή η ασπρόμαυρη φωτογραφία του Λουσιέν Αντριότ, όπως και η μουσική του Μάριο Καστελνουόβο – Τεντέσκο.

   Φωτογραφία από την ταινία «Βερμιλιο: Η Νύφη του Βουνού»-Πηγή Φωτογραφίας: Weirdwave

   Χάρης Αναγνωστάκης

Loading

Play