Η έξοδος από την κρίση στη Μέση Ανατολή μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω του διαλόγου, δήλωσε σήμερα από την Γενεύη ο Γάλλος Υπουργός Εξωτερικών Ζαν-Νοέλ Μπαρό. Μαζί με τους ομολόγους του από τη Βρετανία Ντέιβιντ Λάμι και τη Γερμανία Γιόχαν Βαντεφούλ, καθώς και την Ύπατη Εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Εξωτερικές Υποθέσεις Κάγια Κάλας, συναντιόνται με τον επικεφαλής της διπλωματίας του Ιράν, Αμπάς Αραγτσί. Η γαλλική πλευρά αναμένεται να προτείνει στην Τεχεράνη μια ολοκληρωμένη προσφορά διαπραγμάτευσης, που περιλαμβάνει έλεγχο του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος. Στόχος της συνάντησης είναι η αναζήτηση διπλωματικής λύσης, μέσω αυστηρού ελέγχου των ιρανικών πυρηνικών δραστηριοτήτων. Όπως αναφέρουν γαλλικές διπλωματικές πηγές, οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν εντείνει τις εκκλήσεις τους για αποκλιμάκωση και ενδέχεται αυτή να είναι μια «συνάντηση ύστατης ευκαιρίας». Η πρόθεση των Ευρωπαίων είναι να εφαρμόσουν το μοντέλο που υιοθετήθηκε στο Ιράκ μετά τον πόλεμο της διεθνούς συμμαχίας υπό τις ΗΠΑ το 1991. Εάν επιτευχθεί συμφωνία, το αποτέλεσμα θα παρουσιαστεί στον πρόεδρο Τραμπ, προκειμένου να επανεκκινήσει τις συνομιλίες με την Τεχεράνη και να ασκήσει πίεση στο Ισραήλ για την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός.
Αναλυτές υπογραμμίζουν ότι τα τελευταία σημάδια δεν προδιαγράφουν αισιοδοξία. Η μετακίνηση αμερικανικών δυνάμεων προς τη Μέση Ανατολή και οι δηλώσεις του Τραμπ υποδηλώνουν ότι οι ΗΠΑ προτίθενται να εμπλακούν περισσότερο στον πόλεμο στο πλευρό του Ισραήλ. Στο Παρίσι, η εφημερίδα L Opinion αναφέρει ότι «για τη Γαλλία, ο προληπτικός πόλεμος του Ισραήλ δεν προσφέρει τη σωστή λύση για τη ιρανική πυρηνική απειλή». Μετά από μια εβδομάδα ισραηλινών επιθέσεων, δεν πείθεται κανείς ότι η στρατιωτική οδός μπορεί να περιορίσει μόνιμα το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Στη καλύτερη περίπτωση, ενδέχεται να υπάρξει καθυστέρηση του προγράμματος, ενώ το εργοστάσιο εμπλουτισμού στο Φόρντο παραμένει επιχειρησιακό. Η Γαλλία θεωρεί ότι η καλύτερη εγγύηση για την αποφυγή απόκτησης πυρηνικών όπλων από το Ιράν είναι ο αυστηρός έλεγχος του προγράμματος από τη Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ