Οι συνέπειες της δημοσιονομικής κρίσης στις ΗΠΑ θα γίνονται προοδευτικά ολοένα πιο οδυνηρές, προειδοποίησαν χθες Κυριακή ηγέτες των ρεπουμπλικάνων, κάτι που ακολούθησε η ανακοίνωση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ περί των πρώτων απολύσεων στον ομοσπονδιακό δημόσιο τομέα.
Η απειλή μαζικών απολύσεων σε ομοσπονδιακές υπηρεσίες επισείστηκε από τον ρεπουμπλικάνο αρχηγό του κράτους ήδη από την έναρξη, την περασμένη Τετάρτη, της δημοσιονομικής κρίσης για την οποία αλληλοκατηγορούνται η ρεπουμπλικανική πλειοψηφία και η δημοκρατική μειοψηφία στο Κογκρέσο. Μαζικές απολύσεις, τελεσίδικες και όχι από τεχνική άποψη, βρίσκονται σε εξέλιξη αυτή τη στιγμή, είπε ο πρόεδρος Τραμπ σε δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο.
Το shutdown, η αναστολή λειτουργίας τομέων του κράτους, που εισέρχεται σήμερα στη δεύτερη εβδομάδα του, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι οδεύει προς τερματισμό, κι ο πρόεδρος Τραμπ κατηγόρησε εκ νέου χθες Κυριακή τους δημοκρατικούς. Αν ο πρόεδρος κρίνει πως οι διαπραγματεύσεις δεν οδηγούν απολύτως πουθενά, τότε θα αρχίσουν απολύσεις, απείλησε χθες ο Κέβιν Χάσετ, βασικός σύμβουλος του κ. Τραμπ για οικονομικά ζητήματα, ερωτηθείς σχετικά από το CNN.
Δεν έχει γίνει καμιά συζήτηση ανάμεσα στους ηγέτες του Κογκρέσου μετά την άκαρπη συνάντησή τους την περασμένη Δευτέρα στον Λευκό Οίκο, σύμφωνα με ανώτερο αξιωματούχο των δημοκρατικών. Η παράταξη αρνείται να υποχωρήσει στο κρίσιμο ζήτημα των επιδοτήσεων της ασφάλισης υγείας.
Πάντως, ο επικεφαλής της ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας στη Γερουσία, ο Τζον Θουν, αναγνώρισε πως τα δυο στρατόπεδα παραμένουν σε «αδιέξοδο» και άφησε να εννοηθεί πως περισσότεροι αμερικανοί εργαζόμενοι θα πληρώσουν το κόστος.
Οι περίοδοι δημοσιονομικής παράλυσης προκαλούν μεγάλη δυσαρέσκεια στους Αμερικανούς. Το 80% των ερωτηθέντων δήλωσαν πολύ ή μάλλον ανήσυχοι για τον αντίκτυπο στην οικονομία, σύμφωνα με δημοσκόπηση του ινστιτούτου YouGov σε αντιπροσωπευτικό δείγμα κάπου 2.400 πολιτών.
Το προηγούμενο τέτοιο επεισόδιο, τον Δεκέμβριο του 2018, κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Ντόναλντ Τραμπ, διήρκεσε 35 ημέρες και στοίχισε κάπου 11 δισεκ. δολάρια στην αμερικανική οικονομία, σύμφωνα με μη κομματική έκθεση του Κογκρέσου.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ