Οι περισσότεροι από τους Αμερικανούς αντιπροέδρους ξεχνιούνται γρήγορα. Ο Ντικ Τσέινι, ωστόσο, άφησε το στίγμα του ως ένας από τους πιο ισχυρούς αντιπρόεδρους στην αμερικανική ιστορία.
Μακιαβελική φυσιογνωμία γνωστή για τη σημαντική επιρροή της στα παρασκήνια, ο πρώην αντιπρόεδρος του Τζορτζ Ουόκερ Μπους (2001-2009), πέθανε χθες, Δευτέρα, σε ηλικία 84 ετών λόγω επιπλοκών που σχετίζονται με πνευμονία και καρδιαγγειακές παθήσεις, σύμφωνα με ανακοίνωση σήμερα της οικογένειάς του προς τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης. Θα μείνει χαραγμένος στη μνήμη ως ένα από τα γεράκια που έπαιξαν κεντρικό και αμφιλεγόμενο ρόλο στην εισβολή στο Ιράκ το 2003.
Γεννηθείς στο Λίνκολν της Νεμπράσκα στις 30 Ιανουαρίου 1941, ο Τσέινι πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής του ηλικίας στις αραιοκατοικημένες εκτάσεις του Ουαϊόμινγκ, στην αμερικανική Δύση. Έγινε δεκτός στο πανεπιστήμιο Yale, αλλά εγκατέλειψε το έγκριτο εκπαιδευτικό ίδρυμα και πήρε πτυχίο στις πολιτικές επιστήμες από το πανεπιστήμιο της πολιτείας του, του Ουαϊόμινγκ, με τις σπουδές του να του επιτρέπουν, εν μέσω του πολέμου του Βιετνάμ, να εξαιρεθεί πολλές φορές από τη στρατιωτική θητεία.
Στα νιάτα του, είχε συλληφθεί δύο φορές για οδήγηση σε κατάσταση μέθης και το 1964 παντρεύτηκε την Λιν Βίνσεντ. Εγκαταστάθηκε πέντε χρόνια αργότερα στην Ουάσινγκτον για να εργαστεί στο Κογκρέσο, αρχικά ως μαθητευόμενος, και εκεί γνώρισε τον Ντόναλντ Ράμσφελντ, ο οποίος διετέλεσε δύο φορές υπουργός Άμυνας.
Μετά την είσοδό του στον Λευκό Οίκο υπό την προεδρία του Ρεπουμπλικανού Τζέραλντ Φορντ, ο Τσέινι αντικατέστησε τον Ράμσφελντ στη θέση του προσωπάρχη και στη συνέχεια ηγήθηκε άνευ επιτυχίας της προεκλογικής εκστρατείας για την επανεκλογή του Φορντ το 1976.
Ακραιφνής Ρεπουμπλικανός, ο Τσέινι κέρδισε το 1978 έδρα στη Βουλή των Αντιπροσώπων και την κράτησε για μια δεκαετία. Η πρωτότοκη κόρη του, Λιζ, ξανάφερε την έδρα αυτή στην οικογένεια το 2016, αλλά ήρθε σε κατά μέτωπο αντιπαράθεση με τον Ντόναλντ Τραμπ, γεγονός που την κατέστησε παρία για πολλούς συντηρητικούς.
Ο Τσέινι προκάλεσε έκπληξη στις προεδρικές εκλογές του 2024 με την ανακοίνωσή του ότι θα ψηφίσει τη Δημοκρατική υποψήφια Κάμαλα Χάρις, απορρίπτοντας τον Ρεπουμπλικανό αντίπαλό της, Ντόναλντ Τραμπ, τον οποίο έκρινε ακατάλληλο για το Οβάλ Γραφείο. «Έχουμε το καθήκον να βάζουμε τη χώρα πάνω από τις κομματικές διαφορές για να υπερασπιζόμαστε το Σύνταγμά μας».
Ο Τσέινι, ο οποίος ανέλαβε υπουργός Άμυνας υπό τον Τζορτζ Χέρμπερτ Ουόκερ Μπους το 1989, ηγήθηκε του Πενταγώνου κατά τη διάρκεια του πολέμου του Κόλπου του 1990-1991. Μετά από αυτήν την περίοδο, μεταπήδησε στον ιδιωτικό τομέα και το 1995 έγινε διευθύνων σύμβουλος της Halliburton.
Ως αντιπρόεδρος, ο Τσέινι εμφύσησε τη νεοσυντηρητική ιδεολογία του στον Λευκό Οίκο και θεωρείται ότι ήταν μια από τις κινητήριες δυνάμεις πίσω από την απόφαση για την εισβολή στο Ιράκ. Αργότερα δήλωνε ότι αρνείται να πιστέψει πως ο Σαντάμ Χουσέιν δεν ανέπτυσσε πρόγραμμα όπλων μαζικής καταστροφής, χρησιμοποιώντας πληροφορίες των μυστικών υπηρεσιών για να δικαιολογήσει τον πόλεμο.
Η Halliburton κέρδισε σημαντικά χάρη στον δεύτερο πόλεμο στο Ιράκ.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
![]()
