Ο επαναπατρισμός ενός ρολογιού και μαθητές που ανασυνθέτουν ιστορίες ζωής

Ο επαναπατρισμός ενός ρολογιού και μαθητές που ανασυνθέτουν ιστορίες ζωής

Ένα ρολόι, με τους δείκτες παγωμένους εδώ και ογδόντα χρόνια, κι ένα κομμάτι καδένας, φθαρμένο από τον χρόνο αλλά άθικτο στη μνήμη, επαναπατρίστηκαν, χθες βράδυ, για να αποκαταστήσουν τους χαμένους κρίκους της αλυσίδας μιας οικογένειας από την Κοκκινιά Κιλκίς. Ήταν τα προσωπικά αντικείμενα του Θεοφύλακτου – Θεόφιλου Σιμωνίδη, ο οποίος εκτοπίστηκε στη λαίλαπα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στο στρατόπεδο Neuengamme, κοντά στο Αμβούργο, και άφησε την τελευταία του πνοή τον Απρίλιο του 1945, λίγες μέρες πριν από το τέλος του πολέμου, σε ένα πλοίο θανάτου, όπου τον μετέφεραν οι ναζί.

Στο ιστορικό κτίριο του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα, όπου παρουσιάστηκαν τα πρώτα αποτελέσματα του προγράμματος που κατήρτισε η Υπηρεσία Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών σε συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων του υπουργείου Παιδείας, στο πλαίσιο της διεθνούς εκστρατείας #StolenMemory των Αρχείων Arolsen, τα δύο αυτά αντικείμενα πέρασαν από το σκοτάδι της λήθης στο φως της οικογενειακής μνήμης.

Ο Παναγιώτης Γαβριηλίδης, ανιψιός του θύματος, τα παρέλαβε μέσα σε ένα φορτισμένο συναισθηματικά κλίμα, σιωπηλό αλλά εύγλωττο. Μια σιωπή που έκρυβε πίσω της δεκαετίες αγωνίας, έρευνας, απώλειας — αλλά και πίστης ότι κάποτε η μνήμη θα επιστρέψει. «Η μητέρα του είχε απευθυνθεί στον Ερυθρό Σταυρό το 1988 για να βρει κάτι – ένα στοιχείο. Δεν βρέθηκε τίποτα. Ήξεραν μόνο ότι τον είχαν πάρει οι Γερμανοί και ότι είχε πεθάνει. Αλλά τίποτα παραπάνω. Σήμερα, αυτό το ρολόι είναι σαν να τον φέρνει πίσω. Είμαστε ευγνώμονες σε όλους», δήλωσε ο κ. Γαβριηλίδης, παραλαμβάνοντας τα αντικείμενα από τα χέρια των μαθητών και μαθητριών του ΓΕΛ Ασπροπύργου, που κατάφεραν, ύστερα από συστηματική προσπάθεια και έρευνα, να βρουν τους συγγενείς του Σιμωνίδη (σ.σ. όπως εξήγησε ο συγγενής του, πρόκειται για παραφθορά του επωνύμου Συμεωνίδης από λάθος μεταγραφή).

Κατά τη χθεσινοβραδινή εκδήλωση, εκτός από τους μαθητές και μαθήτριες του ΓΕΛ Ασπροπύργου, την εργασία τους παρουσίασαν και οι μαθητές και μαθήτριες του ΕΠΑΛ Ευόσμου, οι οποίοι αναζήτησαν και βρήκαν τους συγγενείς του Γεωργίου Χάνα, από την Κοκκινιά του Πειραιά, ο οποίος είχε εκτοπισθεί, επίσης, στο στρατόπεδο Neuengamme του Αμβούργου, όπου και πέθανε από τις κακουχίες τον Νοέμβριο 1944.

Τα Αρχεία Arolsen αποτελούν το μεγαλύτερο Αρχείο στον κόσμο για τα θύματα των ναζιστικών εγκλημάτων, με αρχειακό υλικό από τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και καταναγκαστικής εργασίας. Εδρεύουν στην πόλη Bad Arolsen της Γερμανίας. Στόχος και ευθύνη των Αρχείων Arolsen είναι η τεκμηρίωση των εγκλημάτων που διέπραξαν οι ναζί κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μέσα από τα ίδια τα ντοκουμέντα που ανευρέθησαν στα ναζιστικά στρατόπεδα και με τελική επιδίωξη τη διατήρηση της μνήμης και την επιμόρφωση των νεότερων γενεών.

Όπως εξηγούσε, στον χαιρετισμό του, στην εκδήλωση ο προϊστάμενος της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών και Πρόεδρος της Διεθνούς Επιτροπής για τα Αρχεία Arolsen, Εμπειρογνώμονας Πρεσβευτής Σύμβουλος, Γεώργιος Πολυδωράκης, η ανεύρεση των συγγενών δύο Ελλήνων κρατουμένων, στο πλαίσιο της εκστρατείας #StolenMemory, αποτελεί «ευτυχή συγκυρία» γιατί συμπίπτει με τη σημερινή ολοκλήρωση της Ελληνικής Προεδρίας των Αρχείων. Μια Προεδρία που, όπως επισήμανε ο κ. Πολυδωράκης, έθεσε ως στόχο, από την πρώτη στιγμή να ανευρεθούν οι οικογένειες και των υπολοίπων Ελλήνων κρατουμένων (σ.σ. σε σύνολο οχτώ Ελλήνων κρατουμένων, για τους οποίους υπάρχουν αντικείμενα στα Αρχεία Άρολσεν, η πρώτη απόδοση είχε γίνει έναν χρόνο πριν στην Αθήνα, ακολούθησε η χθεσινή, ενώ σύντομα θα γίνει ακόμη μία στην Αθήνα για τους συγγενείς του Χάνα).

Στη σχετική εγκύκλιο που εστάλη από τη Γενική Γραμματεία του Υπουργείου Παιδείας, τον περασμένο Δεκέμβριο, σε όλα τα σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της χώρας, αναζητώντας εθελοντές που θα αναλάμβαναν την εξεύρεση των οικογενειών, ανταποκρίθηκαν 14 σχολεία, με δύο εξ αυτών να τεκμηριώνουν όχι μόνο την οικογενειακή σχέση μεταξύ των θυμάτων και των συγγενών τους αλλά και την ιστορία των ανθρώπων αυτών.

Ο κ. Πολυδωράκης εξήρε τον ρόλο της νέας γενιάς στον επαναπατρισμό αυτών των αντικειμένων, που δεν είχε γίνει εδώ και δεκαετίες, αλλά και την παιδευτική σημασία της ενασχόλησης των παιδιών με την Ιστορία: «Μέσα από την εργασία τους και τον ελεύθερό τους χρόνο κατάφεραν (οι μαθητές/μαθήτριες) κάτι πολύ μοναδικό. Ο επαναπατρισμός αυτών των αντικειμένων, που δεν είχε γίνει εδώ και 80 χρόνια, ολοκληρώνεται χάρη στις δικές τους προσπάθειες. Πέρα από την αυτονόητη σημασία του εντοπισμού των δύο οικογενειών, είναι ιδιαιτέρως σημαντικό ότι την έρευνα διεξήγαγαν μαθητές και μαθήτριες δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Και αυτό λόγω της παιδευτικής αξίας της σχετικής διαδικασίας για τη νέα γενιά, μέσω της ίδιας της έρευνας και της επαφής παιδιών με τεκμήρια και ιστορίες απλών ανθρώπων της εποχής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Και για τη δική μας Προεδρία, το πρόγραμμα αυτό ήταν μέρος της προσπάθειας περαιτέρω ευαισθητοποίησης των πολιτών της χώρας μας στην ανάγκη μνήμης των φριχτών εγκλημάτων που δεν πρέπει να επαναληφθούν ποτέ», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ευχαρίστησε θερμά τον Γενικό Γραμματέα Θρησκευμάτων του Υπουργείου Παιδείας Γιώργο Καλαντζή, τη διευθύντρια του γραφείου του Βασιλική Κεραμίδα, την ηγεσία του ΥΠΕΞ και, φυσικά, τα ίδια τα παιδιά. «Είμαστε περήφανοι για αυτή τη γενιά», τόνισε ο προϊστάμενος της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του Υπουργείου Εξωτερικών.

Χαιρετισμό στην εκδήλωση απηύθυνε και η Γεωργία Ηλιοπούλου, εκπροσωπώντας τον Γενικό Γραμματέα Θρησκευμάτων Γεώργιο Καλαντζή, αλλά και η διευθύντρια του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα Αθηνά Παυλίδου.

Όταν η εκπαίδευση γίνεται μνήμη

Η ανακάλυψη της οικογένειας του Θεόφιλου Σιμωνίδη ήταν αποτέλεσμα επίμονης και οργανωμένης εργασίας των μαθητών του ΓΕΛ Ασπροπύργου. Υπό την καθοδήγηση των καθηγητών Δρ. Παύλου Μούλιου και Ελευθερίας Παπιδά, οι μαθητές αφιέρωσαν τον ελεύθερο χρόνο τους στην ιστορική έρευνα: αναζήτησαν τεκμήρια στον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό, στη Νομική του ΑΠΘ, σε δημόσια και τοπικά αρχεία. «Ήταν μια εκπληκτική εμπειρία. Ήταν κάτι πολύ περισσότερο από έναν απλό επαναπατρισμό αντικειμένου. Νιώσαμε πως ο Σιμωνίδης έγινε και δικός μας συγγενής. Έχει ενσωματωθεί στη μνήμη μας», εξήγησε, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Παύλος Μούλιος.

«Τα παιδιά έμαθαν ιστορία βιωματικά. Συμμετείχαν με όλη τους την καρδιά, εκτός ωρών μαθημάτων. Όλο το σχολείο, αλλά και η τοπική κοινωνία του Ασπροπύργου αγκάλιασε αυτό το πρότζεκτ», πρόσθεσε, από την πλευρά της, η Ελευθερία Παπιδά.

Ανάλογη ήταν και η εμπειρία των μαθητών του Εσπερινού ΕΠΑΛ Ευόσμου, την οποία μετέφερε στο κοινό της εκδήλωσης ο υπεύθυνος καθηγητής Άγγελος Χοτζίδης.

Η παγκόσμια αποστολή των Αρχείων Arolsen

Η επικεφαλής των Αρχείων Arolsen, Florian Azoulay, στον χαιρετισμό της στην εκδήλωση σκιαγράφησε το έργο του οργανισμού: «Έχουμε χιλιόμετρα από έγγραφα. Κάρτες, λίστες, κατάλογοι. Αλλά για πολλούς ανθρώπους, δεν υπάρχει τίποτα. Ούτε όνομα. Οι ναζί προσπάθησαν να εξαφανίσουν και την τελευταία μνήμη. Αυτά τα προσωπικά αντικείμενα είναι τα μόνα που σώζουν την αξιοπρέπειά τους».

Η καμπάνια #StolenMemory, που ξεκίνησε το 2016, έχει ήδη οδηγήσει στην ταυτοποίηση και επιστροφή 1.000 και πλέον αντικειμένων. «Όταν επιστρέφουμε ένα αντικείμενο, είμαστε στο κέντρο μιας οικογενειακής ιστορίας. Οι συγγενείς ανταλλάσσουν μνήμες, η ιστορία ξαναγράφεται. Και αυτή η ιστορία αξίζει να μείνει», υπογράμμισε η διευθύντρια των Αρχείων Arolsen.

Τα αρχεία ως ζωντανή πράξη μνήμης

Τα Αρχεία Arolsen, με έδρα το Bad Arolsen της Γερμανίας, είναι ο μεγαλύτερος αρχειακός οργανισμός στον κόσμο για τα θύματα του ναζισμού. Διαθέτουν πάνω από 30.000.000 έγγραφα, που αφορούν περισσότερα από 17.500.000 πρόσωπα. Η Διεθνής Επιτροπή των Αρχείων, της οποίας η Ελλάδα είχε την Προεδρία τον τελευταίο χρόνο, αποτελείται από 11 κράτη και επιβλέπει τη διατήρηση, την ψηφιοποίηση και την πρόσβαση στο αρχείο.

Η Ελληνική Προεδρία συνέπεσε με τη χθεσινή εκδήλωση, στην οποία παρουσιάστηκαν χειροπιαστά αποτελέσματα αυτής της δράσης. Η τελετή δεν ήταν απλώς μια απόδοση αντικειμένων. Ήταν ένα βλέμμα στο παρελθόν, ώστε να μην επαναληφθούν τα φρικτά εγκλήματα του ναζισμού. Ήταν ένα μάθημα ιστορίας, ευθύνης και συλλογικής μνήμης.

Μέσα από το έργο των μαθητών/μαθητριών, των καθηγητών και όλων των θεσμών που συνέβαλαν, η Ιστορία απέκτησε ξανά φωνή. Μια φωνή που μιλάει όχι μέσα από έγγραφα, αλλά μέσα από πράξεις. Ή, όπως πολύ γλαφυρά περιέγραψε, η επικεφαλής των Αρχείων Arolsen: «Εμείς έχουμε μόνο διοικητικά έγγραφα. Εσείς, εσείς λέτε την πραγματική ιστορία. Τη μόνη που αξίζει να μείνει».

[φωτογραφίες ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΝΙΚΟΣ ΑΡΒΑΝΙΤΙΔΗΣ]

Loading

Play