Ελβετοί ερευνητές αναπτύσσουν κυτταρικές καλλιέργειες με αίσθηση της όσφρησης

Ελβετοί ερευνητές αναπτύσσουν κυτταρικές καλλιέργειες με αίσθηση της όσφρησης

Ελβετοί ερευνητές παρουσίασαν νέα μέθοδο που επιτρέπει την ανάπτυξη κυττάρων με ικανότητα ανίχνευσης οσμών. Η επιστήμη αναγνωρίζει ότι η ανθρώπινη μύτη διαθέτει περίπου 400 διαφορετικούς οσφρητικούς υποδοχείς. Παρ’ όλα αυτά, οι ουσίες που τους ενεργοποιούν παραμένουν σε πολλές περιπτώσεις άγνωστες. Η μελέτη της όσφρησης αποκτά τώρα νέα διάσταση, καθώς ερευνητές από την Ελβετία ανακοίνωσαν την επιτυχία τους στην έκφραση γονιδίων οσφρητικών υποδοχέων σε καλλιέργειες κυττάρων, οι οποίες απέκτησαν την ικανότητα να μυρίζουν.

Τα ευρήματα που δημοσιεύονται στην επιθεώρηση Current Biology δεν μόνο διευκολύνουν τη μελέτη των υποδοχέων αλλά και θέτουν νέα ερωτήματα για τη θεωρία της όσφρησης. Οι οσφρητικοί υποδοχείς βρίσκονται κυρίως στους νευρώνες της ρινικής κοιλότητας, οι οποίοι δεν είναι δυνατό να καλλιεργηθούν στο εργαστήριο. Οι ερευνητές της Givaudan, μιας ελβετικής εταιρείας αρωμάτων, ανακάλυψαν ότι η προσθήκη μιας κατάλληλης ρυθμιστικής αλληλουχίας επέτρεψε στα γονίδια των υποδοχέων να λειτουργούν σε ανθρώπινα βλαστοκύτταρα HEK 293, μια κυτταρική σειρά που χρησιμοποιείται ευρέως στην έρευνα.

Η νέα μέθοδος απέδωσε καρπούς για πολλούς υποδοχείς, ωστόσο τα αποτελέσματα της μελέτης επικεντρώνονται στους πρώτους 20 υποδοχείς που αναγνωρίστηκαν ως υπεύθυνοι για τη μυρωδιά του γκρέιπφρουτ, του πατσουλιού, του ξύλου και της άμβρας, ενός συστατικού που προέρχεται από το έντερο των φυσητήρων.

Το πιο απροσδόκητο εύρημα είναι ότι πολλές από τις οσμές που εξετάστηκαν ενεργοποιούν μόνο έναν υποδοχέα, προτείνοντας ότι η αντίληψη της όσφρησης μπορεί να είναι πιο απλή από ό,τι θεωρούνταν. Αυτό θέτει σε αμφισβήτηση τη θεωρία της συνδυαστικής κωδικοποίησης που υποστηρίζει ότι οι διαφορετικοί υποδοχείς αναγνωρίζουν διαφορετικά τμήματα του ίδιου οσμηρού μορίου. Αν και τα νέα ευρήματα δεν ανατρέπουν πλήρως αυτή τη θεωρία, δείχνουν ότι και ένας μόνο οσφρητικός υποδοχέας μπορεί να είναι επαρκής για την αναγνώριση κάποιων μυρωδιών.

Η νέα μέθοδος που αναπτύχθηκε προσφέρει προοπτικές για ταχύρρυθμη μελέτη της όσφρησης, ενώ τα αποτελέσματα ενδέχεται να έχουν και οικονομικό ενδιαφέρον για τις εταιρείες αρωμάτων, που επιθυμούν να προβλέπουν τη μυρωδιά οποιουδήποτε μείγματος πρώτων υλών.

Πηγή περιεχομένου: in.gr

Loading

Play