Εξερευνήστε την αύξηση της ζήτησης για φάρμακα αδυνατίσματος στην Ευρώπη και τον αντίκτυπό τους στην οικονομία. Έντονη ανησυχία επικρατεί σε πολλές χώρες της Ευρώπης σχετικά με την εκτενή και μη ρυθμιζόμενη χρήση φαρμάκων GLP-1, όπως το Ozempic και το Mounjaro, για την απώλεια βάρους. Από την Ιταλία έως την Ελλάδα και την Πορτογαλία, η υψηλή ζήτηση αυτών των φαρμάκων οδηγεί στην άνθηση μιας ιδιωτικής αγοράς, δημιουργώντας παράλληλα προκλήσεις για τη δημόσια υγεία.
Μέσα σε λίγα χρόνια, η Ευρώπη έγινε μάρτυρας μιας άνευ προηγουμένου αλλαγής στον τρόπο χορήγησης και χρήσης αυτών των φαρμάκων, που αρχικά αναπτύχθηκαν για τη θεραπεία του διαβήτη τύπου 2. Αυτά τα ενέσιμα φάρμακα έχουν τροφοδοτήσει μια βιομηχανία απώλειας βάρους πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ, κυρίως λόγω της ιδιωτικής ζήτησης και των διαφημιστικών εκστρατειών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Η νέα τάση ξεκίνησε από τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου οι τιμές είναι ιδιαίτερα υψηλές, με πολλούς να πληρώνουν έως και 1.300 δολάρια (1.142 ευρώ) το μήνα χωρίς ασφαλιστική κάλυψη. Στην Ευρώπη, αυτή η ζήτηση επεκτείνεται όχι μόνο σε άτομα με ιατρικές παθήσεις αλλά και σε όσους επιδιώκουν να αποκτήσουν την ιδανική σιλουέτα για το καλοκαίρι. Το ερώτημα που προκύπτει είναι: Ποιο είναι το κόστος που είμαστε διατεθειμένοι να πληρώσουμε για την επίτευξη του σώματος που ονειρευόμαστε;
Η κατάσταση είναι επίσης ανησυχητική στην Ελλάδα, όπου η ζήτηση φαρμάκων κατά της παχυσαρκίας αυξήθηκε κατά 82,5% το 2024, με συνολική δαπάνη 93 εκατ. ευρώ. Η δημοτικότητα του Ozempic εκτοξεύτηκε, και η αγορά έχει επεκταθεί για να συμπεριλάβει το Mounjaro, το οποίο εισήχθη τον Νοέμβριο του 2024.
Αν και η χρήση αυτών των φαρμάκων είναι τεχνικά περιορισμένη, οι κανονισμοί δεν έχουν αποθαρρύνει τη ζήτηση, με τις πωλήσεις του Mounjaro να αγγίζουν τις 12.000 μονάδες ανά μήνα. Η πτώση τιμών από την Pharmaserve-Lilly αναμένεται να ενισχύσει περαιτέρω την εξάπλωση του φαρμάκου, είτε νόμιμα είτε όχι.
Αυτή η κατάσταση υπογραμμίζει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές χώρες στην ισορροπία μεταξύ δημόσιας υγείας και ιδιωτικής ζήτησης, καθώς οι πολιτικές και οι ρυθμίσεις προσπαθούν να συμβαδίσουν με την ταχεία εξέλιξη της αγοράς.
Πηγή περιεχομένου: in.gr