Ο πρόωρος θάνατός του εκτόξευσε τον μύθο του πέρα από τα συνηθισμένα, καθώς στα περίπου 30 χρόνια της κινηματογραφικής του πορείας, κατάφερε να καταστεί ένα ξεχωριστό είδωλο, με τις μοναδικές του ερμηνείες ως αντισυμβατικός αντιήρωας, συνδυάζοντας το απαράμιλλο στυλ με τη διαπεραστική του ματιά. Για τον Στιβ ΜακΚουίν, που λατρεύτηκε από τους κινηματογραφόφιλους σε όλο τον κόσμο, όπως έλεγε και ο Σαμ Πέκινπα, «αν θες πραγματικά να μάθεις τι σημαίνει ηθοποιία στον κινηματογράφο, παρακολούθησε τα μάτια του».
Όμως, πίσω από τη λάμψη του και τη φήμη του «βασιλιά του cool», ο Αμερικάνος σταρ είχε μία βασανισμένη ζωή, με δύσκολα παιδικά χρόνια και ακόμη πιο δύσκολες σχέσεις με το σινάφι του. Απρόβλεπτος χαρακτήρας, ο ΜακΚουίν ήταν ατίθασος, σκληρός, εμμονικός, αλλά και ρομαντικός, τρυφερός, ανασφαλής και εύθραυστος μπροστά στη δόξα. Ουσιαστικά, ο ΜακΚουίν, ψημένος από τα νιάτα του, πάντα έκρυβε πίσω από την cool κινηματογραφική του περσόνα, ένα ευάλωτο παιδί.
Τα εκτυφλωτικά γαλάζια μάτια του, τα ατίθασα ξανθά του μαλλιά και το αθλητικό του παράστημα αποτέλεσαν τα βασικά του εφόδια στον κόσμο του θεάματος. Μετά από αρκετή τηλεόραση, θα έχει την τύχη να συμπρωταγωνιστήσει στο κλασικό γουέστερν του Τζον Στάρτζες «Και οι Επτά Ήταν Υπέροχοι», που θα του ανοίξει διάπλατα τον δρόμο. Δίχως ο ρόλος του να διεκδικεί τα πρωτεία, θα σημάνει την άφιξη ενός αντιήρωα-σταρ, ενός «κακού παιδιού», που παραμένει ατσαλάκωτο ό,τι και αν συμβεί.
Ο θρυλικός «Μπούλιτ» θα παίξει κυρίως σε περιπέτειες, αλλά και σε αστυνομικά θρίλερ, γουέστερν και δράματα, ενώ θα συνεργαστεί με σημαντικούς σκηνοθέτες. Ταινίες όπως «Υπόθεση Τόμας Κράουν», «Η Μεγάλη Απόδραση», «Τα Βότσαλα της Άμμου», «Ο Χαρτοπαίχτης», «Ο Πεταλούδας», «Τομ Χορν» και «Οι Δύο Φυγάδες» θα μείνουν για πάντα στη μνήμη μας, όχι μόνο γιατί ήταν πολύ καλές, αλλά και γιατί πρωταγωνιστούσε ο Στιβ ΜακΚουίν.
Συμπληρώνοντας 45 χρόνια από τον ξαφνικό θάνατό του (7 Νοεμβρίου 1980), σε ηλικία μόλις 50 ετών, θα θυμηθούμε τα δύσκολα πρώτα του βήματα, τις κορυφαίες στιγμές του στη μεγάλη οθόνη, γιατί χαρακτηρίστηκε «ο βασιλιάς του cool», την τραχιά προσωπικότητά του, τα πάθη του, αλλά και τις περιπέτειές του με τις γυναίκες που λάτρευε.
Ο Στιβ ΜακΚουίν γεννήθηκε από ανύπαντρη και αλκοολική μητέρα στις 24 Μαρτίου του 1930 στο Μπιτς Γκρόουβ της Ιντιανάπολις, ενώ ο πατέρας του, ένας κασκαντέρ σε τσίρκο, θα τον εγκαταλείψει σε ηλικία έξι μηνών. Η μητέρα του, πάμφτωχη και με αρκετά ψυχολογικά προβλήματα, θα τον εγκαταλείψει στους γονείς της, που θα τον μεγαλώσουν στο αγρόκτημά τους. Ο νεαρός ΜακΚουίν θα αποκτήσει ένα κόκκινο τρίκυκλο ποδήλατο, το οποίο θα πυροδοτήσει μελλοντικά το πάθος του για τους αγώνες αυτοκινήτων.
Δυσλεξικός και χωρίς καλή ακοή από μία λοίμωξη στο αυτί, ο ΜακΚουίν δεν θα προσαρμοστεί στο σχολείο, θα έχει προβλήματα με τους εραστές της μητέρας του και πριν κλείσει τα 12 χρόνια του, θα μπλέξει με συμμορίες και θα πάει σε αναμορφωτήρια. Είναι απορίας άξιον πως ο ΜακΚουίν θα βρεθεί στο Χόλιγουντ και όχι σε κάποιο κελί φυλακής, μετά τα εφηβικά του χρόνια. Σε ηλικία 17 χρόνων, θα καταταχθεί στους πεζοναύτες, μία περιπέτεια της ζωής του, που αποδείχθηκε χρήσιμη.
Το 1952, θα σπουδάσει υποκριτική στη Νέα Υόρκη και θα ξεκινήσει να παίζει σε θεατρικές και τηλεοπτικές παραγωγές. Η δεκαετία του ’60 θα τον βρει επιλεγμένο από τον Στάρτζες για έναν σημαντικό ρόλο στο εξαιρετικό γουέστερν «Και οι Επτά Ήταν Υπέροχοι», όπου θα δείξει την υποκριτική του ευφυΐα.
Αδιαμφισβήτητος σούπερ σταρ πλέον, θα επιλέξει να παίξει στη ρομαντική κομεντί «Αγάπησα Έναν Ξένο», και θα ακολουθήσουν επιτυχίες όπως το «Μπούλιτ» και το «Νεβάδα Σμιθ». Η δεκαετία του ’70 θα τον βρει πρωταγωνιστή σε αυτό που αγαπούσε από παιδί, στους αγώνες αυτοκινήτων.
Ο Στιβ ΜακΚουίν είχε μία δύσκολη ζωή, αποτέλεσμα ίσως των φρικτών εμπειριών του. Κάπνιζε, έπινε και ήταν χρήστης ναρκωτικών, προσπαθώντας να καταλαγιάσει τους προσωπικούς του δαίμονες. Παρά τις καταχρήσεις του, οι γυναίκες θα τον λατρέψουν και θα παντρευτεί τρεις φορές.
Ο Στιβ ΜακΚουίν, που από το 1978 άρχισε να δίνει τη μάχη του με τον καρκίνο, θα μπει στον στενό κύκλο εκείνων των αστέρων του σινεμά, που δεν μπορεί να προσπεράσει κανείς, φτάνοντας στη μυθοποίηση ενός αξεπέραστου λαϊκού ειδώλου.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
![]()
