Η ανάθεση από τον Γάλλο Πρόεδρο, Εμανουέλ Μακρόν, της εντολής σχηματισμού κυβέρνησης στον Σεμπαστιάν Λεκορνί, μετά την αποτυχία του Φρανσουά Μπαϊρού να λάβει από τη Βουλή την ψήφο εμπιστοσύνης που είχε ζητήσει, φαίνεται δύσκολο να αλλάξει τα δεδομένα της πολιτικής και οικονομικής κρίσης που διέρχεται η Γαλλία μετά τις ευρωεκλογές του 2024. Αυτό πιστεύουν και οι αγορές, με το spread των γαλλικών ομολόγων να παραμένει σε επίμονα υψηλά επίπεδα.
Η απόφαση του Μακρόν να προκηρύξει πρόωρα βουλευτικές εκλογές, μετά τη ραγδαία άνοδο του ακροδεξιού κόμματος της Μαρίν Λεπέν, έχει εγκλωβίσει τη Γαλλία σε ένα παρατεταμένο πολιτικό-οικονομικό αδιέξοδο. Με τη Βουλή της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωζώνης τριχοτομημένη, η δημιουργία βιώσιμων κυβερνήσεων μοιάζει με προσπάθεια τετραγωνισμού του κύκλου. Έτσι, τόσο η πτώση του Μισέλ Μπαρνιέ πέρυσι τον Δεκέμβριο όσο και του Μπαϊρού την περασμένη Δευτέρα καταδεικνύουν την αδυναμία λήψης αποφάσεων που θα μπορούσαν να επαναφέρουν τη χώρα σε τροχιά σταθερότητας.
Ο Μπαϊρού πρότεινε μέτρα μείωσης δαπανών και αύξησης φόρων που θα εξοικονομούσαν 44 δις. ευρώ στον προϋπολογισμό και θα μείωναν το έλλειμμα στο 4,6% του ΑΕΠ το 2026 από 5,8% το 2024 και 5,4% που εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί φέτος. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το γαλλικό έλλειμμα είναι μακράν το υψηλότερο στην Ευρωζώνη και σχεδόν διπλάσιο από το επιτρεπόμενο όριο του 3%. Το Βέλγιο ήταν η χώρα με το δεύτερο υψηλότερο έλλειμμα (4,5%) το 2024.
Η προσπάθεια του Μπαϊρού να προχωρήσει σε δημοσιονομική προσαρμογή μέσω προσωρινών μέτρων δεν οδήγησε τελικά σε κάποια σημαντική βελτίωση. Ταυτόχρονα, το δημόσιο χρέος της Γαλλίας αυξάνεται, φτάνοντας το 113% του ΑΕΠ πέρυσι από 109,8% το 2023, με προοπτικές περαιτέρω αύξησης έως το 2027, σύμφωνα με τον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης Fitch, ο οποίος υποβάθμισε χθες το γαλλικό αξιόχρεο σε Α+.
Η αύξηση του κόστους δανεισμού εντείνει την πίεση, με την απόδοση των 10ετών ομολόγων να κινείται κοντά στο 3,5%. Την τελευταία διετία, οι αποδόσεις των γαλλικών ομολόγων έχουν ξεπεράσει τις αντίστοιχες χωρών της Περιφέρειας της Ευρωζώνης, ενώ πρόσφατα κινούνται στα ίδια επίπεδα με εκείνες των ιταλικών ομολόγων. Για τους ισπανικούς τίτλους η απόδοση ανερχόταν σε 3,22% και για τους πορτογαλικούς σε 3,06%.
Η Moody’s και ο S&P έχουν προχωρήσει σε αρνητικές αξιολογήσεις, σημειώνοντας ότι η Γαλλία θα πρέπει να επιτύχει πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα για να μειώσει το χρέος της, κάτι που δεν έχει επιτευχθεί από το 2001. Επιπλέον, οι οίκοι υπογραμμίζουν ότι η δημοσιονομική θέση της Γαλλίας θα εξασθενήσει σημαντικά λόγω του πολιτικού κατακερματισμού.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ