Διευκρινίσεις για τη χρονολόγηση του κρανίου του «Ανθρώπου των Πετραλώνων», δίνει η Επιτροπή του Μουσείου Γεωλογίας-Παλαιοντολογίας-Παλαιοανθρωπολογίας (Γε-Πα-Παλ) του ΑΠΘ, όπου και φυλάσσεται το κρανίο, με αφορμή δημοσιεύματα και αναδημοσιεύματα στον ηλεκτρονικό τύπο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Από την εύρεσή του το 1960 από κατοίκους του ομώνυμου οικισμού έως και σήμερα, το κρανίο του λεγόμενου «Ανθρώπου των Πετραλώνων» φυλάσσεται στο Μουσείο Γε-Πα-Παλ του Τμήματος Γεωλογίας του ΑΠΘ, τονίζεται σε ανακοίνωση του Πανεπιστημίου, με αριθμό καταχώρησης LGPUT PEC-1, και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των συλλογών του. Συγκεκριμένα, το δείγμα LGPUT PEC-1 ανήκει στη συλλογή “LGPUT PEC” απολιθωμάτων σπονδυλοζώων από το Σπήλαιο Κόκκινων Πετρών (Πετραλώνων), η οποία απαριθμεί περί τα 2.000 δείγματα, τα οποία προέκυψαν από τις συστηματικές παλαιοντολογικές ανασκαφές που πραγματοποίησε το ΑΠΘ στο σπήλαιο κατά την πρώτη φάση έρευνας, αμέσως μετά την ανεύρεσή του (1960-1965).
Το πρωτότυπο κρανίο LGPUT PEC-1 έκτοτε φυλάσσεται στο Μουσείο Γε-Πα-Παλ. Δεν υπήρξε ποτέ αντικείμενο δανεισμού, ούτε και μεταφέρθηκε ποτέ στο εξωτερικό για μελέτη ή έκθεση. Ακολουθώντας συγκεκριμένη πολιτική, στο πλαίσιο της επιστημονικής και εκπαιδευτικής δεοντολογίας, το Μουσείο Γε-Πα-Παλ ανταλλάσσει ή δωρίζει πιστά αντίγραφα του κρανίου σε επιστημονικούς και εκπαιδευτικούς φορείς της Ελλάδας και του εξωτερικού, υπό συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις. Για λόγους ασφάλειας, η μελέτη του πρωτότυπου κρανίου ακολουθεί αυστηρά πρωτόκολλα και διαδικασίες και βρίσκεται υπό την ευθύνη της Επιστημονικής Επιτροπής του Μουσείου.
Σε αντίθεση με τα αναπαραγόμενα σε διάφορους διαδικτυακούς τόπους, συνεχίζει η ανακοίνωση, η πρώτη επιστημονική περιγραφή και μελέτη σχετικά με το κρανίο του «Ανθρώπου των Πετραλώνων» (LGPUT PEC-1), όπως καταγράφεται στην εγχώρια και διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία, πραγματοποιήθηκε από τους Καθηγητές του ΑΠΘ Κόκκορο και Κανέλη (1960), ενώ ακολούθησαν οι εργασίες πολλών άλλων επιστημόνων. Όποιες άλλες απόψεις, ασχέτως του πώς έχουν προκύψει και της διάδοσής τους, δεν αναιρούν σε καμία περίπτωση την επιστημονική προτεραιότητα και διαδοχή των γεγονότων που αποτελούν μέρος της ιστορίας της μελέτης του κρανίου.
Σύμφωνα με τις απόψεις της πλειονότητας των ειδικών επιστημόνων, το κρανίο του «Ανθρώπου των Πετραλώνων» τοποθετείται στο είδος Homo heidelbergensis sensu lato (Άνθρωπος της Χαϊδελβέργης, με την ευρεία έννοια), ενώ η ηλικία του εκτιμάται ότι δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των ~350.000 ετών. Μεγαλύτερες χρονολογικές εκτιμήσεις του κρανίου έχουν τεκμηριωμένα αμφισβητηθεί και καταρριφθεί στην διεθνή βιβλιογραφία.
Οι απόπειρες απόλυτης χρονολόγησης του κρανίου ξεκίνησαν περί τα μέσα της δεκαετίας του 1970 και συνεχίστηκαν έως τα μέσα της δεκαετίας του 1990 από διαφόρους ερευνητές. Από τα επισήμως δημοσιευμένα πορίσματα των ερευνών αυτών, μόνο εκείνα που προέρχονταν από το ίδιο το κρανίο και την περιβάλλουσα σταλαγμιτική κρούστα θεωρήθηκαν αντιπροσωπευτικά, υποδεικνύοντας μία ηλικία μεταξύ 150.000 και 250.000 ετών.
Η νέα εργασία των Falguères et al. (2025) που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Journal of Human Evolution χρονολογεί 13 δείγματα από διάφορους χώρους του σπηλαίου, όμως η Επιτροπή του Μουσείου Γε-Πα-Παλ δεν μπορεί να επιβεβαιώσει την προέλευση του συγκεκριμένου δείγματος και συνεπώς επιφυλάσσεται ως προς την αξιοπιστία του.
Η συσχέτιση της παρουσίας λίθινων τέχνεργων και ιχνών καύσης στο σπήλαιο των Πετραλώνων με τον άνθρωπο των Πετραλώνων ουδέποτε τεκμηριώθηκε στη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία. Το κρανίο του «Ανθρώπου των Πετραλώνων» δεν έχει καμία σχέση με την καταγωγή και την ιστορία των αρχαίων και σύγχρονων φύλων και φυλών της Βαλκανικής ή οποιασδήποτε άλλης γεωγραφικής ενότητας.
«Το Μουσείο Γεωλογίας–Παλαιοντολογίας-Παλαιοανθρωπολογίας (Γε-Πα-Παλ) αποτελεί Δημόσιο αναγνωρισμένο Επιστημονικό φορέα με πρωταρχικό σκοπό τη συλλογή και την ανάδειξη των γεωλογικών και παλαιοντολογικών ευρημάτων», καταλήγει η ανακοίνωση του ΑΠΘ.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ