Η σημασία του κοινού εορτασμού των 1700 ετών από την Α’ Οικουμενική Σύνοδο

Η σημασία του κοινού εορτασμού των 1700 ετών από την Α’ Οικουμενική Σύνοδο

Ο κοινός εορτασμός της επετείου των 1700 ετών από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας από τον Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο και τον Πάπα Ρώμης Λέοντα ΙΔ’ αποτελεί ένα ιδιαίτερα σημαντικό γεγονός τόσο σε θεολογικό όσο και σε οικουμενικό επίπεδο.

Η από κοινού τιμή της επετείου των 1700 ετών αναδεικνύει την κοινή για Ορθόδοξους και Καθολικούς Χριστιανούς δογματική και πνευματική κληρονομιά που ανάγεται στην πρώτη χιλιετία της αδιαίρετης Εκκλησίας.

Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος (325 μ.Χ.) υπήρξε σταθμός για την χριστιανική διδασκαλία, καθώς καταδίκασε τον Αρειανισμό, διαμόρφωσε το δόγμα περί της θεότητας του Υιού, καθόρισε το Σύμβολο της Πίστεως και την ημερομηνία εορτασμού του Πάσχα, σηματοδοτώντας την απαρχή της Συνοδικότητας ως θεμελιώδους εκκλησιαστικής αρχής. Η επέτειος έχει όχι μόνο ιδιαίτερη ποιμαντική αλλά και κοινωνική σημασία μέσα στη σύγχρονη παγκόσμια πραγματικότητα, η οποία χαρακτηρίζεται από πολεμικές συγκρούσεις, κοινωνικές ανισότητες και οικολογική κρίση. Στο κοινό τους μήνυμα προς την ανθρωπότητα, οι δύο ηγέτες διά της απαγγελίας του Πιστεύω, χωρίς την προσθήκη του filioque, υπερτόνισαν ότι η μαρτυρία των Χριστιανών στον σύγχρονο κόσμο πρέπει να είναι κοινή: Υπέρ της ειρήνης, της αλληλεγγύης και της προστασίας της κτίσης.

Η ενότητα της πρώτης Εκκλησίας παραμένει ο θεμελιώδης ορίζοντας της οικουμενικής πορείας.

Σε οικουμενικό επίπεδο, ο κοινός εορτασμός εμπεριέχει έντονο συμβολισμό. Υπενθυμίζει ότι οι δύο Εκκλησίες, παρά το Σχίσμα του 1054 και τις μετέπειτα ιστορικές εντάσεις, μοιράζονται κοινές θεολογικές βάσεις και συναντώνται σε σημαντικά σημεία της εκκλησιολογικής παράδοσης. Η αναφορά στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας λειτουργεί ως γέφυρα προς την εποχή, κατά την οποία οι Χριστιανοί αποτελούσαν ενιαίο σώμα, προσφέροντας ένα θετικό πλαίσιο για τη συνέχιση του θεολογικού διαλόγου και την ενίσχυση της αμοιβαίας κατανόησης. Επιπλέον, ο εορτασμός λειτουργεί ως υπενθύμιση της κοινής ευθύνης των δύο εκκλησιαστικών ηγετών στην προώθηση της ενότητας των Χριστιανών, καθώς όλοι προσβλέπουν σύμφωνα με το Σύμβολο της Πίστεως στην μία Αγία και καθολική Εκκλησία.

Ο κοινός εορτασμός του Πάσχα μεταξύ Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα και περισσότερο συμβολικά αιτήματα στον σύγχρονο οικουμενικό διάλογο.

Ο κοινός εορτασμός του Πάσχα, ως «εορτή των εορτών» που συνδέεται άμεσα με την ομολογία της Ανάστασης του Χριστού, αντανακλά την επιθυμία επαναφοράς της ορατής εκκλησιαστικής ενότητας. Η διαφορετική ημερομηνία εορτασμού αποτελεί μια από τις ορατές εκφάνσεις του σχίσματος μεταξύ Ανατολής και Δύσης, αλλά και μια αδράνεια που παραμένει στο πέρασμα των αιώνων. Στο πλαίσιο αυτό, η κοινή ημερομηνία Πάσχα θα λειτουργούσε ως επιστροφή σε μια κοινή παράδοση και σεβασμό της συνοδικής απόφασης της Νίκαιας.

Η σύγχρονη παγκόσμια πραγματικότητα απαιτεί την κοινή χριστιανική μαρτυρία. Το μήνυμα που εκπέμπεται από την κοινή παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου και του Ποντίφικα είναι εκείνο της ειρήνης, της συνεργασίας και της καταλλαγής. Η κοινή προσευχή και η συμμετοχή του Πάπα στην Πανηγυρική Θεία Λειτουργία στον ιστορικό ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου, στο Φανάρι, αναδεικνύουν έναν κορυφαίο συμβολισμό και τονίζουν την κοινή χριστιανική ρίζα.

Η επίσκεψη που πραγματοποίησε ο Πάπας της Ρώμης Λέων ΙΔ’ στην ιστορική έδρα της Μητέρας όλων των Εκκλησιών ανέδειξε τον διεθνή ρόλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Η αναφορά των δύο εκκλησιαστικών ηγετών στην επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, η οποία παραμένει κλειστή από το 1971, αποτελεί σύμβολο της Ορθόδοξης παρουσίας στην Τουρκία. Η επαναλειτουργία της θα καταδείξει την ύπαρξη περιθωρίων για έναν θετικό διάλογο και συνύπαρξη, σεβόμενη τις αρχές της ισονομίας και της ελευθερίας.

Loading

Play