Νέα έρευνα δείχνει τη σύνδεση μεταξύ πένθους και υψηλής θνησιμότητας, με την καρδιά να πληρώνει το τίμημα. Νέα επιστημονική μελέτη αποκαλύπτει ότι η ραγισμένη καρδιά, ένα φαινόμενο που συχνά σχετίζεται με την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, μπορεί να έχει μοιραίες συνέπειες, ακόμη και χρόνια μετά την απώλεια. Η θλίψη, αν και είναι μια φυσιολογική αντίδραση στο θάνατο, μπορεί για ορισμένα άτομα να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα τόσο σωματικής όσο και ψυχικής υγείας.
Οι άνθρωποι που βιώνουν σταθερά υψηλά επίπεδα έντονου πένθους φαίνεται να είναι πιο πιθανό να πεθάνουν μέσα σε μια δεκαετία από την απώλεια του αγαπημένου τους προσώπου. Οι ερευνητές παρακολούθησαν πάνω από 1.700 ενήλικες που είχαν πρόσφατα χάσει έναν σύντροφο, γονέα ή στενό συγγενή, κατατάσσοντάς τους σε πέντε ομάδες ανάλογα με τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων πένθους τους.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης που δημοσιεύθηκε στο Frontiers in Public Health, τα άτομα με τη μεγαλύτερη διάρκεια και ένταση θλίψης είχαν 88% υψηλότερο ποσοστό θανάτου σε σύγκριση με εκείνα με χαμηλότερα επίπεδα θλίψης. Ωστόσο, οι ερευνητές επισημαίνουν ότι η σύνδεση αυτή απαιτεί περαιτέρω έρευνα για να κατανοηθούν πλήρως οι αιτίες πίσω από την αυξημένη θνησιμότητα.
Οι συμμετέχοντες της μελέτης ήταν κατά μέσο όρο 62 ετών κατά την έναρξη, γεγονός που υποδεικνύει ότι η γήρανση μπορεί να παίζει ρόλο στα προβλήματα υγείας τους. Η μελέτη είναι περιορισμένη σε αριθμό συμμετεχόντων, καθιστώντας αναγκαία μεγαλύτερες έρευνες για την επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων.
Επιπλέον, η μελέτη συμβάλλει στη συζήτηση γύρω από τις επιπτώσεις των συναισθηματικών σοκ στην υγεία μας, συμπεριλαμβανομένης της καρδιομυοπάθειας takotsubo, γνωστής και ως σύνδρομο ραγισμένης καρδιάς, η οποία σχετίζεται με στρεσογόνα γεγονότα. Παράλληλα, αναφορές δείχνουν ότι οι πενθούντες ενήλικες διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο καρδιοπαθειών τρία χρόνια μετά την απώλεια των συζύγων τους.
Πηγή περιεχομένου: in.gr